Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προχωρά στην πλήρη διακοπή κάθε μορφής χρηματοδότησης προς το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, εντείνοντας τη σύγκρουση μεταξύ του Λευκού Οίκου και του ιστορικού ακαδημαϊκού ιδρύματος.
Η απόφαση γνωστοποιήθηκε επίσημα μέσω επιστολής που απέστειλε η υπουργός Παιδείας, Λίντα ΜακΜάον, στον πρόεδρο του πανεπιστημίου, Άλαν Γκάρμπερ, τη Δευτέρα.
Στην επιστολή, η οποία δόθηκε την ίδια ημέρα στη δημοσιότητα από την υπουργό μέσω της πλατφόρμας X (πρώην Twitter), διατυπώνεται με σαφήνεια η πρόθεση της κυβέρνησης: «Το Χάρβαρντ δεν πρέπει πλέον να ζητεί ομοσπονδιακές δωρεές διότι δεν θα λάβει καμιά». Η δήλωση αυτή σηματοδοτεί την επίσημη διακοπή των χρηματοδοτικών ροών από ομοσπονδιακά προγράμματα και κονδύλια προς το πανεπιστήμιο, χωρίς να γίνεται αναφορά σε προϋπάρχουσες συμβάσεις ή σε εξαιρέσεις.
Η κίνηση αυτή εκλαμβάνεται ως κλιμάκωση της έντασης που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στον πρώην πρόεδρο και το Χάρβαρντ, ένταση που έχει πάρει πολιτικές διαστάσεις και συνδέεται με τη γενικότερη στάση της κυβέρνησης Τραμπ απέναντι σε μεγάλα πανεπιστημιακά ιδρύματα, τα οποία κατά καιρούς έχει κατηγορήσει για ιδεολογική προκατάληψη και μεροληψία κατά των Ρεπουμπλικανών. Η επιστολή της ΜακΜάον έρχεται ως απάντηση σε αυτήν τη διαμάχη, υλοποιώντας μια σκληρή και άμεση κυβερνητική επιλογή με δυνητικά σημαντικές συνέπειες για το πανεπιστήμιο.
«Το Χάρβαρντ δεν πρέπει πλέον να ζητεί ομοσπονδιακές δωρεές διότι δεν θα λάβει καμιά», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Σε δεύτερη σελίδα της επιστολής, επισημαίνεται με ακόμη πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι το πανεπιστήμιο «δεν θα είναι πλέον θεσμός χρηματοδοτούμενος από το κράτος και μπορεί να λειτουργεί ως ιδιωτικός θεσμός (…) συγκεντρώνοντας κεφάλαια από τους πλούσιους πρώην μαθητές του». Η υπουργός επισημαίνει επίσης ότι το Χάρβαρντ, το οποίο εδρεύει κοντά στη Βοστόνη, λαμβάνει κάθε χρόνο «δισεκατομμύρια δολάρια από τους φορολογούμενους», χωρίς ωστόσο να παραθέτει συγκεκριμένα στοιχεία ή ακριβές ποσό.
Η απόφαση εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πολιτικό κλίμα σύγκρουσης μεταξύ του Τραμπ και μεγάλων πανεπιστημίων, τα οποία η αμερικανική δεξιά χαρακτηρίζει συχνά ως ιδεολογικά εχθρικά και υπερβολικά αριστερόστροφα. Ο Ντόναλντ Τραμπ, ένθερμος υποστηρικτής του Ισραήλ, κατηγορεί το Χάρβαρντ, όπως και άλλα γνωστά αμερικανικά ιδρύματα όπως το Κολούμπια, για την ανοχή — όπως ισχυρίζεται — φαινομένων αντισημιτισμού στους κόλπους των φοιτητικών κινητοποιήσεων που εκδηλώνονται κατά του πολέμου στη Γάζα. Οι ηγεσίες των πανεπιστημίων απορρίπτουν αυτές τις κατηγορίες ως αβάσιμες και ατεκμηρίωτες.
Η κίνηση της κυβέρνησης Τραμπ έχει ισχυρό συμβολικό χαρακτήρα, καθώς σηματοδοτεί μια επιθετική στάση απέναντι σε θεσμούς που, πέραν του ακαδημαϊκού τους ρόλου, αποτελούν και εστίες κοινωνικού και πολιτικού λόγου. Η σύγκρουση δείχνει να μην είναι μόνο οικονομική, αλλά βαθιά πολιτική και ιδεολογική, αντανακλώντας τη διεύρυνση της πόλωσης ανάμεσα σε συντηρητικούς κύκλους εξουσίας και τα πανεπιστημιακά περιβάλλοντα των ΗΠΑ.
Το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, το αρχαιότερο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα των Ηνωμένων Πολιτειών και ένα από τα πιο αναγνωρισμένα παγκοσμίως, βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο μιας ανοιχτής και σκληρής σύγκρουσης με την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ. Η κυβέρνηση αποφάσισε την οριστική διακοπή κάθε ομοσπονδιακής χρηματοδότησης προς το πανεπιστήμιο, μια απόφαση που αποτυπώνεται ρητά σε επιστολή της υπουργού Παιδείας, Λίντα ΜακΜάον, προς τον πρόεδρο του ιδρύματος, Άλαν Γκάρμπερ.
Η επιστολή αυτή, που δημοσιεύθηκε στην πλατφόρμα X, εκφράζει όχι μόνο τη διακοπή της οικονομικής στήριξης αλλά και μια σειρά βαριών κατηγοριών κατά του ιδρύματος.
Η υπουργός κατηγορεί το Χάρβαρντ για «συστηματική» παραβίαση της ομοσπονδιακής νομοθεσίας, «άσχημο ρατσισμό» και «καταστροφική διαχείριση» των οικονομικών του πόρων. Όπως αναφέρει, το πανεπιστήμιο «δεν θα είναι πλέον θεσμός χρηματοδοτούμενος από το κράτος» και καλείται πλέον να λειτουργεί αποκλειστικά ως ιδιωτικός φορέας, βασιζόμενο στις εισφορές των εύπορων αποφοίτων του. «Η σημερινή επιστολή σηματοδοτεί το τέλος νέων δωρεών στο πανεπιστήμιο», υπογραμμίζει η ΜακΜάον.
Η ένταση μεταξύ του Χάρβαρντ και της κυβέρνησης Τραμπ δεν είναι νέα. Ο πρώην πρόεδρος στοχοποιεί συστηματικά το πανεπιστήμιο, το οποίο είχε στραφεί δικαστικά κατά του παγώματος ομοσπονδιακών χρηματοδοτήσεων και επιδοτήσεων άνω των 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, καταγγέλλοντας πολιτικές παρεμβάσεις και απορρίπτοντας τις αξιώσεις της κυβέρνησής του. Ο ίδιος ο Τραμπ επιδιώκει να αποκτήσουν οι ομοσπονδιακές αρχές μεγαλύτερο έλεγχο στις διαδικασίες εγγραφών φοιτητών, στις προσλήψεις διδακτικού προσωπικού και στον σχεδιασμό των προγραμμάτων σπουδών, απαιτώντας πρακτικά κρατική παρέμβαση στον πυρήνα της πανεπιστημιακής αυτονομίας.
Η διαμάχη κορυφώνεται σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Ο Τραμπ, ένθερμος υποστηρικτής του Ισραήλ, κατηγορεί το Χάρβαρντ και άλλα κορυφαία πανεπιστήμια όπως το Κολούμπια για ανοχή στον αντισημιτισμό, υποστηρίζοντας ότι δεν αντιμετώπισαν επαρκώς φαινόμενα μίσους κατά τη διάρκεια φοιτητικών διαμαρτυριών ενάντια στον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας. Οι διοικήσεις των πανεπιστημίων αρνούνται κατηγορηματικά αυτές τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας ότι προασπίζουν την ελευθερία του λόγου και τη δημοκρατική έκφραση.
Σε επιστολή του προς αποφοίτους του Χάρβαρντ, την οποία αποκάλυψε το Γαλλικό Πρακτορείο, ο Άλαν Γκάρμπερ αναφέρεται σε μια «μακρά και υπαρξιακή μάχη» για το μέλλον του πανεπιστημίου, απευθύνοντας ταυτόχρονα έκκληση για οικονομική στήριξη. Ο Ντόναλντ Τραμπ, από την πλευρά του, έχει φτάσει στο σημείο να αποκαλεί το Χάρβαρντ «αντισημιτικό θεσμό της άκρας αριστεράς» και «απειλή για τη δημοκρατία», δίνοντας έτσι έναν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα στη σύγκρουση.
Η ρήξη αυτή αποκαλύπτει το βάθος της ιδεολογικής αντιπαράθεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ της συντηρητικής εξουσίας και των πανεπιστημιακών θεσμών, μετατρέποντας τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης σε πεδίο πολιτικής μάχης.