breaking newsΆποψηΔιεθνή

Όταν οι κυβερνήσεις μετατρέπουν την κρίση σε καταστροφή

Το 2020, ένας αόρατος εχθρός εμφανίστηκε και άλλαξε τον κόσμο. Ο κορωνοϊός ήταν θεωρητικά μια υπαρκτή απειλή για την υγεία, αλλά η απάντηση των περισσότερων κυβερνήσεων ξεπέρασε κατά πολύ τα όρια της υγειονομικής διαχείρισης.

Αντί να υιοθετηθούν στοχευμένα και ισορροπημένα μέτρα, εφαρμόστηκαν μαζικοί, καθολικοί περιορισμοί, που σύντομα εξελίχθηκαν σε ένα παγκόσμιο πείραμα κρατικού ελέγχου: lockdown χωρίς τέλος, απαγορεύσεις κυκλοφορίας, κλείσιμο σχολείων, εκκλησιών και επιχειρήσεων, επιβολή μάσκας, εμβολιασμών και ατομικής παρακολούθησης.

Οι φωνές που διαφώνησαν δεν αντιμετωπίστηκαν με διάλογο αλλά με φίμωση, διασυρμό ή αποκλεισμό. Όλα έγιναν υποτίθεται στο όνομα της δημόσιας υγείας, όμως οι συνέπειες των πολιτικών αυτών αποδείχτηκαν μακροπρόθεσμα πιο τοξικές από τον ίδιο τον ιό.

Η διαχείριση της κρίσης αυτής θυμίζει εντυπωσιακά ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της ευρωπαϊκής ιστορίας: τον Μεγάλο Λιμό της Ιρλανδίας, από το 1845 έως το 1852. Τότε, η βασική τροφή των Ιρλανδών, η πατάτα, προσβλήθηκε από έναν μύκητα που κατέστρεψε τη σοδειά. Η καταστροφή ήταν αδιαμφισβήτητη. Αλλά ο μαζικός θάνατος που ακολούθησε δεν οφειλόταν μόνο στην ασθένεια της πατάτας, όπως και στον 21ο αιώνα η μαζική κοινωνική φθορά δεν οφειλόταν μόνο στον ιό. Στην Ιρλανδία, η βρετανική κυβέρνηση, που είχε την πολιτική ευθύνη για το νησί, συνέχισε να επιτρέπει τις εξαγωγές τροφίμων – κρέας, δημητριακά, βούτυρο – προς την Αγγλία, ενώ ο τοπικός πληθυσμός πέθαινε από την πείνα. Αντί να σταματήσουν οι εξαγωγές, αντί να ανοίξουν οι αποθήκες, αντί να παρασχεθεί γενναία και έγκαιρη βοήθεια, οι Ιρλανδοί αφέθηκαν στη μοίρα τους.

Η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς υπερίσχυσε της ανθρώπινης ανάγκης. Οι Βρετανοί δεν ήθελαν να διαταράξουν το εμπόριο, και προτιμούσαν να πεθάνουν οι Ιρλανδοί από το να «υπονομευθεί» η αγορά. Οι λίγες προσπάθειες παροχής βοήθειας ήταν ανεπαρκείς, με προϋποθέσεις που αποκλείαν όσους είχαν μεγαλύτερη ανάγκη.

Αντί για ένα σχέδιο στήριξης, υπήρξε μια σειρά σκληρών, απάνθρωπων πολιτικών: εκκαθαρίσεις αγροτικών περιοχών, εξώσεις από γη και σπίτια, εξαναγκαστική μετανάστευση, εργασία υπό όρους εξευτελισμού. Ένα εκατομμύριο άνθρωποι πέθαναν. Άλλο ένα εκατομμύριο έφυγαν από την πατρίδα τους. Το κράτος, με τη σιωπή του ή την αδιαφορία του, μετατράπηκε από θεσμός προστασίας σε εργαλείο εξόντωσης.

Αντιστοίχως, το 2020, οι κυβερνήσεις αντιμετώπισαν μια νέα απειλή και υιοθέτησαν πολιτικές που, αντί να προστατεύσουν τους ευάλωτους, επιβάρυναν το σύνολο της κοινωνίας με απαγορεύσεις γενικής εφαρμογής. Οι επιπτώσεις αυτών των αποφάσεων ήταν καταλυτικές: η οικονομία πάγωσε, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταστράφηκαν, η ψυχική υγεία επιδεινώθηκε, η εκπαίδευση διαλύθηκε, η θρησκευτική και κοινωνική ζωή αποκόπηκε, η φωνή της διαφωνίας φιμώθηκε.

Όλα έγιναν με τη σφραγίδα της επιστήμης, χωρίς όμως ουσιαστική επιστημονική συναίνεση για τη μαζική εφαρμογή τέτοιων πολιτικών. Αντιθέτως, επιστήμονες που πρότειναν εναλλακτικά σενάρια – στοχευμένη προστασία, διατήρηση κοινωνικών λειτουργιών, εμπιστοσύνη στον πολίτη – αντιμετωπίστηκαν ως επικίνδυνοι. Η απόλυτη συμμόρφωση έγινε προϋπόθεση κοινωνικής αποδοχής.

Σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα ωφέλησαν κυρίως εκείνους που μπορούσαν να τα αντέξουν: τους πλούσιους, τους πολιτικά διασυνδεμένους, εκείνους που μπορούσαν να δουλέψουν από το σπίτι ή να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία. Οι φτωχότεροι, οι εργαζόμενοι πρώτης γραμμής, οι γονείς μονογονεϊκών οικογενειών, οι ηλικιωμένοι σε απομόνωση, ήταν αυτοί που πλήρωσαν το τίμημα. Η κοινωνική ανισότητα οξύνθηκε, ενώ η προσωπική αυτονομία εκφυλίστηκε σε επιβράβευση των υπάκουων. Όσοι δεν δέχονταν να συμμορφωθούν αντιμετωπίζονταν ως απειλή για το σύνολο.

Οι αποφάσεις των κυβερνήσεων δεν έσωσαν απαραιτήτως περισσότερες ζωές, αλλά δημιούργησαν μια νέα τάξη πραγμάτων, όπου η ελευθερία έγινε πολυτέλεια.

Ακριβώς όπως στην Ιρλανδία του 19ου αιώνα, έτσι και στην πανδημία του 21ου, οι αρχές επέλεξαν να δώσουν προτεραιότητα στον έλεγχο, στην ιδεολογική καθαρότητα και στη διατήρηση της υπάρχουσας ισορροπίας εξουσίας, αντί για την ανθρώπινη ζωή και την κοινή λογική. Και στις δύο περιπτώσεις, η κρίση δεν αντιμετωπίστηκε ως ευκαιρία αλληλεγγύης, αλλά ως πρόσχημα για πειθαρχία. Η καταστολή παρουσιάστηκε ως φροντίδα. Η επιτήρηση βαφτίστηκε προστασία. Οι απώλειες έγιναν «παράπλευρες», χωρίς απόδοση ευθυνών.

Το πιο τραγικό είναι πως και οι δύο καταστροφές ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτρέψιμες. Στην Ιρλανδία, αν είχαν σταματήσει οι εξαγωγές, αν είχε διανεμηθεί η διαθέσιμη τροφή, αν είχε υπάρξει έγκαιρη δράση, ο λιμός θα μπορούσε να είχε περιοριστεί. Αντίστοιχα, το 2020, οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να έχουν προστατεύσει τους ευάλωτους χωρίς να καταστρέψουν τις ζωές των πολλών. Υπήρξαν παραδείγματα χωρών που επέλεξαν ήπια μέτρα, που κράτησαν τα σχολεία ανοιχτά, που εμπιστεύτηκαν τους πολίτες – και δεν υπέστησαν χειρότερες συνέπειες.

Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, αλλά οι μηχανισμοί εξουσίας τείνουν να δρουν με την ίδια λογική όταν βρίσκονται μπροστά στην κρίση: να διατηρήσουν τον έλεγχο με κάθε κόστος. Αυτό που απομένει στην κοινωνία είναι η μνήμη και η ευθύνη. Να μην ξεχάσουμε ποιοι αποφάσισαν τι, ποιοι ωφελήθηκαν, ποιοι υπέφεραν, και ποιο ήταν το πραγματικό τίμημα της πειθαρχίας. Ο Μεγάλος Λιμός δεν ήταν αναπόφευκτος, ούτε και η κατάρρευση του κοινωνικού ιστού στη διάρκεια του Covid. Και στις δύο περιπτώσεις, η τραγωδία ξεκίνησε με έναν ιό – φυσικό ή φυτικό – αλλά έγινε καταστροφή εξαιτίας των ανθρώπινων αποφάσεων. Γιατί τελικά, η ιστορία διδάσκει κάτι απλό: όταν το κράτος βλέπει τον πολίτη όχι ως ελεύθερο άνθρωπο αλλά ως υπήκοο, ο κίνδυνος δεν είναι μόνο η ασθένεια ή η πείνα — είναι η ίδια η απώλεια της ελευθερίας.

Σήμερα, στην Ελλάδα, βλέπουμε μια παρόμοια λογική να επαναλαμβάνεται με αφορμή την «ευλογιά των προβάτων». Μια νόσος που πλήττει ένα μόνο ζώο μέσα σε ένα κοπάδι, χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για να σφάζονται ολόκληρα κοπάδια αμνοεριφίων.

Αυτή η υπερβολική και άκαμπτη αντιμετώπιση δεν βασίζεται σε πραγματική επιστημονική αναγκαιότητα, αλλά φαίνεται να λειτουργεί ως μέσο ελέγχου και επιβολής, στερώντας τη βιωσιμότητα από τους κτηνοτρόφους και επιδεινώνοντας την αγροτική κρίση. Είναι μια ακόμη ένδειξη πως, παρά την ιστορική εμπειρία και τις προειδοποιήσεις, η λογική του κρατικού αυταρχισμού και της καταστροφικής διαχείρισης συνεχίζει να επανέρχεται, θυσιάζοντας το κοινό καλό στο βωμό της γραφειοκρατίας και της αυθεντίας.

Αυτή η επανάληψη του παρελθόντος μας καλεί να παραμείνουμε σε εγρήγορση και να απαιτήσουμε να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα με σοβαρότητα, λογική και σεβασμό στην ελευθερία και την αξιοπρέπεια όλων.

primenews

Back to top button