Αν ξέραμε ποιος είναι ο στόχος, ίσως να γινόμαστε περισσότερο σοφοί και λιγότερο επιφυλακτικοί. Αν υπάρχει δηλαδή στόχος, γιατί μπορεί και να πορευόμαστε ξανά στα κουτουρού, το έχουμε ξανακάνει άπειρες φορές κα φάγαμε τα μούτρα μας. Και, τώρα, δεν γίναμε ξαφνικά όλοι ποιητές για να μας συνεπαίρνουν οι ρομαντικοί περίπατοι ανάμεσα στις ορδές του Αττίλα.
Το λέω έτσι για να είναι πιο κοντά στον ρεαλισμό.
Διότι, οι ορδές του Αττίλα είναι εδώ και δεν συγκινούνται από τα μηνύματα ειρήνης των Κυπρίων.
Λοιπόν, αν ο στόχος της συγκινητικής ατμόσφαιρας των ημερών είναι να ελευθερωθεί η χώρα μας, ας προσέξουμε και λίγο τις συνέπειες όσων πράττουμε μέσα στον ενθουσιασμό. Να μην μας μείνει στο τέλος η ατμόσφαιρα ειρήνης και να μην πείθουμε ούτε τους εαυτούς μας ότι έχουμε πρόβλημα κατοχής. Στέλνουν μηνύματα ειρήνης, μας λένε, και μας ζητούν να χειροκροτούμε όλοι με ενθουσιασμό. Αλλά, μήπως, είχαμε καμιά αμφιβολία ότι ο Αναστασιάδης και ο Ακιντζί θέλουν ειρήνη και λύση και συμβιβασμό;
Κι ότι υπάρχουν ποιητές και στις δύο κοινότητες, που πονούν και γράφουν για τα λάθη ή και τα εγκλήματα και των δύο πλευρών; Κι ότι μπορούν οι καλλιτέχνες μας να δίνουν παραστάσεις με μηνύματα ειρήνης; «Τα χώματά σου ποτίστηκαν με αίμα, για σκοπούς ακατανόητους», έγραψε η Faize Özdemirciler και οι στίχοι της έγιναν θεατρική παράσταση και συγκίνησαν και χειροκροτήθηκαν και η Λεμεσός έγινε μάρτυρας της βούλησης του λαού μας και των ηγετών μας να βρούμε επιτέλους μια λύση, να αφήσουμε πίσω μας τους σκοτωμούς και το μίσος του πολέμου, που μας έκανε κομμάτια. Του λαού μας, λέω.
Αλλά, όταν μετά την ποίηση θα δούμε από κοντά το πρόβλημα, πρέπει να μετρηθούμε.
Πόσοι πιστεύουν ότι στην Κύπρο υπάρχει ένας λαός και πόσοι ότι υπάρχουν δυο λαοί, που πρέπει να ζουν πλάι – πλάι; Πόσοι ότι η τουρκική παρουσία είναι ξένη κατοχή και πόσοι ότι είναι ειρηνευτική δύναμη; Κι όχι για να χαλάσουμε το θετικό κλίμα και να πάψουμε να ονειρευόμαστε τη λύση (εξάλλου, τι άλλο μας έμεινε;) αλλά για να προσέχουμε τα βήματα μας να μην πέσουν στα ναρκοπέδια της ξένης κατοχής και να μην ξέρουμε προς τα πού να πορευτούμε για να ξεφύγουμε. Γιατί κι αλλού έδωσαν κοινωνικές μάχες για τη συμφιλίωση: η Γαλλία κι η Γερμανία, η Ελλάδα κι η Ιταλία, η Βρετανία κι η Ιρλανδία, οι λευκοί και οι μαύροι της Νότιας Αφρικής.
Αλλά, αφού είχαν καθαρίσει πια τα ναρκοπέδια, αφού είχαν αποσυρθεί από τη μέση οι στρατοί που τους χώριζαν, αφού είχαν απολογηθεί όσοι έκαναν τα εγκλήματα.
Όταν, δηλαδή, ανακάλυψαν όλοι ότι ο μόνος δρόμος ειρήνης είναι αυτός που περνά από τον σεβασμό και την ανεξαρτησία των λαών. «Μείναμε δίχως γιορτή στην ίδια μας την πατρίδα», γράφει η Faize Özdemirciler.