Η απόφαση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να συμπεριλάβει στο πολυνομοσχέδιο την αύξηση της φορολογίας για τις μικρές ελληνικές ζυθοποιίες ευνοεί προκλητικά τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες που ελέγχουν το 80% με 85% της αγοράς.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η «αριστερή» στα λόγια, αλλά μνημονιακή στην πράξη, κυβέρνηση Τσίπρα ευνοεί τις πολυεθνικές, που υποτίθεται ότι θα πολεμούσε, προκειμένου να έχουν θέση στην εγχώρια αγορά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Το άνοιγμα των φαρμακείων με μοναδική προϋπόθεση ίδρυσης το 20% των μετοχών να ελέγχεται από πτυχιούχο φαρμακοποιό είναι ένα μέτρο κομμένο και ραμμένο στους μεγάλους ξένους ομίλους, που θα μπορέσουν να εισέλθουν στην ελληνική αγορά δημιουργώντας τις δικές τους αλυσίδες. Τώρα θα κατάλαβε πολύ καλά ο πρόεδρος των φαρμακοποιών, κ. Κ. Λουράντος, ότι όταν τον Ιούνιο του 2014 έλεγε ότι τα φαρμακεία θα τα μετατρέψει σε προεκλογικά κέντρα του ΣΥΡΙΖΑ για τις ευρωεκλογές, ότι τελικά ο κ. Τσίπρας ξεπερνώντας ακόμη και τις πιο «νεοφιλελεύθερες» πρακτικές του ΟΟΣΑ κάνει το χατίρι των πολυεθνικών ομίλων.
Στην περίπτωση των ελληνικών ζυθοποιείων η αύξηση του φόρου θα εξοντώσει μονάδες, οι οποίες κόντρα στο σύστημα διανομής που ελέγχουν οι μεγάλοι «παίκτες» κατάφεραν να βρουν θέση στην αγορά και να μπουν στις προτιμήσεις των ελλήνων καταναλωτών. Οι μικροζυθοποιίες είναι ένας δυναμικός κλάδος της εθνικής οικονομίας με εξαγωγικές τάσεις, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί παραγωγικές μονάδες και θέσεις εργασίας σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας όπως στη Θράκη ή στα νησιά του Αιγαίου.
Η φορολόγησή των μικρών εταιριών από την κυβέρνηση Τσίπρα ουσιαστικά τις οδηγεί σε αφανισμό ή σε παράδοση άνευ όρων στους ξένους ομίλους. Η απόφαση για το συγκεκριμένο μέτρο δεν εξηγείται παρά μόνο ως «εξαργύρωση συμβολαίου» καθώς τα συμφέροντα είναι μεγάλα και συγκεκριμένα.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη με τη φορολόγηση των μονάδων απόσταξης τσίπουρου, που επίσης έχουν κερδίσει θέση στην αγορά και δέχονται νέα βάρη ενώ ανοίγει πλήρως και η αγορά γάλακτος.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αντί να στηρίξει τους μικρούς παραγωγούς, τους στέλνει την εφορία με φουσκωμένα ειδοποιητήρια, εξυπηρετώντας τα «ντόπια και ξένα μονοπώλια» για να χρησιμοποιήσουμε και μία έκφραση της Αριστεράς, που έχει ξεχάσει ο κ. Τσίπρας.
Ο θρασύς Τσακαλώτος
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος προκαλεί την αντιπολίτευση από τα έδρανα της Βουλής με θρασύτητα, που δεν μοιάζει καθόλου με τη φοβισμένη όψη που είχε στα Eurogroup, όταν αντικατέστησε τον Βαρουφάκη. Το Σάββατο ο Ευκλείδης υπερασπίσθηκε τον «Γιάνη» στο νομοσχέδιο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, το λογαριασμό του οποίου τον πληρώνουν οι Ελληνες φορολογούμενοι και όχι ο κ. Βαρουφάκης. Ας είναι λίγο πιο σεμνός ο κ. Τσακαλώτος, τη «μαγκιά» έπρεπε να την πουλήσει στην τρόικα το καλοκαίρι, όταν μέσα σε 48 ώρες υπέγραψε ό,τι του έφεραν. Και με την ευκαιρία, αφού μιλάμε για τράπεζες, ας επιστρέψει τις καταθέσεις τους στην Ελλάδα, ως ελάχιστη ένδειξη εμπιστοσύνης.
Ο σοφός Δραγασάκης
Ο Γιάννης Δραγασάκης θεωρείται από τους σοβαρότερους πολιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ, όμως προκειμένου να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα διολισθαίνει σε λαϊκισμούς της κακιάς ώρας. Η επισήμανσή του από το βήμα της Βουλής ότι εκτός από τις συστημικές τράπεζες πρέπει να αναπτυχθεί ένα «παράλληλο τραπεζικό σύστημα», από συνεταιριστικούς ομίλους και την Αττικής, που δεν θα ελέγχονται από την ΕΚΤ, είναι μνημείο λαϊκισμού. Ολοι ξέρουν ότι τα κλειδιά της πιστωτικής αγοράς, και κατ’ επέκταση συνολικά της οικονομίας, έχουν παραδοθεί στη Φρανκφούρτη. Ζωή εκτός ΕΚΤ δεν υπάρχει για καμία ελληνική τράπεζα, ενώ διοικήσεις και επιτροπές χορήγησης δανείων εγκρίνονται μόνο από τον Ντράγκι. Οι «φιλοσοφίες» περί παράλληλου συστήματος είναι αστείες, όσο και το παράλληλο νόμισμα του Βαρουφάκη.