breaking newsΕλλάδα

Ζήτημα νομιμότητας θέτει η Μόσχα για τις «Πρέσπες»: «Έρχονται πολλά προβλήματα με την Συμφωνία» – «Υπήρχαν εξωτερικές πιέσεις»

 

Προνομιακό εταίρο για τη Ρωσία, χαρακτήρισε την Ελλάδα ο Ρώσος πρέσβης στην ΕΕ, Βλαντιμίρ Τσίζοφ, υπενθυμίζοντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τους «παλιούς δεσμούς φιλίας» και τα «κοινά κεφάλαια ιστορίας και πνευματικής συγγένειας» μεταξύ των δύο χωρών.

 

Επισήμανε μάλιστα «ότι δεν υπάρχουν πραγματικά ανυπέρβλητα εμπόδια που θα εμπόδιζαν την πρόοδο στις σχέσεις μας» και διαμήνυσε πως «σήμερα είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας».

Επίσης, υπογράμμισε τον γεωστρατηγικό ρόλο της Ελλάδας, χαρακτηρίζοντάς την «ως ένα σημαντικό εταίρο στη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια».

Στην κατεύθυνση αυτή, ο Ρώσος διπλωμάτης υπογράμμισε πως η Ελλάδα ήταν πάντα ένας σημαντικός εταίρος της Ρωσίας στον ενεργειακό τομέα και επισήμανε πως μετά τις συνομιλίες με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα τον Δεκέμβριο του 2018, ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι η ρωσική πλευρά είναι έτοιμη να προχωρήσει σε σημαντικά έργα ενεργειακής υποδομής με την Ελλάδα, που αφορά επίσης και τη δυνατότητα σύνδεσης της Νότιας Ευρώπης μέσω της Ελλάδας με τον Turkish Stream.

«Η ρωσική πλευρά πιστεύει ότι ένα τέτοιο πρότζεκτ είναι πολύ πιθανό και ρεαλιστικό, αλλά χρειαζόμαστε ισχυρές νομικές εγγυήσεις από τις Βρυξέλλες. Φυσικά, οι οικονομικοί παράγοντες πρέπει να πειστούν ότι μια τέτοια διαδρομή εφοδιασμού είναι εφικτή, συμπλήρωσε.

Αναφερόμενος στη Συμφωνία των Πρεσπών σχολίασε μεταξύ άλλων:

«Δυστυχώς, αντί να επιλυθεί ένα παλιό πρόβλημα, η Συμφωνία Πρεσπών μπορεί να δημιουργήσει πολλά νέα. Το θέμα είναι ότι, προωθώντας τη Συμφωνία των Πρεσπών, οι δυτικοί συνάδελφοί μας δεν καθοδηγήθηκαν από την επιθυμία να βοηθήσουν στην επίλυση ενός παραμελημένου περιφερειακού προβλήματος. Επιδίωξαν έναν εντελώς διαφορετικό στόχο, δηλαδή την ενσωμάτωση μιας ακόμη βαλκανικής χώρας στο ΝΑΤΟ όσο το δυνατόν συντομότερα και με κάθε τίμημα, συμπεριλαμβανομένου του εκβιασμού και της δωροδοκίας».

Στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, στο περιθώριο του 4ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο Βλαντιμίρ Τσίζοφ αναφερόμενος στα Βαλκάνια ανέδειξε τη σημασία που αποδίδει η Ρωσία στην περιοχή. Παράλληλα, εκτίμησε πως η σημερινή κατάσταση σε αυτό το τμήμα της Ευρώπης δεν μπορεί να θεωρηθεί εξ ολοκλήρου σταθερή και προβλέψιμη. Εξέφρασε την άποψη πως μια από τις πηγές των εντάσεων στα Βαλκάνια είναι η αυξημένη δραστηριότητα του ΝΑΤΟ, «που έχει εμμονή με την ιδέα να μεταφέρει στο στρατόπεδό του ολόκληρη την περιφέρεια χωρίς να λάβει υπόψη τη γνώμη των λαών της», όπως σημείωσε, ενώ σε άλλο σημείο χαρακτήρισε την Βορειοατλαντική Συμμαχία «απαρχαιωμένη οργάνωση» και «κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου».

Όσον αφορά την ευρωπαϊκή ενταξιακή προοπτική των βαλκανικών χωρών, ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ρωσίας στην ΕΕ είπε πως «δεν ήταν ποτέ ζήτημα για τη Ρωσία» και σημείωσε πως τα Βαλκάνια δεν πρέπει να αποτελούν περιοχή αντιπαράθεσης, αλλά μια πλατφόρμα για την καθιέρωση αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της δομής Ρωσίας- ΕΕ.

Διατύπωσε επίσης την άποψη πως οι κυρώσεις που έχει επιβάλει η ΕΕ κατά της Ρωσίας δηλητηριάζουν τις σχέσεις τους, επισημαίνοντας πως η ΕΕ παραμένει ο κορυφαίος εμπορικός εταίρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Τέλος, επανέλαβε την πάγια δέσμευση της Ρωσίας για μια συνολική, δίκαιη, σταθερή και βιώσιμη διευθέτηση του Κυπριακού, ως αποτέλεσμα των συνομιλιών στο πλαίσιο των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

 

Ακολουθεί η συνέντευξη του Ρώσου πρέσβη στην ΕΕ, Βλαντιμίρ Τσίζοφ, στον Δημήτρη Μάνωλη για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Η ΕΕ επεκτείνει τις οικονομικές της κυρώσεις στη Ρωσία. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το πλαίσιο, πιστεύετε ότι μπορούν οι σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας να βελτιωθούν και πώς;

Δύσκολα κάποιος θα μπορούσε να χαρακτηρίσει τις σχέσεις Ρωσίας-ΕΕ σήμερα ως ομαλές, και ο πιο αφύσικος παράγοντας που τους δηλητηριάζει είναι βέβαια οι περιβόητες κυρώσεις που έχει επιβάλει η ΕΕ κατά της Ρωσίας. Πρέπει επίσης να εκφράσουμε τη λύπη μας για το γεγονός ότι η εντυπωσιακή αρχιτεκτονική των διάφορων μορφών διαλόγου, που χτίστηκε μέσω της έντονης κοινής προσπάθειας των δύο πλευρών, υφίσταται ζημία με πρωτοβουλία των Βρυξελλών. Η ΕΕ επέλεξε να συνδέσει την εξομάλυνση των σχέσεών μας με την εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ, οι οποίες παραβιάζονται, όπως όλοι γνωρίζουν μέχρι τώρα, από τις ουκρανικές αρχές.

Παρόλα αυτά, φαίνεται ότι οι πιο διορατικές χώρες-μέλη της ΕΕ -συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας- σταδιακά ανακαλύπτουν εκ νέου την αξία της πραγματιστικής συνεργασίας με τη χώρα μας. Κάποιες από τις πτυχές του πολιτικού διαλόγου που είχαν ανασταλεί στο παρελθόν, επανέρχονται στη ζωή. Και αυτό είναι φυσικό. Ως στενοί γείτονες, οι χώρες μας δεν απολαμβάνουν μόνο τα οφέλη της οικονομικής αλληλεξάρτησης, αλλά αντιμετωπίζουν επίσης κοινές ή παρόμοιες προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος και των κινδύνων διάδοσης πυρηνικών όπλων.

Αξιολογώντας την κατάσταση των σχέσεων Ρωσίας- ΕΕ, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει ο υπαριθμόν ένας εμπορικός εταίρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ αντιπροσωπεύουν σήμερα το 42,7% των συνολικών ρωσικών συναλλαγών. Η Ρωσία, με τη σειρά της, κατέχει την τέταρτη θέση μεταξύ των κορυφαίων εμπορικών εταίρων της ΕΕ (μετά τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ελβετία), κατέχει πρωτοποριακό ρόλο στον κατάλογο των προμηθευτών φυσικού αερίου της και είναι σημαντικός εξαγωγέας αργού πετρελαίου στην ΕΕ.

Η μείωση του διμερούς εμπορίου που παρατηρήθηκε το 2013-2016 έχει τελειώσει και από το 2017 ο ρυθμός των συναλλαγών της Ρωσίας-ΕΕ άρχισε να ανακάμπτει γρήγορα. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των ρωσικών τελωνείων, το 2018 ανερχόταν περίπου στα 259 δισ. ευρώ, που είναι σχεδόν 20% μεγαλύτερο από το 2017. Αυτό σημαίνει ότι η θετική τάση του 2017 εδραιώθηκε το 2018.

Το ρωσικό εμπόριο με την Ελλάδα αυξήθηκε επίσης το 2018 κατά 19% και ανήλθε στα 3,78 δισ. ευρώ, κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν είναι και πάρα πολύ. Οι εξαγωγές μας αυξήθηκαν κατά 19,1% και οι ελληνικές εξαγωγές στη Ρωσία, σύμφωνα με τα πρόσφατα στατιστικά στοιχεία των τελωνείων μας, αυξήθηκαν κατά 15,3%. Οι αναλυτές μας μιλούν για τεράστιες δυνατότητες σε ό,τι αφορά την περαιτέρω αύξηση των αγαθών τόσο στις ρωσικές όσο και στις ελληνικές αγορές τα επόμενα χρόνια.

Έτσι, μπορούμε να ελπίζουμε ότι τα αμοιβαία εμπορικά συμφέροντα θα δώσουν το έναυσμα για τη χαλάρωση των πολιτικών εντάσεων.

Πώς βλέπετε τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και τον ρόλο της Ρωσίας;

Η περιοχή των Βαλκανίων παραμένει παραδοσιακά μια σημαντική περιοχή για τη ρωσική εξωτερική πολιτική. Αυτό καθορίζεται από την κοινή ιστορία μας, τους ισχυρούς δεσμούς φιλίας με τους λαούς αυτού του τμήματος της Ευρώπης, τις κοινές σλαβικές ρίζες και την πολιτιστική και θρησκευτική συγγένεια με μερικούς από αυτούς, καθώς και από τη μακροχρόνια σταθερή συμμετοχή μας στις περιφερειακές διαδικασίες. Παρά το γεγονός αυτό, η Ρωσία -σε αντίθεση με ορισμένες δυτικές δυνάμεις και συμμαχίες- δεν επιδιώκει σε αποκλειστικά δικαιώματα εκεί, δεν υπαγορεύει καμία κατεύθυνση ανάπτυξης στις βαλκανικές χώρες, δεν επιβάλλει φίλους ή εχθρούς σε αυτές. Οι αδιαπραγμάτευτες προτεραιότητές μας είναι ο σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας, η ισχυρότερη ασφάλεια και σταθερότητα στην περιοχή, καθώς και η πρόληψη των εθνοτικών και θρησκευτικών συγκρούσεων. Είμαι πεπεισμένος ότι αυτή η πολιτική ανταποκρίνεται στα βασικά συμφέροντα όλων των λαών της περιοχής.

Φυσικά παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις στα Βαλκάνια. Σήμερα προχωρά η συνολική διαδικασία της μετα-πολεμικής εξομάλυνσης στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Ωστόσο, η σημερινή κατάσταση σε αυτό το τμήμα της Ευρώπης δεν μπορεί να θεωρηθεί εξ ολοκλήρου σταθερή και προβλέψιμη. Πιστεύουμε ότι μια από τις πηγές των εντάσεων στα Βαλκάνια είναι η αυξημένη δραστηριότητα του ΝΑΤΟ, που έχει εμμονή με την ιδέα να μεταφέρει στο «στρατόπεδό» του ολόκληρη την περιφέρεια χωρίς να λάβει υπόψη τη γνώμη των λαών της. Με αυτόν τον τρόπο στην πραγματικότητα παγιώνει τις διαχωριστικές γραμμές στην Ευρώπη και αποδυναμώνει την αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Τέτοιες ενέργειες δεν είναι προς το συμφέρον των ευρωπαϊκών εθνών. Αντίθετα, οι φιλοδοξίες των βαλκανικών χωρών να ενταχθούν στην ΕΕ δεν ήταν ποτέ ζήτημα για εμάς. Προχωρούμε από το γεγονός ότι τα Βαλκάνια δεν πρέπει να αποτελούν περιοχή αντιπαράθεσης, αλλά μια πλατφόρμα για την καθιέρωση αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της δομής Ρωσίας- ΕΕ.

Θα αναγνωρίσει η Ρωσία τη Βόρεια Μακεδονία με τη νέα συνταγματική της ονομασία; Επηρεάζει η Συμφωνία των Πρεσπών τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία;

Το κύριο ερώτημα είναι αν το «Βόρεια Μακεδονία» έχει πλήρη υποστήριξη στην ίδια τη χώρα- ή ακόμα και στην Ελλάδα. Εξάλλου, ρίξτε μια ματιά- σχεδόν δύο τρίτα του πληθυσμού εκείνης της χώρας μποϊκοτάρισε το δημοψήφισμα για τη συμφωνία των Πρεσπών στις 30 Σεπτεμβρίου του 2018, ψηφίζοντας, δηλαδή, με την απουσία τους κατά μιας συμφωνίας που επιβλήθηκε από το εξωτερικό. Φυσικά, δεν υπάρχει ζήτημα εάν θα έπρεπε να επιλυθεί μια παλιά διμερής διαφορά δεκαετιών-έπρεπε πριν από πολλά χρόνια, θα ήθελα να προσθέσω. Το πρόβλημα είναι πώς επιλύθηκε- αν πράγματι η συμφωνία Πρεσπών είναι η τελική λύση.

Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η συμφωνία ολοκληρώθηκε με σοβαρή παραβίαση των κανόνων του εσωτερικού και του διεθνούς δικαίου. Επομένως, δύσκολα μπορεί να είναι ένα κατάλληλο εργαλείο για την επίτευξη μιας δίκαιης, βιώσιμης και μακροπρόθεσμης λύσης στο πρόβλημα της ονομασίας της Μακεδονίας. Δυστυχώς, αντί να επιλυθεί ένα παλιό πρόβλημα, η Συμφωνία Πρεσπών μπορεί να δημιουργήσει πολλά νέα. Το θέμα είναι ότι, προωθώντας τη Συμφωνία των Πρεσπών, οι δυτικοί συνάδελφοί μας δεν καθοδηγήθηκαν από την επιθυμία να βοηθήσουν στην επίλυση ενός παραμελημένου περιφερειακού προβλήματος. Επιδίωξαν έναν εντελώς διαφορετικό στόχο, δηλαδή την ενσωμάτωση μιας ακόμη βαλκανικής χώρας στο ΝΑΤΟ όσο το δυνατόν συντομότερα και με κάθε τίμημα, συμπεριλαμβανομένου του εκβιασμού και της δωροδοκίας.

Όσον αφορά τις σχέσεις μας με την Ελλάδα, τη θεωρούμε ως έναν προνομιακό εταίρο με τον οποίο είμαστε ενωμένοι με παλιούς δεσμούς φιλίας, κοινά κεφάλαια ιστορίας και πνευματικής συγγένειας. Πέρυσι, εορτάσαμε την 190η επέτειο των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Ελλάδας και την 25η επέτειο της Συμφωνίας Φιλίας και Συνεργασίας. Παρόλα αυτά, το 2018 δεν ήταν εύκολο για τις ελληνορωσικές σχέσεις. Αλλά είμαστε πεπεισμένοι ότι δεν υπάρχουν πραγματικά ανυπέρβλητα εμπόδια που θα εμπόδιζαν την πρόοδο στις σχέσεις μας. Πάντα προσπαθούσαμε να οικοδομήσουμε διάλογο εταιρικής σχέσης βασισμένη στις αρχές της καλής γειτονίας, του σεβασμού και της αμοιβαίας συνεκτίμησης των συμφερόντων. Σήμερα είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας. Θεωρούμε την Ελλάδα ως ένα σημαντικό εταίρο στη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.

Ποια είναι η σημασία της Ελλάδας για τα ενεργειακά σχέδια της Ρωσίας; Παραμένει στο τραπέζι το ενδεχόμενο να διέλθει από την Ελλάδα ο αγωγός Turkish Stream;

Καταρχάς, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η Ελλάδα ήταν πάντα ένας σημαντικός εταίρος της Ρωσίας στον ενεργειακό τομέα. Η ΕΣΣΔ και στη συνέχεια η Ρωσία ήταν για δεκαετίες από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς πετρελαίου στην Ελλάδα. Και οι εξαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία χαρακτηρίζονταν πάντοτε από σταθερότητα και προβλεψιμότητα. Η συνεργασία μας στον τομέα του φυσικού αερίου εκτείνεται περισσότερα από 30 χρόνια και βασίζεται στη διμερή διακυβερνητική συμφωνία που υπεγράφη το 1987. Τα τελευταία χρόνια οι ετήσιες προμήθειες φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ελλάδα αυξάνονται σταθερά. Το 2017 ο όγκος ανήλθε στα 2,93 δισ. κυβικά μέτρα, μια αύξηση 9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Το 2018 αυξήθηκε περαιτέρω κατά περισσότερο από 13%.

Έπειτα από συνομιλίες με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα το Δεκέμβριο του 2018, ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι η ρωσική πλευρά είναι έτοιμη να προχωρήσει σε σημαντικά έργα ενεργειακής υποδομής με την Ελλάδα, που αφορά επίσης και τη δυνατότητα σύνδεσης της Νότιας Ευρώπης μέσω της Ελλάδας με τον Turkish Stream.

Θα ήθελα όμως να υπογραμμίσω ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τη βούληση των Ευρωπαίων εταίρων μας να συμμετάσχουν στον Turkish Stream, λαμβάνοντας υπόψη ότι το προηγούμενο πρότζεκτ South Stream ακυρώθηκε πριν από μερικά χρόνια μετά την πίεση της ΕΕ. Η ρωσική πλευρά πιστεύει ότι ένα τέτοιο πρότζεκτ είναι πολύ πιθανό και ρεαλιστικό, αλλά χρειαζόμαστε ισχυρές νομικές εγγυήσεις από τις Βρυξέλλες. Φυσικά, οι οικονομικοί παράγοντες πρέπει να πειστούν ότι μια τέτοια διαδρομή εφοδιασμού είναι εφικτή.

Η Ρωσία βλέπει το ΝΑΤΟ ως απειλή; Πώς αξιολογεί η Ρωσία το αναδυόμενο παγκόσμιο σύστημα ασφάλειας;

Απαντώντας στην ερώτησή σας πιστεύω ότι μπορώ να συμφωνήσω με μια εκτίμηση που έκανε ένας εντυπωσιακός ηγέτης πολύ πρόσφατα, λέγοντας ότι το ΝΑΤΟ είναι μια απαρχαιωμένη οργάνωση. Πράγματι, σήμερα, αυτό το κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου αναζητά απεγνωσμένα δικαιολογίες για τη δική του ύπαρξη και τον τεράστιο στρατιωτικό προϋπολογισμό που προσπαθεί να διατηρήσει και μάλιστα να αυξήσει. Είναι προφανές ότι, ελλείψει ενός «εχθρού», αυτοί οι στόχοι δεν μπορούν να εκπληρωθούν. Εξού και όλη αυτή η «δημιουργική μυθολογία» για τη Ρωσία, τις «απειλές και προκλήσεις» της έναντι των συμμάχων του ΝΑΤΟ. Στην πραγματικότητα, ήταν οι ενέργειες του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών που δηλητηρίασαν σημαντικά την ατμόσφαιρα στον τομέα της ασφάλειας στην ευρωπαϊκή ήπειρο και πέραν. Εκτός από τις παράνομες βομβιστικές επιδρομές εναντίον ενός κυρίαρχου κράτους -της Γιουγκοσλαβίας-, τα παραδείγματα των καταστρεπτικών δραστηριοτήτων της Συμμαχίας είναι πολυάριθμα και γνωστά. Σήμερα, το ΝΑΤΟ επιδιώκει μια πορεία ανάπτυξης των στρατιωτικών του δραστηριοτήτων και των δομών του κοντά στα ρωσικά σύνορα, προσπαθώντας να τραβήξει νέα μέλη στο στρατόπεδο του. Είναι σαφές ότι αυτό δεν μοιάζει με ειρηνική και φιλική πολιτική σε σχέση με τη χώρα μας. Πρόσφατο παράδειγμα των αρνητικών επιπτώσεων του ΝΑΤΟ σε ό,τι αφορά την ασφάλεια στην Ευρώπη εκδηλώθηκε στην «ενοποιημένη θέση» που υιοθέτησαν τα ευρωπαϊκά μέλη του για την υποστήριξη των αβάσιμων καταγγελιών των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας για μη συμμόρφωση με τη Συνθήκη INF. Ταυτόχρονα, οι ρωσικές ανησυχίες για τη μη συμμόρφωση των ΗΠΑ αγνοήθηκαν εντελώς. Αντί να ακολουθήσουν μια προσέγγιση του «έντιμου μεσολαβητή», οι σύμμαχοι, στην πραγματικότητα, έδωσαν «πράσινο φως» στην Ουάσιγκτον να αποχωρήσει από τη Συνθήκη, η διατήρηση της οποίας υπηρετεί τα ζωτικά τους συμφέροντα ασφαλείας.

Πιστεύετε ότι η απόσυρση των ΗΠΑ από την πυρηνική συνθήκη INF είναι τελική ή υπάρχει περιθώριο για διαπραγμάτευση μέχρι τον Ιούνιο; Πώς θα αντιδράσει η Ρωσία στην απόσυρση;

Έχουμε επανειλημμένα προτείνει να διεξαχθεί ένας εποικοδομητικός και επαγγελματικός διάλογος με τις ΗΠΑ με στόχο την εξεύρεση απαντήσεων στις αμοιβαίες μας ανησυχίες. Είμαστε ακόμα ανοικτοί σε αυτό. Επιπλέον, ως μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, η Ρωσία προχώρησε σε ένα χωρίς προηγούμενο βήμα, με την παρουσίαση του πυραύλου που οι Αμερικανοί ισχυρίζονται ότι παραβιάζει τη Συνθήκη INF, μια χειρονομία που υπερβαίνει κατά πολύ τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν. Παρεμπιπτόντως, οι Έλληνες διπλωμάτες μαζί με τους Βούλγαρους συναδέλφους τους ήταν μεταξύ εκείνων από τα κράτη του ΝΑΤΟ που παρακολούθησαν την εκδήλωση. Οι Αμερικανοί και άλλοι απλώς αρνήθηκαν να έρθουν.

Δυστυχώς, το γεγονός αυτό δεν προκαλεί καμία έκπληξη, λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων τον περασμένο Οκτώβριο. Πληροφορηθήκαμε λοιπόν ότι η απόφαση του Αμερικανικού προέδρου ήταν τελική και δεν προέβλεπε κανένα διάλογο. Όλες οι επακόλουθες ενέργειες από τις ΗΠΑ και η ενορχηστρωμένη «υποστήριξη» των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ απέδειξαν την έλλειψη ενδιαφέροντος για την Ουάσινγκτον να διατηρήσει τη Συνθήκη. Λοιπόν, αυτή είναι η επιλογή τους. Από την πλευρά της, η Ρωσία έκανε ό, τι είναι δυνατόν και ακόμη περισσότερο για να αποτρέψει την επιδείνωση της κατάστασης. Και, όπως είπε πρόσφατα ο Πρόεδρος Πούτιν, θα πρέπει να αντιδράσουμε με τρόπο που να αντικατοπτρίζει τις νέες απειλές για την ασφάλεια της χώρας.

Τι πιστεύετε σχετικά με τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης;

Αν μιλάτε για έναν ευρωπαϊκό στρατό, τότε αυτή η ιδέα δεν είναι πραγματικά νέα. Είναι σχεδόν 70 ετών και επαναλαμβάνεται τακτικά στη συζήτηση στην ΕΕ και μεταξύ των ηγετών των κρατών-μελών της, συχνά σε προεκλογικό πλαίσιο. Πρόσφατα, όπως γνωρίζετε, επανεμφανίστηκε από τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ. Μέχρι στιγμής, η ίδια η έννοια παραμένει αρκετά νεφελώδης, επομένως, από την άποψη αυτή, τα οποιαδήποτε σχόλια θα ήταν κάπως πρόωρα. Γενικά, η δημιουργία αυτού του είδους στρατιωτικής δυναμικής μπορεί να θεωρηθεί ως ένας παράγοντας που ενισχύει την πολυπολική παγκόσμια τάξη. Αλλά ταυτόχρονα, θα πρέπει να είναι σαφές σε όλους: οι πρωτοβουλίες αυτές δεν πρέπει να οδηγήσουν σε νέες διαχωριστικές γραμμές ή αύξηση της έντασης στον κοινό μας χώρο της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας.

Η στάση της Ρωσίας στο Κυπριακό παραμένει αταλάντευτη;

Παραμένουμε δεσμευμένοι σε μια συνολική, δίκαιη, σταθερή και βιώσιμη διευθέτηση του Κυπριακού. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι δύο κυπριακές κοινότητες πρέπει να έχουν τον τελικό λόγο σχετικά με τις διάφορες πτυχές της διευθέτησης, ως αποτέλεσμα των συνομιλιών στο πλαίσιο των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Πιστεύουμε ότι κάθε προσπάθεια επιβολής έτοιμων συνταγών και τεχνητών προθεσμιών είναι απαράδεκτη.

Ο ΟΗΕ πρέπει να βρίσκεται στην καρδιά των διεθνών προσπαθειών για την επίτευξη της διευθέτησης. Τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, που φέρουν ειδική ευθύνη για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, πρέπει να διαδραματίσουν έναν ενεργό ρόλο στην αναζήτηση μιας διευθέτησης και να είναι σε θέση να εγγυηθούν το αποτέλεσμα. Υποστηρίζουμε επίσης τη συνεχιζόμενη παρουσία της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο (UNFICYP), η οποία είναι επιφορτισμένη με σημαντικό σταθεροποιητικό ρόλο στο νησί.

Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι μπορούμε να ενισχύσουμε την ασφάλεια και τη σταθερότητα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και να διασφαλίσουμε την ειρήνη και την ευημερία των λαών της μόνο στη βάση του διεθνούς δικαίου, καθώς και τις αξίες του διαλόγου που βασίζεται στον αλληλοσεβασμό και της διπλωματίας.

 

 

.pentapostagma.

Back to top button