Aυξημένο είναι τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον της Τουρκίας στα Δυτικά Βαλκάνια. Δεν είναι, βεβαίως, τυχαίο το γεγονός πως η Άγκυρα επιχειρεί να παρασύρει την περιοχή στη δική της σφαίρα επιρροής με οικονομικά, πολιτισμικά και θρησκευτικά μέσα.
Για τον Ταγίπ Ερντογάν «το κλείδωμα» των Βαλκανίων είναι υψίστης σημασίας, καθώς αποτελεί για το όραμά του το γεωστρατηγικό σημείο «κλειδί» για αναβίωση της δικής του -τύπου οθωμανικής- αυτοκρατορίας.
Επιχειρεί, λοιπόν, με κάθε μέσο να πείσει τις ηγεσίες των δυτικών Βαλκανίων πως η πιο δυναμική επιλογή τους, εναλλακτικά της ΕΕ, είναι η Τουρκία. Όπως διαπιστώνει ο Γερμανός ειδικός σε θέματα Βαλκανίων του γερμανικού Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής, Ντούσαν Ρέλιτς, είναι αδιαμφισβήτητη η οθωμανική αρχιτεκτονική στις έξι χώρες των δυτικών Βαλκανίων, οι οποίες άλλωστε τελούσαν υπό οθωμανική κατοχή. Ο λόγος για τη Σερβία, το Μαυροβούνιο, τα Σκόπια, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κοσσυφοπέδιο και την Αλβανία. Ωστόσο ο Ταγίπ Ερντογάν, αν και καλός γνώστης της Ιστορίας, είναι εξίσου καλός στη διαστρέβλωση αυτής και την προς όφελός του παραχάραξη.
Με γνώμονα, λοιπόν, το καλό συμφέρον της Τουρκίας, επιχειρεί να πείσει τους λαούς της περιοχής πως εκτός από την κοινή ιστορία (του Οθωμανού κατακτητή και βαλκανικού υποτελούς), η περιοχή διασυνδέεται με την Τουρκία και λόγω θρησκείας.
Όπως εξηγεί ο κ. Ρέλιτς, «στην Τουρκία πιστεύουν ότι λόγω της Ιστορίας έχουν μια εθνοτική και θρησκευτική συγγένεια με ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες στα Βαλκάνια και θεωρούν τους εκεί μουσουλμάνους ομόδοξους, αδελφούς». Σημειώνει, ωστόσο, εμφαντικά πως οι καλοί γνώστες της Ιστορίας γνωρίζουν πως «υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των μουσουλμάνων στην Τουρκία και εκείνων στις βαλκανικές χώρες». Η λήθη ωστόσο είναι η τροφή της παραπληροφόρησης, λειτουργώντας όπως ακριβώς η γνώση που θρέφει τη μνήμη.
Σχεδιασμοί με βάθος χρόνου
Οι σχεδιασμοί της Τουρκίας για αναβίωση της «μοντέρνας» οθωμανικής αυτοκρατορίας τέθηκαν σε λειτουργία από την εποχή που ο Αχμέτ Νταβούτογλου ήταν Υπουργός Εξωτερικών και μάλιστα φαίνεται πως ήταν ο πρώτος πολιτικός που υιοθέτησε τις σχετικές εκθέσεις των στρατηγών των χερσαίων δυνάμεων και έπεισε τον Ταγίπ Ερντογάν για άμεση προσπάθεια υλοποίησης του στόχου.
Ο ίδιος, αρχικά ως Υπουργός Εξωτερικών και ακολούθως ως Πρωθυπουργός, τελειοποίησε τον εθνικό σχεδιασμό και, παρά την απομάκρυνσή του από την κυβέρνηση και την απόστασή του -σχεδόν αντιπαλότητα- με τον Ταγίπ Ερντογάν, το δικό του σχέδιο συνεχίζει να υλοποιείται.
Οι πυλώνες στα δυτικά Βαλκάνια
Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία προσπαθεί να ενισχύσει ολοένα και περισσότερο την οικονομική, πολιτική και θρησκευτική παρουσία της στα δυτικά Βαλκάνια. Στην Αλβανία έχει επενδύσει σε αεροπορικές και τηλεπικοινωνιακές εταιρείες, σε έργα υποδομών και τράπεζες, το παλαιότερο ιδιωτικό πανεπιστήμιο της χώρας βρίσκεται σε τουρκικά χέρια, ενώ ο Έντι Ράμα βλέπει στο πρόσωπο του Ταγίπ Ερντογάν έναν «στενό φίλο».
Στη χώρα δραστηριοποιούνται επίσης τουρκικές επιχειρήσεις στους τομείς τουρισμού, υγειονομικής περίθαλψης, εμπορίου και μεταφορών.
Ανάλογη είναι η τουρκική «διείσδυση» και στο Κοσσυφοπέδιο, όπου το αεροδρόμιο της Πρίστινα βρίσκεται στα χέρια ελεγχόμενης από το κόμμα του Ερντογάν εταιρείας, όπως εξάλλου και το δίκτυο ηλεκτροδότησης της χώρας. Εντός του Κοσσυφοπεδίου λειτουργεί, άλλωστε, η οργάνωση ΤΙΚΑ, η οποία χρηματοδοτείται απευθείας από την τουρκική κυβέρνηση και το Ίδρυμα Μααρίφ, τα οποία προωθούν την ισλαμιστική ιδεολογία και χρηματοδοτούν εκπαιδευτικές και κοινωνικές δραστηριότητες για τους μουσουλμάνους της περιοχής.
Στα Σκόπια, που η Τουρκία αναγνώρισε πρώτη ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» τη δεκαετία του 1990, το αεροδρόμιο διαχειρίζεται τουρκική επιχείρηση, ενώ η Άγκυρα καλλιεργεί στενούς δεσμούς με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπου πολιτιστικά κέντρα παραδίδουν μαθήματα τουρκικής γλώσσας δωρεάν, ενώ πολύ σημαντικές είναι και οι τουρκικές επενδύσεις σε τράπεζες και σε έργα υποδομών. Επιπρόσθετα έχει αναλάβει την εκπαίδευση ιμάμηδων, ενώ έχουν ανοίξει στο Σεράγεβο δύο τουρκικά πανεπιστήμια, τα οποία έχουν αποτελέσει αφορμή για τη μαζική εισροή Τούρκων φοιτητών και τουρκικής κουλτούρας.
Στη Σερβία η Τουρκία δηλώνει παρούσα στον ενεργειακό τομέα, ενώ αναβαθμίζει συνεχώς τις εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών. Επιπρόσθετα η Τουρκία, γνωρίζοντας τον σημαντικό ρόλο που εξακολουθεί να διαδραματίζει η θρησκεία στον λαό, έχει αναλάβει την επισκευή και ανοικοδόμηση τεμενών.
Οι τουρκικές επενδύσεις επεκτείνονται σε όλο το εύρος των Βαλκανίων, ακόμα και σε χώρες όπως η Κροατία, που όπως και η Σερβία είναι χριστιανικού πληθυσμού.
Σε όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις και επιπροσθέτως σε Ελλάδα και Κύπρο, με τις ευλογίες των ντόπιων Μέσων Ενημέρωσης, η Τουρκία διαμορφώνει την κοινή γνώμη περνώντας ισχυρά μηνύματα εξωτερικής πολιτικής με την προβολή σίριαλ ερωτικών ιστοριών από την εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Με λίγα λόγια, ο τουρκικός σχεδιασμός χρησιμοποιεί όλο το φάσμα επικοινωνιών για εγκαθίδρυση τουρκικής κουλτούρας. Η παιδεία, η οικονομία, η θρησκεία και ο πολιτισμός είναι οι βασικοί πυλώνες πάνω στους οποίους χτίζει το όραμα της νεο-οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Στόχος του Τούρκου Προέδρου, σύμφωνα με αναλυτές, είναι να δημιουργήσει μια νέα γενιά ισλαμιστών στην «καρδιά» της Ευρώπης.
Ανησυχεί η Ε.Ε., αδιαφορούν Ελλάδα και Κύπρος
Το μουσουλμανικό τόξο στα Βαλκάνια προκαλεί έντονες ανησυχίες στην ΕΕ, η οποία βιάζεται αφενός να εντάξει στους κόλπους της τις 6 χώρες των δυτικών Βαλκανίων, αφετέρου το γαλλικό βέτο απέδειξε πως η Ευρώπη δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια στην έλλειψη δημοκρατίας.
Σύμφωνα με το “Politico”, ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά πως το «να παίζεις το χαρτί του εθνικισμού και της θρησκείας έχει πολύ σημαντικότερες επιπτώσεις στα Βαλκάνια απ’ οπουδήποτε αλλού» και αυτό ακριβώς κάνει στο πλαίσιο μιας αναρχικού στυλ διακυβέρνησης.
Ελλάδα και Κύπρος μοιάζουν απούσες από την περιοχή, ωσάν να μην είναι οι πρώτες που επηρεάζονται από τα μεγαλεπήβολα σχέδια του τουρκικού παράγοντα.
Πέρα από μερικές λεκτικές -πολλά υποσχόμενες- αναφορές, ούτε καν η παρουσία ελληνικών και κυπριακών επιχειρήσεων δεν είναι αξιοσημείωτη στη Βαλκανική και αυτές που υπάρχουν αποτελούν προσωπική επιλογή των επιχειρηματιών και όχι αποτέλεσμα κινήτρων που έδωσαν οι κυβερνήσεις των δύο χωρών.
Η Ελλάδα δεν επιχείρησε καν να γίνει η ατμομηχανή των Βαλκανίων, δεν επιχείρησε καν σοβαρή και στρατηγική διείσδυση στα Βαλκάνια, με μόνη -και μόνιμη- δικαιολογία της ανυπαρξίας εθνικού σχεδιασμού την οικονομική κρίση, ωσάν οι δύο χώρες να ήταν ακυβέρνητες πριν από την εποχή της κρίσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της άβαθης πολιτικής που ακολουθεί η Ελλάδα το γεγονός πως στις χώρες όπου διατηρεί επιχειρήσεις προσλαμβάνει κυρίως ντόπιους και ελάχιστους Έλληνες που ζουν στη χώρα, δείχνοντας καλή συμμόρφωση στα θελήματα των κυβερνήσεων.
Το τουρκικό παράδειγμα κατά το οποίο οι τουρκικές εταιρείες προσλαμβάνουν σχεδόν αποκλειστικά τουρκόφωνους και μουσουλμάνους, διαδίδοντας τον τουρκικό πολιτισμό, δεν έχει θορυβήσει, δεν έχει προβληματίσει, δεν έχει τύχει καν ανάγνωσης από τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου.
Υπάρχει βέβαια η ειδοποιός διαφορά πως οι Τούρκοι επιχειρηματίες ενεργούν κατ’ εντολήν της ΜΙΤ και εκτός από τα δικά τους συμφέροντα υπηρετούν και αυτά της πατρίδας τους.
Ο Ερντογάν υπερεκτιμά τη γοητεία του
Σύμφωνα με το γερμανικό Spiegel, «στην πραγματικότητα ο Ερντογάν υπερεκτιμά τη γοητεία που ασκεί στα Βαλκάνια».
Όπως εξηγεί μιλώντας στο περιοδικό ο διευθυντής του Κέντρου Νοτιοανατολικών Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Karl Franzens του Γκρατς στην Αυστρία, Φλόριαν Μπίμπερ, οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως έναν χρήσιμο εταίρο «προκειμένου να προωθήσουν βραχυπρόθεσμα συμφέροντα έναντι δυτικών κρατών και να ασκήσουν πίεση προς την Ε.Ε».
Εκτιμά δε πως τα δυτικά Βαλκάνια δεν πρόκειται να στραφούν στην Τουρκία, έστω και αν η καθυστέρηση στην ενταξιακή διαδικασία τούς έχει προκαλέσει απογοήτευση.
της Μαρίνας Χατζηκώστα