breaking newsΔιεθνή

Οι ιδεοληπτικοί των ανοιχτών συνόρων και οι «μεταναστοπατέρες» ας ρίξουν μια ματιά στη Σουηδία

Αν τα πράγματα αφεθούν στην αντίληψη των ανοιχτών συνόρων τότε η Ελλάδα ως χώρα, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, δύσκολα θα αντικρίσει το δεύτερο μισό του 21ου αιώνα

Οι εξελίξεις στην Σουηδία, όπου σχεδιάζεται να κατέβει στους δρόμους ο στρατός έναντι της εγκληματικότητας που προέρχεται από τις συμμορίες μεταναστών, τα πλήθη που κατακλύζουν την Λαμπεντούζα, επαναφέρουν στην επικαιρότητα το μεταναστευτικό, το οποίο συνδέεται και με την ευρωπαϊκή ασφάλεια, εκτός από την ελληνική. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη, όταν η εγκληματικότητα στην Σουηδία έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις που πλέον χαρακτηρίζεται ως το “Μεξικό της Ευρώπης”, όπου μαίνεται ανοιχτός πόλεμος συμμοριών μεταναστών που στρατολογούν ακόμα και ανηλίκους.

του Κώστα Γρίβα

Αφήνοντας στην άκρη τους “μεταναστοπατέρες”, αξίζει να εστιάσουμε σε όσους καλοπροαίρετα αντιδρούν σε τέτοιες ανησυχίες. Το βασικό επιχείρημα που προβάλουν είναι ότι η αιτία για τη μαζική παράνομη μετανάστευση προς την Ευρώπη είναι η επιθετική πολιτική της Δύσης. Τόσο στο παρελθόν, δια της αποικιοκρατίας, όσο και σήμερα δια των στρατιωτικών επεμβάσεών της, έχει αποδομήσει πολλές χώρες, από τις οποίες έρχονται οι μετανάστες. Οι ευθύνες αυτές φυσικά υπάρχουν.

Όμως, η σημερινή αντίληψη περί “ανοιχτών συνόρων” αποτελεί ενιαίο μέγεθος με τις αντιλήψεις που προώθησαν την Αποικιοκρατία, ενώ οι επιθέσεις εναντίον του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας υποστηρίχθηκαν εν πολλοίς από τους “μεταναστοπατέρες”. Το επιχείρημα είναι γνωστό: σ’ αυτές τις χώρες κυβερνούσαν δικτάτορες και έπρεπε να επιβληθεί η “δημοκρατία” δια των όπλων!

Η ιμπεριαλιστική πολιτική της Δύσης, όμως, μπορεί μεν να ευθύνεται για πολλά, αλλά δεν ευθύνεται για τα πάντα. Μεγάλο κομμάτι των μεταναστευτικών κυμάτων προς την Ελλάδα και την Ευρώπη δεν προέρχεται καν από χώρες που σπαράσσονται από πολέμους. Επιπροσθέτως, πολλές εξ αυτών όχι μόνο δεν είναι αποδομημένες, αλλά και στο οικονομικό επίπεδο αναπτύσσονται ενίοτε και δυναμικά.

Πακιστάν και Αλγερία

Για παράδειγμα, το Πακιστάν, απ’ όπου προέρχεται σημαντικό μέρος των μεταναστευτικών ροών, είναι πυρηνική δύναμη με ανερχόμενες βιομηχανικές ικανότητες (μεταξύ των άλλων παράγει και δικά του μαχητικά αεροσκάφη), ενώ διεκδικεί ρόλο αυτόνομου δρώντα στο διαμορφούμενο πολυπολικό διεθνές σύστημα. Μια άλλη χώρα που εξάγει μετανάστες προς την Ελλάδα και την Ευρώπη είναι η Αλγερία, η οποία έχει τεράστιο πετρελαϊκό πλούτο και τα τελευταία χρόνια υλοποιεί ένα μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα, αγοράζοντας όπλα αξίας δεκάδων δισ. δολαρίων πρωτίστως από τη Ρωσία.

Σε αυτά περιλαμβάνονται συστήματα αεράμυνας S-400 και S-300, Pantsyr S1, υποβρύχια Kilo, μαχητικά αεροσκάφη Sukhoi Su-30 και άλλα. Αξίζει δε να αναφερθεί ότι τα οπλικά αυτά συστήματα δεν στοχεύουν να αντιμετωπίσουν κάποια άμεση απειλή για την εδαφική κυριαρχία της Αλγερίας, αλλά αποσκοπούν να την καταστήσουν περιφερειακή δύναμη στη Δυτική Μεσόγειο και τη Βόρειο Αφρική και ισχυρό δρώντα στο παγκόσμιο σύστημα.

Η πολιτική των “ανοιχτών συνόρων” ουσιαστικά διευκολύνει τις χώρες αυτές, αλλά και άλλες όπως η πλούσια σε πετρέλαια Νιγηρία, να “ξεφορτώνονται” το πληθυσμιακό τους πλεόνασμα, έτσι ώστε να έχουν περισσότερα λεφτά για να αγοράζουν και να παράγουν όπλα, να προωθούν ιμπεριαλιστικές πολιτικές και να διατηρούν ολοκληρωτικά και ανελεύθερα καθεστώτα στην εξουσία, χρησιμοποιώντας τη μετανάστευση προς την Ευρώπη σαν βαλβίδα εκτόνωσης της εσωτερικής δυσαρέσκειας. Και σ’ αυτό βρίσκουν πολύτιμους συμμάχους τους επαγγελματίες “μεταναστοπατέρες”.

Αμείλικτα δημογραφικά δεδομένα

Το καίριο ερώτημα, όμως, είναι πόσους ανθρώπους μπορεί να φιλοξενήσει, να απορροφήσει και να τους προσφέρει μια καλύτερη ζωή η Ευρώπη γενικώς και η Ελλάδα ειδικότερα. Το ερώτημα τίθεται ανεξαρτήτως από τα αίτια που ώθησαν και ωθούν αυτούς τους ανθρώπους να φύγουν από τις χώρες τους. Σε μια προσπάθεια λοιπόν να θέσουμε τη ζήτημα στις πραγματικές του διαστάσεις, ας ρίξουμε μια ματιά στα διεθνή δημογραφικά δεδομένα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Μπαγκλαντές, μια χώρα που επίσης εξάγει παράνομους μετανάστες σε Ελλάδα και Ευρώπη. Η ασιατική αυτή χώρα, λοιπόν, έχει έκταση όχι πολύ μεγαλύτερη της Ελλάδας, αλλά ο πληθυσμός της έχει ξεπεράσει τα 160 εκατομμύρια! Μια άλλη περίπτωση είναι η Νιγηρία, η οποία μέχρι το 2050 εκτιμάται ότι θα έχει πάνω από 400 εκατομμύρια κατοίκους. Από μόνες τους αυτές οι δύο χώρες μπορούν να κατακτήσουν πληθυσμιακά την Ευρώπη και να εξαφανίσουν τον ελληνικό λαό από το ιστορικό γίγνεσθαι αν αφεθούν να εξαγάγουν ανενόχλητες πληθυσμιακά κύματα, όπως επιβάλει η αντίληψη των “ανοιχτών συνόρων”.

Το θέμα, λοιπόν, είναι πρωτίστως ποσοτικό. Άρα, δεν τίθεται θέμα ρατσισμού, όσο διευρυμένη έννοια και αν δώσουμε σ’ αυτόν τον όρο. Εκτός και αν ως “ρατσισμός” θεωρείται η αγωνία για την ίδια την επιβίωση του ελληνικού έθνους. Γιατί ομιλούμε περί επιβίωσης. Όχι περί “φόβου ανάμειξης” κι όλα τα παρόμοια στερεοτυπικά αναθέματα που προβάλουν οι εγχώριοι και αλλοδαποί “μεταναστοπατέρες” στο όνομα του “αντιρατσισμού” για να δαιμονοποιήσουν την αγωνία των Ελλήνων και των Ευρωπαίων για το μέλλον τους σαν “ρατσισμό νέου τύπου”!

Αν τα πράγματα αφεθούν στην αντίληψη των ανοιχτών συνόρων τότε η Ελλάδα ως χώρα, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, δύσκολα θα αντικρίσει το δεύτερο μισό του 21ου αιώνα. Από τον Ελληνισμό θα έχουν απομείνει μερικά ξέφτια σε διάφορα μέρη του κόσμου, που θα σβήνουν σταδιακά. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι μπορούμε να αποφύγουμε αυτήν την εξέλιξη παίρνοντας κάποιες αποφάσεις κάποια στιγμή στο μακρινό μέλλον.

Στην πραγματικότητα, το σημείο χωρίς επιστροφή βρίσκεται πολύ πιο κοντά από όσο πολλοί νομίζουν. Δεδομένου του δημογραφικού δυναμισμού που παρουσιάζουν οι εισερχόμενοι μετανάστες και της δημογραφικής παρακμής των Ελλήνων, η στιγμή που η πληθυσμιακή μετάλλαξη με τη μετατροπή των Ελλήνων σε μειονότητα μέσα στη χώρα τους θα καταστεί μη αναστρέψιμη, δεν βρίσκεται κάπου στο απώτερο μέλλον, πόσο μάλλον όταν ακόμα και εντός της κυβέρνησης υπάρχουν διαφορετικές γραμμές για το ζήτημα, όπως έδειξαν τα “μπρος-πίσω” με το σχέδιο νομιμοποίησης 300.000 μεταναστών.

Ερωτήματα για «μεταναστοπατέρες»

Πρέπει, λοιπόν, να δούμε ρεαλιστικά και χωρίς εμμονές και ιδεοληψίες το φαινόμενο, πόσο μάλλον όταν είναι πια κοινή παραδοχή πως η πολιτική ενσωμάτωσης των μεταναστών απέτυχε μέχρι και στην Σουηδία, μέχρι πρότινος πολυπολιτισμική χώρα πρότυπο. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε τις δυνητικές του συνέπειες σε βάθος χρόνου και να πάρουμε τις αποφάσεις μας. Και τις αποφάσεις θα πρέπει να τις πάρει το κυρίαρχο πολιτικό υποκείμενο, ο ελληνικός λαός και όχι κάποια κέντρα του εξωτερικού, οι γνωστοί ιδεοληπτικοί και οι επίσης γνωστοί επαγγελματίες “μεταναστοπατέρες” που κάνουν χρυσοφόρες μπίζνες μέσω ΜΚΟ.

Αν τουλάχιστον θέλουμε να διατηρούμε κάποια επίφαση έστω δημοκρατίας, θέλω να κλείσω με κάποια ερωτήματα στα οποία οι “αντιρατσιστές” “μεταναστοπατέρες” οπαδοί των “ανοικτών συνόρων” οφείλουν κάποια στιγμή να απαντήσουν:

  • Πόσους μετανάστες θεωρούν ότι μπορεί να φιλοξενήσει η Ευρώπη γενικώς και η Ελλάδα ειδικότερα; Τρία εκατομμύρια; Πέντε; Δέκα; Εκατό; Ένα δισ; Πόσους;
  • Υπάρχει κάποιο όριο στον αριθμό των ανθρώπων που θα εισέλθουν στην πατρίδα μας, μετά από το οποίο πρέπει να κλείσουμε τα σύνορα, ή αυτά θα πρέπει να είναι μονίμως ανοιχτά, ή “μισάνοιχτα”, όπως τώρα;
  • Πόσους μετανάστες θεωρούν ότι μπορεί να φιλοξενήσει η Ελλάδα, χωρίς να υποστεί τον κίνδυνο εξάλειψης της εθνοπολιτισμικής της ταυτότητας;
  • Τους ενδιαφέρει αυτός ο κίνδυνος ή αδιαφορούν; Μήπως το επιδιώκουν στο πλαίσιο κάποιας αντίληψής τους περί “ιδανικού κόσμου”, ο οποίος θα έχει αφήσει πίσω του τα έθνη και τους λαούς;
  • Σε πόσους μετανάστες θεωρούν ότι η Ευρώπη μπορεί να προσφέρει καλύτερη ζωή, ακόμη κι αν θυσιάσει την εθνοπολιτισμική της ταυτότητα; Υπάρχει κάποιο αριθμητικό όριο, ή η Ευρώπη θεωρείται ικανή να προσφέρει “καλύτερη ζωή” σε όλους όσοι θα εισέλθουν, ακόμη και αν είναι εκατοντάδες εκατομμύρια;
  • Ο ελληνικός λαός έχει, κατά την άποψή τους, δικαίωμα να αποφασίσει για το πώς θα διαχειριστεί τη μαζική μετανάστευση, ή δεν το δικαιούται γιατί, κατ’ αυτούς, η απρόσκοπτη είσοδος αποτελεί “θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα”, που δεν τίθεται στην κρίση της πλειοψηφίας;

Όταν λοιπόν υπάρξουν απαντήσεις σε αυτά τα απλά ερωτήματα τότε μόνο μπορούμε να μιλήσουμε σοβαρά για το ποιος είναι ρατσιστής και ποιος όχι, για το ποιες ιδεολογικές-πολιτικές απόψεις έχει και ποιους στόχους προωθεί. Μέχρι τότε, η οχύρωση πίσω από έναν συναισθηματικό ανθρωπισμό, το μόνο που επιτυγχάνει είναι να τον ακυρώνει και βεβαίως να εξωθεί τους απλούς Έλληνες, Γάλλους, Ιταλούς και όποιους άλλους Ευρωπαίους σε μία αρνητική στάση, η οποία μπορεί να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από ακραίους κύκλους.

Back to top button