breaking newsΔιεθνή

Τα $9 τρισ. χρέος του Πεκίνου είναι –και– παγκόσμιο πρόβλημα

Οι οικονομολόγοι που εξετάζουν προς τα πού πηγαίνει η οικονομία της Κίνας έχουν ένα πρόβλημα “τύπου Lehman Brothers” στα χέρια τους.

Συχνά, οι αναλύσεις για τα 9 τρισ. δολάρια που χρωστούν στις κρατικές τράπεζες και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα οι επενδυτικοί βραχίονες της κινεζικής κυβέρνησης ξεδιπλώνονται σαν να εξετάζουν μια κρίση σαν αυτή του 2008. Πολλοί πιστεύουν ότι η ακατάσχετη κερδοσκοπία σε μια τυχόν “στιγμή Lehman” θα καταστρέψει τη μεγαλύτερη οικονομία της Ασίας.

Φυσικά, η σκέψη δεν είναι παράλογη. Καμία ανερχόμενη δύναμη που η οικονομική της ανάπτυξη τροφοδοτείται από δάνεια δεν έχει αποφύγει τη λεγόμενη “στιγμή Minsky”. Η Κίνα δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες να αποφύγει το είδος της κρίσης που έπληξε την Ιαπωνία, τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Wall Street.

Η εκτός ισολογισμού έκρηξη χρέους στην Κίνα μέσω των χρηματοδοτικών οχημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης (LGFVs) απειλεί μια ήδη αδιαφανή και μονόπλευρη οικονομία. Πρόκειται για ένα χρέος μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της Ιαπωνίας, της Γερμανίας και της Φινλανδίας μαζί.

Ίσως ένα καλύτερο μοντέλο αναφοράς να είναι το εθνικό ισοδύναμο της Enron Corp. που εκτινάχθηκε το 2001. Είτε βάσει σχεδίου είτε από τύχη, η επικράτηση των οντοτήτων ειδικού σκοπού βοήθησε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας να αποκρύψει τεράστια χρέη και τοξικά περιουσιακά στοιχεία. Έτσι, οι οίκοι αξιολόγησης ουσιαστικά δεν γνωρίζουν τι δεν γνωρίζουν για την Κίνα.

Η συγκάλυψη των “ρωγμών” είναι πιο δύσκολη στα δύο χρόνια που πέρασαν από τη χρεοκοπία του κινεζικού κολοσσού Evergrande. Και γίνεται ακόμα πιο δύσκολη καθώς το σήριαλ της Country Garden για το αν θα προχωρήσει σε αθέτηση πληρωμών ή όχι κυριαρχεί στις οικονομικές ειδήσεις. Τα προβλήματα της Zhongzhi Enterprise Group τροφοδοτούν τις ανησυχίες κατά πόσον μπορεί ο σκιώδης τραπεζικός κλάδος να αντέξει την επιβράδυνση της οικονομίας.

Ωστόσο, εδώ και 25 χρόνια, καμία μεγάλη οικονομία δεν έχει διαψεύσει με τόση συνέπεια τους “χρησμούς” που κάνουν λόγο για κραχ. Είτε πάρουμε ως σημείο αναφοράς την Enron, είτε τη Lehman είτε τις προειδοποιήσεις του οικονομολόγου Hyman Minsky, η Κίνα έχει απομακρυνθεί επανειλημμένα από τον γκρεμό.

Μήπως, όμως, στερεύει και η τύχη του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ; Υπό μία έννοια, ναι: αφού τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κίνα μειώνουν σημαντικά τις πιθανότητες να μπορέσει να επαναφέρει την ανάπτυξη άνω του 5%.

Για μια οικονομία της κλίμακας και του επιπέδου της Κίνας, ο ρυθμός ανάπτυξης 3% του 2022 σήμαινε ύφεση. Βασικά ήταν μια επιβράδυνση που “αυτοεπιβλήθηκε” λόγω των αυστηρών lockdown που εφάρμοσε ο Σι Τζινπίνγκ για να αντιμετωπιστεί η διασπορά του κορονοϊού.

Μόλις η οικονομική δραστηριότητα στην Κίνα άνοιξε ξανά, η ανάπτυξη δεν επανήλθε, όπως αναμενόταν παγκοσμίως. Υπάρχουν διάφορες εξηγήσεις γι’ αυτό: μετά την πανδημία, οι καταναλωτές περισσότερο αποταμιεύουν παρά ξοδεύουν· ο αρνητικός αντίκτυπος από τις καταρρεύσεις στον κατασκευαστικό κλάδο επιβάρυνε τις θετικές προοπτικές από την επαναφορά της οικονομίας σε μια κανονικότητα· ο πληθωρισμός που εκτινάχθηκε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άλλαξε άρδην το σκηνικό στις εξαγωγές· και ακόμη, οι παράπλευρες απώλειες από τους περιορισμούς που επέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στην πρόσβαση της Κίνας σε ζωτικής σημασίας τεχνολογίες.

Κοινό γνώρισμα αυτών των παραγόντων η συνειδητοποίηση ότι το κινεζικό μοντέλο που λειτούργησε πολύ καλά επί τρεις δεκαετίες σήμερα βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση. Ακόμη και αν η Κίνα δεν βυθιστεί σε μια κρίση που θα συγκλονίσει τον πλανήτη, ο ρυθμός ανάπτυξης που απαιτείται για να ξεπεράσει την οικονομία των ΗΠΑ μέχρι το 2030 ή το 2040 φαίνεται άπιαστος.

Αυτή είναι σίγουρα μια στιγμή κρίσης για το κόμμα του Σι, η πρωτοκαθεδρία του οποίου εξαρτάται από τον στόχο για ανάπτυξη πολύ πάνω από το 5%. Δεδομένου ότι η Κίνα δεν κάνει –ή δεν επιτρέπει να γίνονται– “ανοιχτές” δημοσκοπήσεις, είναι αδύνατον να γνωρίζουμε πώς βλέπουν τις επιδόσεις του Σι στην διακυβέρνηση τα 1,4 δισ. των κατοίκων της χώρας ή τα κορυφαία 500 μεγαλοστελέχη του κόμματος.

Η πραγματική πρόκληση για τον Σι είναι να καταλάβει ποια οικονομική πυρκαγιά πρέπει να αντιμετωπίσει πρώτα. Ο τομέας των ακινήτων, ο οποίος μπορεί να παράγει το 30% του ΑΕΠ, είναι ένα εμπόδιο στην ανάπτυξη. Το βάθος του προβλήματος παραπέμπει στην κρίση των κόκκινων δανείων της δεκαετίας του 1990 που εξακολουθεί έως σήμερα να επιβαρύνει την Ιαπωνία.

Η Τράπεζα της Ιαπωνίας παραμένει παγιδευμένη στη ζώνη της ποσοτικής χαλάρωσης εδώ και 24 χρόνια. Κάθε υπόνοια ότι ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Καζούο Ουέντα, μπορεί κάποια στιγμή να συσφίξει τη νομισματική πολιτική απειλεί την Ιαπωνία με αποπληθωρισμό και τον ανάλογο αντίκτυπο στις παγκόσμιες αγορές.

Ο Σι δεν έκανε χάρη στην κινεζική οικονομία με το να περιορίσει τον τεχνολογικό τομέα. Ξεκινώντας από τον ιδρυτή του ομίλου Alibaba, Τζακ Μα, στα τέλη του 2020, οι κινεζικές ρυθμιστικές αρχές έστειλαν ξεκάθαρο μήνυμα στους καινοτόμους-“βεντέτες” της Κίνας για το ποιος είναι το αφεντικό. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, η αξία των μετοχών τεχνολογίας υποχώρησε άνω του 1 τρισ. δολαρίων.

Άλλο ένα πρόβλημα είναι ότι το “τονωτικό” της κινεζικής οικονομίας έχει χάσει τη δυναμική του. Η Κίνα κατέφυγε σε θηριώδεις επενδύσεις στον τομέα των υποδομών πάρα πολλές φορές τα τελευταία 30 χρόνια. Όπως συμβαίνει με ένα φάρμακο, όμως, η επίδρασή του δεν αρκεί πλέον για να σταθεροποίηση την κατάσταση του ασθενούς. Το χρέος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτικών οχημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης, μετατρέπεται σε παγκόσμιο πρόβλημα.

Το δημογραφικό ασκεί επίσης μεγάλες πιέσεις. Η Κίνα γερνάει και οι αποπληθωριστικές δυνάμεις που τρομάζουν τον κόσμο απειλούν να ριζώσουν πιο βαθιά. Στο μεταξύ, το κόμμα του Σι έχει καθυστερήσει να δημιουργήσει μεγαλύτερα δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας για να ενθαρρύνει τα νοικοκυριά να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα και να αποταμιεύουν λιγότερα.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες καθιστούν το 2023 μια πολύ δύσκολη χρονιά για τον Σι. Η περίοδος υποαπόδοσης που διανύει η Κίνα συμπίπτει με την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ιαπωνία και την Ευρώπη να βαδίζει στο ίδιο μονοπάτι. Αν και οι ΗΠΑ μπορεί να αποφύγουν την ύφεση, εντούτοις η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου υποφέρει από τις επιπτώσεις της 17μηνης σφιχτής νομισματικής πολιτικής που ακολουθεί η Federal Reserve.

Ακόμα και αν δεν καταρρεύσει, η υποχώρηση της Κίνας σε επίπεδα μέτριας ανάπτυξης είναι ανεπιθύμητη εξέλιξη τόσο για το κύρος του Σι στο Πεκίνο όσο και για την παγκόσμια οικονομία.

πηγή capital.gr/forbes

 

Back to top button