Άνοιξαν οι κάλπες στη Γεωργία για τις βουλευτικές εκλογές που θα κρίνουν το μέλλον της χώρας, η οποία είναι διχασμένη μεταξύ μιας φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης και του κυβερνώντος κόμματος που κατηγορείται ότι πρόσκειται στη Ρωσία.
Τα εκλογικά κέντρα άνοιξαν στις 08:00 (τοπική ώρα, 07:00 ώρα Ελλάδας) και θα κλείσουν στις 20:00 τοπική ώρα, με τα πρώτα exit polls να αναμένονται αμέσως μετά.
Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μια πρωτοφανής συμμαχία των κομμάτων της αντιπολίτευσης θα μπορούσε να κερδίσει το Γεωργιανό Όνειρο, το συντηρητικό κόμμα του δισεκατομμυριούχου Bidzina Ivanishvili, ο οποίος εδώ και περίπου δέκα χρόνια κινεί τα νήματα της εξουσίας σε αυτή την πρώην σοβιετική δημοκρατία με τους τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους.
Μεταξύ των τεσσάρων κομμάτων της αντιπολίτευσης που συνασπίστηκαν ενόψει των εκλογών είναι το Ενωμένο Εθνικό Κίνημα του πρώην προέδρου Mikhail Shaakashvili, ο οποίο εκτίει ποινή φυλάκισης για κατάχρηση εξουσίας και θεωρείται ορκισμένος εχθρός του Ivanishvili.
Ωστόσο το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι εύκολο να προβλεφθεί, με πολλούς ψηφοφόρους να δηλώνουν αναποφάσιστοι ή να αρνούνται να αποκαλύψουν την προτίμησή τους.
Οι Βρυξέλλες έχουν προειδοποιήσει ότι το αποτέλεσμα των εκλογών θα καθορίσει τις πιθανότητες της Γεωργίας να ενταχθεί στην ΕΕ, έναν στόχο τον οποίο η χώρα έχει εγγράψει στο Σύνταγμά της.
«Αν το κυβερνών κόμμα προσπαθήσει να παραμείνει (στην εξουσία) ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των εκλογών, υπάρχει κίνδυνος μετεκλογικών ταραχών», προειδοποίησε η ειδικός Gela Vasadze του Κέντρου Στρατηγικής Ανάλυσης για τη Γεωργία.
Από την πλευρά του ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης έχει δεσμευθεί, σε περίπτωση νίκης του στις εκλογές, να προχωρήσει σε εκλογικές και δικαστικές μεταρρυθμίσεις και να καταργήσει νόμους που υιοθέτησε πρόσφατα η κυβέρνηση.
Η αντιπολίτευση σχεδιάζει να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, να υιοθετήσει τις μεταρρυθμίσεις της και στη συνέχεια να οργανώσει νέες εκλογές οι οποίες θα αντικατοπτρίζουν καλύτερα τη βούληση των ψηφοφόρων.
Το Γεωργιανό Όνειρο, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2012, κατηγορείται ότι για αυταρχικές και φιλορωσικές τάσεις και ότι απομακρύνει τη Γεωργία από τον στόχο της να ενταχθεί στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Την πρώην σοβιετική δημοκρατία έχει σημαδέψει ο σύντομος πόλεμός της με τη Ρωσία το 2008.
Μετά το τέλος της σύγκρουσης αυτής η Ρωσία εγκατέστησε στρατιωτικές βάσεις σε δύο αποσχισθείσες γεωργιανές επαρχίες, την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία, την ανεξαρτησία των οποίων αναγνώρισε.
Σε αυτό το πλαίσιο το κυβερνών κόμμα πραγματοποίησε προεκλογική εκστρατεία ισχυριζόμενο ότι είναι το μοναδικό που μπορεί να εμποδίσει την «ουκρανοποίηση» της Γεωργίας.
Η κυβέρνηση δηλώνει ότι επιθυμεί να συγκεντρώσει τα δύο τρίτα των 150 εδρών του κοινοβουλίου, κάτι που θα της επιτρέψει να τροποποιήσει το Σύνταγμα της Γεωργίας και, με βάση τα σχέδιά της, να απαγορεύσει τα φιλοδυτικά κόμματα της αντιπολίτευσης.
Στη διάρκεια φιλοκυβερνητικής συγκέντρωσης την Τετάρτη στο Τμπιλίσι ο Γεωργιανός πρωθυπουργός Ιρακλί Κομπαχίντζε διαβεβαίωσε ότι επιθυμεί την ένταξη της χώρας στην ΕΕ, όμως κατηγόρησε τους Ευρωπαίους ηγέτες για «αδικία», για «απόρριψη του χριστιανικού δόγματος» και «έλλειψη σεβασμού».
Την προηγούμενη Κυριακή δεκάδες χιλιάδες φιλοευρωπαίοι Γεωργιανοί, κυρίως νέοι, διαδήλωσαν στην πρωτεύουσα.
Η Γεωργία συγκλονίστηκε τον Μάιο από μεγάλες διαδηλώσεις κατά του νόμου περί «ξένης επιρροής», ο οποίος βασίστηκε στη ρωσική νομοθεσία για «τους πράκτορες του εξωτερικού» η οποία χρησιμοποιείται για τη φίμωση της κοινωνίας των πολιτών και οποιασδήποτε μορφής αντιπολίτευσης.
Αμέσως μετά οι Βρυξέλλες πάγωσαν τη διαδικασία ένταξης της Γεωργίας στην ΕΕ και οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις σε Γεωργιανούς αξιωματούχους. Το Τμπιλίσι αντέδρασε απειλώντας «να επανεξετάσει» τους διπλωματικούς δεσμούς του με την Ουάσινγκτον.
Ακόμη μία πηγή έντασης με τη Δύση αποτελεί η πρόσφατη επικύρωση νομοθεσίας που περιορίζει σημαντικά τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας στη Γεωργία.
Το Κρεμλίνο από την πλευρά του κατήγγειλε την Παρασκευή τις απόπειρες «ανάμιξης» των Δυτικών στις εκλογές στη Γεωργία. «Προσπαθούν να εξαναγκάσουν το Τμπιλίσι, να υπαγορεύσουν τους όρους τους», κατήγγειλε ο Dmitri Peskov.