Η Κίνα έχει πλέον καθιερωθεί ως στρατηγικός παίκτης στα λιμάνια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με παρουσία σε περισσότερες από 30 κρίσιμες υποδομές μέσω κρατικών κολοσσών όπως η COSCO, η China Merchants και η Hutchison. Αυτό που μέχρι πρότινος προβαλλόταν ως ελκυστική επενδυτική ευκαιρία, αντιμετωπίζεται τώρα ως πιθανή γεωπολιτική απειλή.

Η αυξανόμενη επιρροή του Πεκίνου προκαλεί ολοένα και μεγαλύτερη ανησυχία στις Βρυξέλλες, με τις ευρωπαϊκές αρχές να επανεξετάζουν τη στάση τους απέναντι στην ξένη εμπλοκή σε ευαίσθητες υποδομές.
Ο Επίτροπος Μεταφορών, Απόστολος Τζιτζικώστας, τόνισε ότι η Ευρώπη οφείλει να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην ασφάλεια και να δείξει περισσότερη προσοχή όσον αφορά την ξένη παρουσία σε στρατηγικής σημασίας τομείς. Την ίδια κατεύθυνση ακολουθεί και προσχέδιο των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο ζητά την επιβολή αυστηρότερων ελέγχων στις εξαγορές και επενδύσεις λιμενικών υποδομών από μη ευρωπαϊκούς φορείς. Αν και το όνομα της Κίνας δεν αναφέρεται ρητά, οι αναφορές στο θέμα οδηγούν ξεκάθαρα στο Πεκίνο.
Η επιρροή των κινεζικών συμφερόντων εκτείνεται σε κομβικά λιμάνια όπως ο Πειραιάς, το Ρότερνταμ, η Αμβέρσα και το Γκντίνια της Πολωνίας, διαμορφώνοντας ένα ευρύ και ισχυρό δίκτυο που εξυπηρετεί όχι μόνο εμπορικούς αλλά και γεωπολιτικούς σκοπούς. Η στρατηγική βαρύτητα αυτής της διείσδυσης δεν αμφισβητείται πλέον, γεγονός που επιταχύνει την αλλαγή στάσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι σε μια πραγματικότητα που εξελίσσεται σε ζήτημα εθνικής και ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αναδιατάξει τις γεωπολιτικές ισορροπίες και έχει φέρει στο προσκήνιο τη σχέση Κίνας–Ρωσίας, προκαλώντας έντονη ανησυχία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η στήριξη του Πεκίνου προς τη Μόσχα, έστω και σε επίπεδο πολιτικής στάσης, έχει ενισχύσει το ευρωπαϊκό αίσθημα επείγουσας ανάγκης για επαναξιολόγηση της κινεζικής παρουσίας στις ευρωπαϊκές υποδομές.
Όπως προειδοποιεί η Πέντρο, «αν ένας εχθρός εκμεταλλευτεί ένα τρωτό σημείο σε ένα ευρωπαϊκό λιμάνι, τότε απειλείται ολόκληρη η ήπειρος». Η προειδοποίησή της αντανακλά μια αυξανόμενη ευρωπαϊκή συνειδητοποίηση: η ασφάλεια δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη όταν άλλοι δρουν με σαφή στρατηγική και στόχο.
Παρά τις ανησυχίες, η Κίνα επιμένει ότι οι επενδύσεις της είναι καθαρά οικονομικού χαρακτήρα. Παρουσιάζει τις λιμενικές της επενδύσεις ως παραδείγματα win-win συνεργασίας, που προωθούν τη διεθνή συνδεσιμότητα, την ανάπτυξη και την ειρήνη. Ο Πειραιάς προβάλλεται ως υπόδειγμα επιτυχίας: ένα λιμάνι που ενισχύθηκε με κινεζικά κεφάλαια, αύξησε τη διακίνηση εμπορευμάτων και δημιούργησε χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Ωστόσο, σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών πιέσεων και ανακατατάξεων, η διπλή φύση της κινεζικής παρουσίας είναι αδύνατο να αγνοηθεί. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πραγματικότητα στην οποία οι λιμενικές επενδύσεις δεν είναι πλέον ουδέτερες. Είναι σημεία ελέγχου, πρόσβασης και εν δυνάμει επιρροής. Ο Πειραιάς δεν είναι πια μόνο ελληνικό έδαφος – είναι πεδίο στο οποίο τέμνονται οικονομικά συμφέροντα, γεωπολιτικές στοχεύσεις και ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Η Ευρώπη καλείται να διαχειριστεί όχι απλώς μια οικονομική σχέση, αλλά έναν στρατηγικό γρίφο με παγκόσμιες προεκτάσεις.
«Αν ένας εχθρός εκμεταλλευτεί ένα τρωτό σημείο σε ένα ευρωπαϊκό λιμάνι, τότε απειλείται ολόκληρη η ήπειρος. Δεν μπορούμε να μείνουμε στρατηγικά τυφλοί ενώ άλλοι βλέπουν καθαρά και ενεργούν με σχέδιο.»