Σε μια αιφνιδιαστική κίνηση που προκάλεσε διεθνές ενδιαφέρον και ποικίλες αντιδράσεις, ο Ντόναλντ Τραμπ, πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε την πρόθεσή του να άρει όλες τις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί στη Συρία. Η δήλωση πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13 Μαΐου 2025, λίγο πριν τη συνάντησή του με τον νέο Σύρο πρόεδρο, Αχμέντ αλ-Σάρα.
Η απόφαση σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή στην αμερικανική πολιτική έναντι της Δαμασκού, καθώς οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν επί προεδρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ θεωρούνταν εδώ και χρόνια βασικό εργαλείο πίεσης κατά του συριακού καθεστώτος.
Τραμπ: «Ήρθε η ώρα να λάμψουν»
Μιλώντας στο SkyNews, ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε τις προηγούμενες κυρώσεις «σκληρές και καταστροφικές», προσθέτοντας όμως ότι «εξυπηρέτησαν έναν σημαντικό σκοπό τότε». Τώρα, όπως είπε, ήρθε η στιγμή για μια νέα αρχή:
«Τις καταργούμε όλες. Καλή τύχη, Συρία. Δείξτε μας κάτι πολύ ξεχωριστό», ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι επιθυμεί να δώσει στη νέα συριακή κυβέρνηση «μια ευκαιρία για μεγαλείο».
Η δήλωση αυτή έγινε σε συνέχεια συνομιλιών που είχε ο Τραμπ με τον Σαουδάραβα πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι οποίοι, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, του μετέφεραν την ανάγκη για στήριξη της «νέας εποχής» στη Συρία και περιορισμό της ιρανικής επιρροής στην περιοχή.
Από τον Άσαντ στον αλ-Σάρα
Η απόφαση αυτή του Τραμπ έρχεται μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ-Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024 και την ανάληψη της εξουσίας από τον Αχμέντ αλ-Σάρα — πρώην ηγετικό στέλεχος της ισλαμιστικής οργάνωσης Hayat Tahrir al-Sham, η οποία επανιδρύθηκε ως πολιτικό κόμμα τον Ιανουάριο του 2025. Ο νέος πρόεδρος προσπαθεί να παρουσιάσει μια πιο μετριοπαθή εικόνα, ξεκινώντας συνομιλίες με τοπικές εθνοτικές ομάδες και διεθνείς οργανισμούς για την ανοικοδόμηση της χώρας.
Παρά τις αντιδράσεις, κυρίως από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και ανθρωπιστικές οργανώσεις που προειδοποιούν για το παρελθόν της Hayat Tahrir al-Sham, η νέα ηγεσία έχει ήδη λάβει στήριξη από την Τουρκία και την Σαουδική Αραβία.
Το μήνυμα προς το Ιράν
Στο ίδιο πλαίσιο δηλώσεων, ο Τραμπ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στο Ιράν, ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να επιδιώξει συμφωνία με την Τεχεράνη, αλλά προειδοποιώντας πως σε περίπτωση άρνησης θα εφαρμοστεί ξανά «μαζική μέγιστη πίεση»:
«Το Ιράν δεν θα αποκτήσει ποτέ πυρηνικά όπλα. Αλλά μπορεί να έχει ένα πολύ καλύτερο μέλλον, αν το επιλέξει. Αν όχι, οι εξαγωγές πετρελαίου τους θα μηδενιστούν, όπως έκανα και στο παρελθόν», δήλωσε.
Ο Τραμπ, απευθυνόμενος στο κοινό στο Ριάντ, κατηγόρησε το Ιράν για «δεκαετίες αμέλειας και κακοδιαχείρισης», αντιπαραβάλλοντας την πρόοδο της Σαουδικής Αραβίας, την οποία εγκωμίασε ως παράδειγμα περιφερειακής ανάπτυξης και σταθερότητας.
Όπλα, ενέργεια και… δείπνα συμφιλίωσης
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Ριάντ, ο Τραμπ υπέγραψε συμφωνία πώλησης αμυντικού εξοπλισμού ύψους 142 δισ. δολαρίων προς τη Σαουδική Αραβία — «τη μεγαλύτερη στην ιστορία», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Λευκός Οίκος. Το πακέτο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
- Αναβάθμιση της αεράμυνας και της θαλάσσιας ασφάλειας
- Εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών ικανοτήτων
- Συνεργασία σε θέματα διαστήματος και βιοτεχνολογίας
Επιπλέον, ο Τραμπ αναφέρθηκε και στην πρόσφατη εκεχειρία μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, τονίζοντας ότι «οι ηγέτες και των δύο χωρών είναι έτοιμοι να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι — ίσως και για ένα ωραίο δείπνο».
Η απόφαση Τραμπ για άρση των κυρώσεων προς τη Συρία και η πρόθεσή του να επιδιώξει πολιτικές συμφωνίες με «δύσκολους αντιπάλους» όπως το Ιράν, σηματοδοτούν τη στρατηγική του επιστροφή στην παγκόσμια σκηνή με χαρακτηριστικό τρόπο: μέσω εμπορικών, αμυντικών και διπλωματικών συμφωνιών υψηλής προβολής. Η γεωπολιτική σκακιέρα της Μέσης Ανατολής, για άλλη μια φορά, επαναδιαμορφώνεται με επίκεντρο τις ΗΠΑ και τις πρωτοβουλίες του πιο απρόβλεπτου ίσως ηγέτη της σύγχρονης εποχής.