
Σάλο και έντονες αντιδράσεις προκάλεσαν οι δηλώσεις του νέου Αμερικανού πρέσβη στην Άγκυρα, Τόμας Μπάρακ, ο οποίος προχώρησε σε έναν ασυνήθιστα θετικό απολογισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ειδικά του συστήματος των «μιλέτ», χαρακτηρίζοντάς το ως ένα επιτυχημένο παράδειγμα συνύπαρξης διαφορετικών εθνοθρησκευτικών ομάδων.
Οι δηλώσεις του αυτές, που συμπεριλήφθηκαν σε ανεπίσημες αναφορές και κύκλους της τουρκικής διπλωματίας, παρουσιάστηκαν σε μια ευαίσθητη χρονική συγκυρία και πλαισιώθηκαν από αντίστοιχες δηλώσεις του προέδρου της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος πρότεινε μια νέα «κοινοπολιτεία» μουσουλμανικών λαών, Τούρκων, Κούρδων και Αράβων, με κοινή βάση την ισλαμική πίστη και δευτερεύοντα ρόλο στην εθνική ταυτότητα.
Οι τοποθετήσεις αυτές προκάλεσαν ισχυρή αναστάτωση στους κόλπους των κεμαλιστών και του πολιτικού κατεστημένου που παραμένει πιστό στην ενότητα του τουρκικού έθνους και κράτους, όπως αυτή θεμελιώθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ και επισφραγίστηκε από τη Συνθήκη της Λωζάννης. Σε αυτό το κλίμα, η παρέμβαση του έμπειρου Τούρκου διπλωμάτη Ονούρ Οϊμέν μέσω της εφημερίδας «Τζουμχουριέτ» αποτέλεσε τη φωνή μιας βαθιάς ανησυχίας εντός του τουρκικού κράτους και της διπλωματικής του μνήμης.
Ο Οϊμέν, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, πρώην μόνιμος αντιπρόσωπος στο ΝΑΤΟ και πρώην αντιπρόεδρος του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), χαρακτήρισε τις δηλώσεις του Μπάρακ ως αποσταθεροποιητικές και αλυτρωτικές, υποστηρίζοντας πως παραπέμπουν σε αλλαγή καθεστώτος για την Τουρκία.
Επικρίνοντας τον Αμερικανό διπλωμάτη για την ωραιοποίηση του οθωμανικού συστήματος των μιλέτ, σημείωσε πως ένα τέτοιο μοντέλο δεν μπορεί να έχει θέση στη σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία, η οποία θεμελιώθηκε στη βάση της πλήρους εθνικής κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας και της ενιαίας κρατικής δομής.
Ο Οϊμέν υπενθύμισε πως το σύστημα των μιλέτ, παρότι επέτρεπε θεωρητικά τη θρησκευτική και πολιτισμική συνύπαρξη, στην πράξη αποτέλεσε εργαλείο υπονόμευσης της εσωτερικής συνοχής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πυροδότησε εθνικές εξεγέρσεις που οδήγησαν τελικά στη διάλυσή της. Ειδικά μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όταν μεγάλες δυνάμεις ενίσχυσαν μειονοτικά κινήματα, το σύστημα των μιλέτ έπαψε να λειτουργεί ως εγγυητής σταθερότητας και μετατράπηκε σε εστία κρίσεων και αποσχιστικών τάσεων.
Αναφερόμενος στις ιστορικές παρεμβάσεις των ΗΠΑ σε άλλα κράτη, ο Τούρκος διπλωμάτης τόνισε ότι οι προσπάθειες των μεγάλων δυνάμεων να επιβάλουν πολιτικά μοντέλα σε τρίτες χώρες έχουν συχνά φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα. Από την Ιταλία του 1948 έως τη μεταπολεμική Γερμανία και Ιαπωνία, και από το Σύνταγμα του Ιράκ το 2005 έως τις εξελίξεις στη βόρεια Συρία, τα παραδείγματα πολιτικής μηχανικής των ΗΠΑ έχουν συνδεθεί με μακροχρόνια προβλήματα σταθερότητας και εθνικής συνοχής.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσει και τις πρόσφατες δηλώσεις του Μπάρακ, προειδοποιώντας για τις συνέπειες που μπορεί να έχει μια τέτοια ιδεολογική παρέμβαση σε μια χώρα όπως η Τουρκία, με το ιδιαίτερο γεωπολιτικό βάρος και την ιστορική ευαισθησία γύρω από την εθνική της ταυτότητα.
Ο Οϊμέν δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει τις θέσεις των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών κατά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης. Ο τότε Αμερικανός παρατηρητής Τζον Γκρου είχε αναγνωρίσει τη μεγάλη διπλωματική επιτυχία του Ισμέτ Πασά, δηλώνοντας πως οι Τούρκοι πέτυχαν μια από τις μεγαλύτερες νίκες της σύγχρονης διπλωματικής ιστορίας. Το γεγονός αυτό, σημειώνει ο Οϊμέν, αντικατοπτρίζει την αρχική αποδοχή και κατανόηση από πλευράς ΗΠΑ του χαρακτήρα της τουρκικής ανεξαρτησίας, η οποία σήμερα φαίνεται να τίθεται εν αμφιβόλω.
Η απόπειρα εξύμνησης ενός παρωχημένου μοντέλου διακυβέρνησης που οδήγησε στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τη στιγμή που η Τουρκία αντιμετωπίζει σημαντικές εσωτερικές πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις και ενώ εκκρεμούν συζητήσεις για νέο Σύνταγμα, συνιστά, σύμφωνα με τον Οϊμέν, επικίνδυνη πρόκληση. Η ρητορική περί μουσουλμανικής κοινοπολιτείας, που εγκαταλείπει τη λογική του έθνους-κράτους, κινείται έξω από τα θεμέλια του κεμαλισμού και δημιουργεί υπόνοιες για ένα νέο σχέδιο πολιτικής αναδιάρθρωσης της ευρύτερης περιοχής.
Ο βετεράνος διπλωμάτης κλείνει την τοποθέτησή του με έκκληση προς το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών να αντιδράσει αποφασιστικά και να διαφυλάξει τις θεμελιώδεις αξίες της τουρκικής δημοκρατίας, στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι η κυριαρχία, η εδαφική ακεραιότητα και η ενότητα του κράτους δεν είναι διαπραγματεύσιμες. Οι δηλώσεις του Μπάρακ μπορεί να ήταν άτυπες, ωστόσο το πολιτικό και ιστορικό τους βάρος είναι τέτοιο που προκαλεί εύλογη ανησυχία για την κατεύθυνση που ενδέχεται να πάρουν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, σε μια εποχή ήδη επιβαρυμένη από γεωπολιτικές αστάθειες.