Στο άρθρο του, ο φιλόσοφος Alexander Dugin αναλύει τις αλλαγές που προκάλεσε η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών και τη βαθιά επίδρασή του στην παγκόσμια τάξη. Η θεώρηση του Dugin αποτυπώνει μια εκτίμηση για την ιδεολογία του Trump, η οποία χαρακτηρίζεται από μια σφοδρή αντίθεση προς την παγκοσμιοποίηση και τον φιλελευθερισμό, καθώς και την έμφαση στον εθνικισμό και την κυριαρχία του εθνικού κράτους.
Ο Trump, σύμφωνα με τον Dugin, από την πρώτη του θητεία έδειξε τις προθέσεις του για ριζικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες έγιναν πιο σαφείς καθώς πέρασε περισσότερος χρόνος στην εξουσία και στην αντιπολίτευση. Είχε γίνει πεπεισμένος για την ανάγκη εφαρμογής μιας ιδιαίτερης ιδεολογίας, η οποία επηρεάζει άμεσα τη δομή της παγκόσμιας πολιτικής.
Η κεντρική ιδέα αυτής της ιδεολογίας, κατά τον Dugin, είναι η πλήρης απόρριψη της παγκοσμιοποίησης και του φιλελευθερισμού. Ο Trump θεωρεί την παγκοσμιοποίηση ως μια υπερβατική δύναμη που προσπαθεί να επιβληθεί στα εθνικά κράτη, και υποστηρίζει ότι η ανώτατη αρχή είναι το κυρίαρχο έθνος, το οποίο δεν πρέπει να ελέγχεται από υπερεθνικούς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ ή η ΕΕ. Στην πραγματικότητα, η κεντρική ιδέα του “Make America Great Again” (MAGA) αντικατοπτρίζει αυτή τη στάση, με τον Trump να προτάσσει την αμερικανική κυριαρχία και την ευημερία πάνω από οποιαδήποτε υπερεθνικά συμφέροντα ή παγκόσμιες αξίες.
Ο Trump δεν αναγνωρίζει διεθνιστικά ιδεώδη όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα ή η παγκόσμια δημοκρατία, καθώς η μόνη απόλυτη αξία που προτάσσει είναι η ευημερία των Ηνωμένων Πολιτειών. Για εκείνον, οι σύμμαχοι είναι όσοι συμφωνούν με αυτήν την αντίληψη, ενώ οι εχθροί είναι εκείνοι που αντιτίθενται στην αμερικανική υπεροχή. Η βασική γραμμή της πολιτικής του είναι η προτεραιότητα των εθνικών συμφερόντων, χωρίς την επιβολή από οποιονδήποτε άλλον.
Αντιθέτως, η παγκοσμιοποίηση, όπως αναφέρεται στο άρθρο, βασίζεται στην αντίθετη λογική. Οι παγκοσμιοποιητές, και ιδιαίτερα οι φιλελεύθεροι ηγέτες, θεωρούν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αναλάβουν τον ρόλο του προστάτη και υπερασπιστή της παγκόσμιας φιλελεύθερης δημοκρατίας, υπηρετώντας υπερεθνικά συμφέροντα και ενισχύοντας την παγκόσμια συνεργασία και τη μεταφορά εξουσίας σε διεθνείς οργανισμούς. Αυτό, σύμφωνα με τον Trump, υπονομεύει την αμερικανική κυριαρχία και την ευημερία της χώρας του, κάτι που δεν μπορεί να αποδεχτεί.
Αυτή η διαφορά στην προσέγγιση των διεθνών σχέσεων αποτυπώνει τη θεμελιώδη αντίθεση μεταξύ των ρεαλιστών και των φιλελεύθερων. Οι ρεαλιστές, όπως ο Trump, επικεντρώνονται στην ασφάλεια και τα συμφέροντα του έθνους τους, ενώ οι φιλελεύθεροι, όπως ο Biden και οι προηγούμενοι προεδρικοί ηγέτες, επιδιώκουν να δημιουργήσουν μια παγκόσμια τάξη που βασίζεται στην κοινή συνεργασία και σε υπερεθνικούς θεσμούς.
Ο Donald Trump, σύμφωνα με τον Alexander Dugin, απορρίπτει ριζικά την ιδεολογία του φιλελευθερισμού, ειδικά στους τομείς του φύλου, του προοδευτισμού, του ατομικισμού και του μεταμοντερνισμού. Στην ιδεολογία του, ο Trump ενεργεί ως ένας παραδοσιακός συντηρητικός που υπερασπίζεται τις θεμελιώδεις αξίες: την ύπαρξη δύο φυσικών φύλων (άνδρας και γυναίκα), την υγιή οικογένεια, τη θρησκεία, την πειθαρχία, την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία και την απόρριψη του σχετικισμού. Είναι σαφώς αντίθετος με οποιαδήποτε νομιμοποίηση των διαστροφών, όπως και με την επιβολή ενός είδους “μετάνοιας” στην κοινωνία, υποστηρίζοντας ότι οι φιλελεύθερες θεωρίες έχουν κάνει όλα αυτά τα στοιχεία της παραδοσιακής ηθικής αντικείμενα περιφρόνησης.
Ο Trump είναι κατηγορηματικά εναντίον της κουλτούρας ακύρωσης, της φιλελεύθερης λογοκρισίας και της κατάργησης των συλλογικών ταυτοτήτων. Αντιλαμβάνεται τον φιλελευθερισμό ως μία ιδεολογία που επιβάλλει την ιδέα ότι κάθε κριτική προς τις κοινότητες LGBT ή τις τρανς προσωπικότητες είναι φασιστική, κάτι που απαιτεί την επιβολή κατασταλτικών μέτρων από τους φιλελεύθερους.
Η ιδεολογία του Trump, σύμφωνα με τον Dugin, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κυρίαρχη ιδεολογία και γεωπολιτική της Αμερικής από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Ο φιλελεύθερος προοδευτισμός που κυριαρχούσε εκείνη την περίοδο υποστήριζε την αποδέσμευση του ατόμου από κοινωνικούς περιορισμούς και την αποδοχή των πιο ακραίων μορφών μεταανθρωπισμού, όπως η μετάβαση από την ανθρώπινη φύση σε cyborgs. Στον παγκόσμιο πολιτικό τομέα, αυτό σήμαινε την πορεία προς έναν ενιαίο παγκόσμιο κυβερνητικό μηχανισμό, με την κατάργηση των εθνικών κρατών και την εφαρμογή μιας ενιαίας παγκόσμιας κυβέρνησης, όπως το μοντέλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Trump, ωστόσο, απορρίπτει αυτό το μοντέλο και αρχίζει να αναδιαμορφώνει την παγκόσμια πραγματικότητα με στόχο την αποδυνάμωση των παγκοσμιοποιητικών δυνάμεων. Δεν αρκείται στην απλή άρνηση αυτής της ιδεολογίας, αλλά δρα με ενθουσιασμό και άμεση δράση για να επηρεάσει το πολιτικό σκηνικό της χώρας του και της παγκόσμιας τάξης. Μέσα σε λίγες εβδομάδες της παραμονής του στον Λευκό Οίκο, έχει καταφέρει να φέρει σημαντικές αλλαγές που είναι ήδη δύσκολο να αναστραφούν.
Το είδος του κόσμου που απορρίπτει και προσπαθεί να εκκαθαρίσει ο Trump, σύμφωνα με τον Dugin, είναι αυτός που οι παγκοσμιοποιητές έχουν αρχίσει να διαμορφώνουν. Οι βασικές του παράμετροι είναι σαφείς: δημιουργία μιας παγκόσμιας τάξης υπό μία κεντρική εξουσία και κατάργηση της κυριαρχίας των εθνικών κρατών. Ωστόσο, ο Trump έχει ήδη διακόψει την πορεία προς αυτόν τον κόσμο, και σύμφωνα με τον Dugin, οι ενέργειές του είναι πλέον μη αναστρέψιμες.
Ο κόσμος που προσπαθεί να δημιουργήσει ο Donald Trump, σύμφωνα με τον Alexander Dugin, είναι μια παγκόσμια τάξη που αρνείται τη μονοπολική κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών και την επιβολή της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αντίθετα, ο Trump φαίνεται να απορρίπτει τη Γιάλτα και τη μονοπολικότητα που επικράτησε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, προτιμώντας μια προσέγγιση που ενισχύει την ισχύ των εθνικών κρατών και τους παρέχει πλήρη κυριαρχία.
Ο Trump, σύμφωνα με την ανάλυση, δεν είναι έτοιμος να αποδεχτεί πλήρως την έννοια της πολυπολικότητας, όπως την αντιλαμβάνονται άλλες μεγάλες δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Κίνα ή η Ινδία. Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις του φαίνεται να οδηγούν προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς διαλύει διεθνείς θεσμούς που συνδέονται με την 80ετή κυριαρχία του φιλελεύθερου καθεστώτος, όπως ο ΟΗΕ, ο ΠΟΥ και το ΝΑΤΟ.
Η οπτική του Trump για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι αυτή μιας νέας αυτοκρατορίας που απορρίπτει τη «δημοκρατία» του παρελθόντος, παρακολουθώντας τη διαρκή παρακμή της. Αντιλαμβάνεται τη χώρα του ως την κορυφαία δύναμη στον κόσμο, που ξεχωρίζει για την ευημερία της και για την ενσωμάτωση των καλύτερων στοιχείων της ανθρωπότητας. Αυτή η «Αμερική» δεν έχει σκοπό να αντικαταστήσει την ανθρωπότητα, αλλά να επανακαθορίσει την παγκόσμια τάξη ως ηγεμονική δύναμη, που θα απορρίπτει οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή ή έλεγχο.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της ιδεολογίας του Trump είναι η απόρριψη της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Για τον Trump, το να είναι κάποιος Αμερικανός είναι προνόμιο, κάτι που απαιτεί συγκεκριμένες προσπάθειες και προσόντα. Η θέση του για τη μετανάστευση είναι αυστηρή, καθώς θεωρεί ότι η χώρα του δεν πρέπει να αποτελέσει πύλη για όσους ζουν με επιδοτήσεις ή δεν σέβονται τις παραδοσιακές αμερικανικές αξίες. Η πολιτική του είναι βασισμένη στην ενίσχυση της εθνικής κυριαρχίας, και όχι στη φιλοδοξία για μια παγκόσμια ηγεμονία, όπως προωθείται από τη φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Ο κόσμος που θέλει να δημιουργήσει ο Trump βασίζεται σε ένα μονοπολικό μοντέλο όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως μοναδική υπερδύναμη, θα διατηρήσουν την κυριαρχία τους, αλλά χωρίς την ανάγκη για πολυδιάστατη συνεργασία με άλλες μεγάλες δυνάμεις ή τη συμμετοχή σε παγκόσμιες θεσμικές διαδικασίες που περιορίζουν την εθνική τους εξουσία.
Η φιλοσοφία και η πολιτική του Donald Trump, όπως την περιγράφει ο Alexander Dugin, βασίζεται στην ιδέα της παγκόσμιας μεταμόρφωσης και της αποκατάστασης της εθνικής κυριαρχίας, με στόχο τη διάλυση των φιλελεύθερων και παγκοσμιοποιητικών ελίτ. Ο Trump βλέπει την ανάγκη για σκληρές εκκαθαρίσεις, τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και παγκόσμια, καθώς αντιλαμβάνεται ότι η κλίμακα των μεταρρυθμίσεών του απαιτεί άμεση και αποφασιστική δράση. Ήδη προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες και θεωρεί ότι δεν υπάρχει περιθώριο για αποτυχία, καθώς αυτό θα μπορούσε να επιφέρει την πτώση του.
Η στάση του Trump απέναντι στην Ευρώπη είναι αρκετά σκληρή, καθώς την αντιλαμβάνεται ως ανταγωνιστή, κυρίως λόγω της δυναμικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των φιλελεύθερων ηγετών της, οι οποίοι είναι μέρος του παγκοσμιοποιητικού συστήματος που απορρίπτει. Αν και οι υποστηρικτές του Trump στην Ευρώπη, όπως οι ευρω-τραμπιστές, ενδέχεται να αναζητούν την ενίσχυση των πατριωτικών δυνάμεων, ο ίδιος δεν βλέπει με θετικό μάτι την ενδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, προτιμά να επιστρέψει την Ευρώπη στο σύστημα των εθνικών κρατών και να επιτρέψει σε κάθε έθνος να ανακτήσει τη δική του κυριαρχία.
Αυτό οδηγεί σε ένα δίλημμα για τους ευρω-τραμπιστές: αν και αντιτίθενται στους ευρω-παγκοσμιοποιητές, έχουν και την επιθυμία να δουν την Ευρώπη ως κυρίαρχη δύναμη. Ωστόσο, η φιλοσοφία του Trump απορρίπτει την ιδέα μιας ενωμένης και ισχυρής Ευρώπης στο πλαίσιο της ΕΕ, προτιμώντας να προχωρήσει με τη διάλυση των φιλελεύθερων και παγκοσμιοποιητικών δικτύων και την ενίσχυση των εθνικών κρατών.
Η φιλοσοφία του Trump για τη διεθνή τάξη πραγμάτων είναι βασισμένη στην κυριαρχία και την ανεξαρτησία, όχι μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και για άλλες χώρες, όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία, που μπορούν να συνεργαστούν ή να αποτελέσουν εταίρους στην απομάκρυνση του ζυγού των παγκοσμιοποιητικών φιλελεύθερων ελίτ. Η αλλαγή που προτείνει ο Trump είναι ενδεικτική της επιθυμίας του να οικοδομήσει έναν κόσμο στον οποίο οι χώρες διατηρούν την πλήρη κυριαρχία τους, χωρίς εξωτερικές επιρροές ή την επιβολή διεθνών θεσμών και συμφωνιών που περιορίζουν την ανεξαρτησία τους.
Η Ρωσία, σε σχέση με την πολιτική του Donald Trump, βρίσκεται σε ένα ιδιαίτερο γεωπολιτικό και στρατηγικό σταυροδρόμι. Από τη μία πλευρά, ο Trump αντιπροσωπεύει μια ισχυρή αντίθεση προς την παγκοσμιοποίηση, την οποία η Ρωσία, όπως και άλλες μεγάλες δυνάμεις, βλέπει ως απειλή για την εθνική κυριαρχία και την αυτονομία της. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία αντιλαμβάνεται την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών, και ειδικά την πολιτική του Trump, ως μια δυνητική πρόκληση για τις δικές της στρατηγικές επιδιώξεις.
Η Ρωσία, υπό την ηγεσία του Vladimir Putin, έχει απορρίψει την παραχώρηση κυριαρχίας και έχει αντισταθεί σθεναρά στις πιέσεις της Δύσης. Η στρατηγική του Trump να διαλύσει την παγκοσμιοποίηση και να απομακρύνει τις φιλελεύθερες και παγκοσμιοποιητικές ελίτ ενδέχεται να θεωρηθεί ως μια σύγκρουση συμφερόντων για τη Ρωσία, η οποία βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά του φάσματος, επιδιώκοντας να διατηρήσει την κυριαρχία και την αυτονομία της.
Όσον αφορά τη συνεργασία ή σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, ο Trump δεν απορρίπτει εντελώς τη Ρωσία, αλλά η πολιτική του φαίνεται να επικεντρώνεται σε μια παγκόσμια διαμόρφωση όπου οι μεγάλες δυνάμεις (συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας) έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν την κυριαρχία τους, εντούτοις αυτό συμβαδίζει με την επιθυμία του να εξασφαλίσει τη δυναμική ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών, ειδικά έναντι της Κίνας και της παγκοσμιοποίησης.
Η Ρωσία δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει σοβαρές άμεσες προκλήσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τον Trump, δεδομένου ότι η οικονομική της δύναμη δεν συνιστά κύριο ανταγωνιστή για την αμερικανική ηγεμονία. Η μεγαλύτερη απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η Κίνα, και ο Trump επικεντρώνεται σε αυτήν, προσπαθώντας να αποδυναμώσει την οικονομική και εμπορική της επιρροή. Ωστόσο, η Ρωσία παραμένει μια στρατηγική δύναμη και μπορεί να αποκομίσει οφέλη από την πολιτική του Trump, εφόσον αυτή την επιτρέπει να διατηρήσει τη δική της ισχυρή θέση στον παγκόσμιο χάρτη.
Η περιοχή της Μέσης Ανατολής παραμένει προβληματική για τον Trump, κυρίως λόγω της πολιτικής του Ιράν και του αντι-ισραηλινού συνασπισμού. Ο Trump ακολουθεί μια φιλοϊσραηλινή πολιτική, και αυτό τον φέρνει σε σύγκρουση με το Ιράν και τις ισλαμικές χώρες που αντιτίθενται στο Ισραήλ. Η Ρωσία, που διατηρεί στενές σχέσεις με το Ιράν και άλλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής, πιθανώς θα βρει αυτή την πολιτική εχθρική για τα συμφέροντά της στην περιοχή.
Συνολικά, η Ρωσία θα προσεγγίσει τον Trump με επιφυλάξεις, παρακολουθώντας προσεκτικά τις εξελίξεις στη διεθνή πολιτική σκηνή και τις γεωπολιτικές ισορροπίες, ενώ παράλληλα θα προσπαθήσει να διατηρήσει τη δική της αυτονομία και κυριαρχία, εν μέσω της αυξανόμενης αντιπαλότητας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικά στις περιοχές της Ευρασίας και της Μέσης Ανατολής.
Ο Donald Trump, ως πολιτικός ηγέτης των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει επισημάνει την αλλαγή στην παγκόσμια γεωπολιτική και την αναγκαία μετάβαση από την εποχή της παγκοσμιοποίησης στην κυριαρχία των εθνικών κρατών. Αυτή η αλλαγή έχει βαθιές επιπτώσεις για το διεθνές σύστημα, δημιουργώντας τις συνθήκες για τη διαμόρφωση ενός πολυπολικού κόσμου, στον οποίο πολλές μεγάλες δυνάμεις διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο. Ας δούμε λεπτομερέστερα τις βασικές περιοχές και τις χώρες που επηρεάζονται από την πολιτική του Trump και πώς αυτή η νέα τάξη πραγματικότητας εξελίσσεται.
Η Ινδία, υπό την ηγεσία του Narendra Modi, είναι μια χώρα που αντλεί από κοινού αξίες με τον Trump, κυρίως την προώθηση της κυριαρχίας των εθνών, την αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση και την εστίαση στις παραδοσιακές αξίες. Ο Modi θεωρείται από τον Trump ως ο «δεξιός ηγέτης» μιας ανερχόμενης μεγάλης δύναμης. Η Ινδία, αντιμέτωπη με την πρόκληση της Κίνας στην περιοχή, βλέπει την Αμερική ως στρατηγικό εταίρο, και η συνεργασία με τις ΗΠΑ μπορεί να ενισχύσει τη θέση της στη Νότια Ασία.
Η πολιτική του Trump «Make America Great Again» (MAGA) μπορεί να συνδεθεί με την αντίστοιχη πρόταση της Ινδίας «Make India Great Again» (MIGA), με στόχο την ενίσχυση της εθνικής κυριαρχίας και την αντίσταση στην επιρροή της Κίνας. Η Ινδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες μοιράζονται κοινά συμφέροντα στην περιφερειακή ασφάλεια, καθώς και στην αμυντική συνεργασία, και η Ινδία θεωρεί την Κίνα ως έναν κυριότερο αντίπαλο. Αυτό δημιουργεί μια σημαντική στρατηγική συμμαχία μεταξύ των δύο χωρών, η οποία είναι σημαντική για την αμερικανική στρατηγική στην περιοχή.
Η Κίνα είναι ο βασικός στρατηγικός αντίπαλος του Trump, ειδικά σε ό,τι αφορά την οικονομία και την παγκόσμια ηγεμονία. Ο Trump αναγνωρίζει ότι η άνοδος της Κίνας ως παγκόσμια δύναμη απειλεί την αμερικανική ηγεμονία και την οικονομική κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών. Η διαμάχη στον εμπορικό τομέα είναι χαρακτηριστική της πολιτικής του, με τις ΗΠΑ να επιδιώκουν να μειώσουν το εμπορικό έλλειμμα και να περιορίσουν την επιρροή της Κίνας στον παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό χάρτη.
Ο Trump ξεκίνησε έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, επιβάλλοντας δασμούς σε κινεζικά προϊόντα και ζητώντας μια «δίκαιη» εμπορική συμφωνία που θα ευνοεί τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο στόχος του είναι να μειώσει την εξάρτηση της Αμερικής από την Κίνα και να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό έχει σημαντικές γεωπολιτικές συνέπειες, καθώς η Κίνα αναγκάζεται να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που επιβάλλει η αμερικανική στρατηγική, με στόχο να διατηρήσει την κυριαρχία της.
Η Ρωσία, σύμφωνα με την πολιτική του Trump, δεν αποτελεί την κύρια απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και η Ρωσία έχει ακολουθήσει έναν αυτόνομο δρόμο, με την επιδίωξη να ανακτήσει την πολιτική και στρατιωτική της ισχύ, η προσέγγιση του Trump είναι διαφορετική από αυτή των προκατόχων του. Ενώ ο Trump δεν απορρίπτει τη Ρωσία ως σύμμαχο, η στρατηγική του εστιάζει περισσότερο στην αναγνώριση της Ρωσίας ως μιας ισχυρής, κυρίαρχης χώρας που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια πολιτική, χωρίς όμως να τίθεται σε ανταγωνισμό με την αμερικανική ηγεμονία.
Η Ρωσία, όπως και άλλες μεγάλες δυνάμεις, αντιμετωπίζει τη διαδικασία της πολυπολικότητας με ενδιαφέρον, καθώς η γεωπολιτική της θέση μπορεί να ενδυναμωθεί στην εποχή της αποδυνάμωσης της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Παρά τις διαφορές σε τομείς όπως η Ουκρανία, η Συρία και η Μέση Ανατολή, η Ρωσία φαίνεται να είναι ικανή να διαχειριστεί τις αντιφάσεις στην πολιτική του Trump, δεδομένου του κοινού στόχου για την αντίσταση στις παγκόσμιες φιλελεύθερες ελίτ.
Η περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον Trump, καθώς προσεγγίζει την περιοχή από τη σκοπιά της ενίσχυσης του Ισραήλ και της υπεράσπισης του συμφέροντος των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή. Ο Trump έχει τονίσει τη σημασία του Ισραήλ ως στρατηγικού συμμάχου και έχει επικεντρωθεί στην ενίσχυση των σχέσεων με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Benjamin Netanyahu, που τον βλέπει ως πολιτικό σύμμαχο με παρόμοιες ιδεολογικές αξίες.
Η αντίθεση του Trump με το Ιράν και τους σιιτικούς συμμάχους του στην περιοχή είναι επίσης έντονη. Η προσέγγιση αυτή δημιουργεί εντάσεις και αντιφάσεις, δεδομένων των σημαντικών γεωπολιτικών συμφερόντων που διακυβεύονται στην περιοχή. Η ενίσχυση του Ισραήλ και η αποστασιοποίηση από το Ιράν, η απομάκρυνση από το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA) και η στρατηγική κατά των ισλαμικών χωρών συνιστούν τα κύρια χαρακτηριστικά της αμερικανικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή.
Η Λατινική Αμερική αποτελεί μια περιοχή που εκνευρίζει τον Trump, κυρίως λόγω των θεμάτων που σχετίζονται με τη μετανάστευση, το οργανωμένο έγκλημα και την αλληλεπίδραση με τις Ηνωμένες Πολιτείες στα σύνορα. Η κατασκευή του τοίχου στα νότια σύνορα είναι ενδεικτική της θέσης του Trump για την περιοχή. Παρά την ανησυχία του για τις συνέπειες της μετανάστευσης και των κοινωνικών προκλήσεων που προκαλούν τα καρτέλ ναρκωτικών και οι εγκληματικές συμμορίες, η Λατινική Αμερική μπορεί να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ινδίας και άλλων περιοχών, αναζητώντας νέες ευκαιρίες για κυριαρχία και ανασυγκρότηση.
Η Αφρική, ως ήπειρος με πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, δεν έχει τη στρατηγική σημασία για τον Trump όπως οι άλλες περιοχές. Ωστόσο, η Αμερική αναλαμβάνει ενεργή στάση σε ορισμένα ζητήματα, όπως την αντίσταση στην καταπίεση των λευκών γαιοκτημόνων στη Νότια Αφρική. Παρά τις περιορισμένες στρατηγικές σχέσεις, η Αφρική θα μπορούσε να ωφεληθεί από την αναδυόμενη πολυπολικότητα, με τις χώρες της ηπείρου να διεκδικούν ισχυρότερη παρουσία στην παγκόσμια σκηνή.
Ο Trump, με την πολιτική του για την ανασυγκρότηση των ΗΠΑ και την αντίθεση στην παγκοσμιοποίηση, συμβάλλει, αν και χωρίς να το επιδιώκει συνειδητά, στην ανάπτυξη ενός πολυπολικού κόσμου. Οι μεγάλες δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία, η Ευρώπη, η Λατινική Αμερική και η Αφρική, ενδέχεται να εξετάσουν τις ευκαιρίες για ισχυρότερη κυριαρχία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες αναζητούν έναν νέο, πιο στρατηγικό τρόπο για να διατηρήσουν την ηγεμονία τους.