breaking newsΔιεθνή

Η στρατηγική των δασμών για τις ΗΠΑ: Ποιοι είναι οι πραγματικοί λόγοι πίσω από την πολιτική αυτή

Ο Τραμπ, μετά από αρχική επίθεση σε όλους τους τομείς, αποφάσισε να περιορίσει τη στρατηγική του και να εστιάσει αποκλειστικά στην αντιμετώπιση του κύριου οικονομικού του ανταγωνιστή, την Κίνα. Στο πλαίσιο αυτό, αύξησε τους δασμούς για τις κινεζικές εξαγωγές στις ΗΠΑ στο 145%, τη στιγμή που το Πεκίνο είχε αντιδράσει με δασμούς της τάξεως του 84% στο πρώτο κύμα δασμών από την πλευρά του Τραμπ.

Παράλληλα, έκανε μια στρατηγική κίνηση, αναστέλλοντας για τρεις μήνες την επιβολή δασμών προς τους υπόλοιπους εμπορικούς εταίρους. Αυτή η απόφαση, αν και επηρεάστηκε από την αναστάτωση στα χρηματιστήρια, ήταν κυρίως αποτέλεσμα των πιέσεων από την αγορά ομολόγων, τη δανειοδοτική αγορά και τα αυξημένα επιτόκια, τα οποία απειλούσαν τη σταθερότητα της υπερδανεισμένης Δύσης.

Η Κίνα, όμως, αποτελεί μόνο ένα μέρος του ευρύτερου προβλήματος. Το 2024, τα εμπορικά ελλείμματα των ΗΠΑ με τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου ήταν τεράστια. Με την Κίνα το έλλειμμα άγγιξε τα 295,4 δισεκατομμύρια δολάρια, με την Ευρωπαϊκή Ένωση 235,6 δισεκατομμύρια, με το Μεξικό 171,8 δισεκατομμύρια, με το Βιετνάμ 123,5 δισεκατομμύρια, με την Ταϊβάν 73,9 δισεκατομμύρια, με την Ιαπωνία 68,5 δισεκατομμύρια, με τη Νότια Κορέα 66,0 δισεκατομμύρια, με τον Καναδά 63,3 δισεκατομμύρια, με την Ινδία 5,7 δισεκατομμύρια, και με την Ταϊλάνδη 45,6 δισεκατομμύρια. Το συνολικό έλλειμμα των ΗΠΑ ξεπέρασε το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για το 2024.

Επιπλέον, είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψη τον παγκόσμιο πληθυσμό, ο οποίος ανέρχεται σε 8 δισεκατομμύρια ανθρώπους, με τις ΗΠΑ να έχουν πληθυσμό 350 εκατομμύρια. Ο 21ος αιώνας έχει φέρει δραματικές αλλαγές στους παγκόσμιους συσχετισμούς. Μέχρι το 2000, η Δύση κατείχε το 75% της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής, εκ των οποίων το 25% αντιστοιχούσε στις ΗΠΑ, ενώ η Κίνα είχε μόλις το 6%. Σήμερα, η Κίνα κατέχει περίπου το 35% της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής, ενώ οι ΗΠΑ μόλις το 12%. Η Γερμανία κατέχει το 4%, και η Γαλλία και η Ιταλία από 2%.

Η αγορά των ΗΠΑ, αν και σημαντική λόγω της αγοραστικής δύναμης των 350 εκατομμυρίων κατοίκων, είναι περιορισμένη σε σύγκριση με τα 5 δισεκατομμύρια της Ασίας, το 1,5 δισεκατομμύριο της Αφρικής και τα 500 εκατομμύρια της Λατινικής Αμερικής. Επιπλέον, η Κίνα έχει επενδύσει σε σημαντικά έργα υποδομής που ενισχύουν τις εξαγωγές της και την πρόσβαση σε πρώτες ύλες. Στον διεθνή εμπορικό στίβο, η Κίνα έχει αναπτύξει ισχυρές εμπορικές και υποδομικές σχέσεις με πολλές χώρες.

Επιπλέον, οι αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα δεν πρόκειται να αποσυρθούν εύκολα, καθώς παράγουν εκεί με πολύ ανταγωνιστικούς όρους για πωλήσεις εκτός των ΗΠΑ. Όπως για παράδειγμα ο Elon Musk, ο οποίος δεν μπορεί να σταματήσει την παραγωγή των Tesla στην Κίνα, καθώς αυτά προορίζονται για αγορές εκτός των ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ, πολλές ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν εργοστάσια στις ΗΠΑ τα χρησιμοποιούν αποκλειστικά για την αμερικανική αγορά.

Το χρέος των ΗΠΑ ήταν απειλητικό

Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η αμερικανική αντίδραση, παρά το γεγονός ότι οι δασμοί και το ύψος τους ενέχουν κινδύνους, δεν ήταν απλώς ιδιοτροπία του Ντόναλντ Τραμπ. Η αντίδραση αυτή ήταν επιβεβλημένη, καθώς η αμερικανική οικονομία είχε εισέλθει σε μια κρίσιμη φάση. Το χρέος των ΗΠΑ το 2024 έφτασε σε πρωτοφανές ιστορικό ύψος, αγγίζοντας το 130% του ΑΕΠ, και το συνολικό ποσό του χρέους ανήλθε σε περίπου 35 τρισεκατομμύρια δολάρια. Παράλληλα, οι ετήσιες δαπάνες για την εξυπηρέτηση αυτού του χρέους, μόνο από τους τόκους, ξεπερνούσαν το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια. Επιπλέον, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με ανταγωνιστικές οικονομίες συνεχώς αυξανόταν.

Η κατάσταση αυτή έφτασε σε αυτό το σημείο, εν μέρει λόγω της στρατηγικής της κυβέρνησης Μπάιντεν να ξοδεύει αλόγιστα χρήματα, συχνά χωρίς αντίκρισμα, κυρίως σε στρατιωτικές δαπάνες και συντηρώντας 1.000 στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον κόσμο. Παρά το τεράστιο κόστος αυτών των στρατιωτικών δαπανών, οι βάσεις αυτές δεν κατάφεραν να αποδυναμώσουν τη Ρωσία ούτε να εμποδίσουν την Κίνα, η οποία συνεχίζει την εντυπωσιακή άνοδό της στην παγκόσμια οικονομική σκηνή, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει ούτε μία στρατιωτική βάση εκτός του εδάφους της.

Οι ΗΠΑ, με τη συμμετοχή των δυτικών συμμάχων τους, περικύκλωσαν τη Ρωσία από το βορρά (Νορβηγία) μέχρι το νότο (Γεωργία) και την προκάλεσαν σε διάφορα επίπεδα, οργανώνοντας το 2014 το πραξικόπημα στην Ουκρανία και εγκαθιστώντας κυβερνήσεις υπό την επιρροή τους στην περιοχή. Αντίστοιχα, με την Κίνα, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους εγκατέστησαν δεκάδες στρατιωτικές βάσεις σε στρατηγικά σημεία απέναντι από αυτήν, όπως στην Ιαπωνία, την Κορέα και τις Φιλιππίνες. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρξε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα για την αλλαγή της πορείας αυτών των χωρών.

Πέρα από τους δασμούς, οι ΗΠΑ διαθέτουν και άλλα εργαλεία για να επηρεάσουν τις παγκόσμιες οικονομικές ισορροπίες. Ένα από αυτά είναι η υποτίμηση του δολαρίου, η οποία καθιστά τα αμερικανικά προϊόντα πιο ανταγωνιστικά διεθνώς, μειώνοντας την επίπτωση των δασμών. Ταυτόχρονα, η υποτίμηση του δολαρίου διευκολύνει και την εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους. Επιπλέον, είναι εμφανές ότι οι στρατιωτικές δαπάνες στις ΗΠΑ θα περιοριστούν, καθώς απέτυχαν να εξυπηρετήσουν την παραδοσιακή στρατηγική, η οποία προέβλεπε πρώτα την αποδυνάμωση της Ρωσίας και στη συνέχεια την αντιμετώπιση της Κίνας.

Η Ρωσία, παρά τις εξωτερικές πιέσεις, όχι μόνο αντέχει, αλλά το 2024 παρουσίασε ανάπτυξη 4,1% του ΑΕΠ, προχωρώντας σε εντυπωσιακές προσαρμογές στην παραγωγή αγαθών που προηγουμένως εισήγαγε. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν πρόσφατα υπενθύμισε ότι οι δυτικές χώρες έχουν επιβάλει στη Ρωσία συνολικά 28.595 κυρώσεις μέχρι σήμερα. Αντίστοιχα, η ανάπτυξη της Ευρωζώνης το 2024 ήταν μόλις 0,9%, ενώ στις χώρες του G7 η ανάπτυξη ανήλθε σε 1,9%. Στην αντίθετη κατεύθυνση, οι χώρες των BRICS, που κυριαρχούν στον παγκόσμιο Νότο, σημείωσαν ανάπτυξη 4,9%, δείχνοντας μια σαφή διαφοροποίηση στην παγκόσμια οικονομική δυναμική.

Η αυτοχειρία της Ευρώπης

Και για όλα αυτά, η Ευρώπη δηλώνει πρόθυμη να αναλάβει το βάρος που ξεφορτώνονται οι ΗΠΑ. Δεν φτάνει που η ενέργεια που χρειάζεται είναι πλέον πανάκριβη σε σχέση με τις ανταγωνιστικές οικονομίες, μετά την αποσύνδεσή της από την προνομιακή ρωσική αγορά, τώρα αναλαμβάνει με υπέρογκα δάνεια στρατιωτικές δαπάνες, που οι οικονομίες των χωρών μελών δεν μπορούν να σηκώσουν.

Επιπλέον δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι απέναντι στους αμερικανικούς δασμούς, όλες οι χώρες μέλη θα τηρήσουν ενιαία στάση και δεν θα βρεθούν κράτη που θα συνάψουν ειδικές συμφωνίες, αμοιβαίου περιορισμού των δασμών, ολοκληρώνοντας την εικόνα Βαβέλ για την ΕΕ που είναι φαβορί για το τίτλο του μεγάλου χαμένου στο πόκερ των δασμών.

Prime News.

Back to top button