
Διεθνής κατακραυγή για επίθεση Ισραηλινών κατά διπλωματών στη Δυτική Όχθη Πληθαίνουν οι χώρες που καλούν τους ισραηλινούς πρεσβευτές για εξηγήσεις
Έντονες αντιδράσεις από τη διεθνή κοινότητα έχει προκαλέσει η επίθεση του ισραηλινού στρατού με πραγματικά πυρά εναντίον διπλωματικής αντιπροσωπείας στη Τζενίν της Δυτικής Όχθης, την Τετάρτη 21 Μαΐου.
Στο στόχαστρο βρέθηκε ομάδα περίπου 20 διπλωματών που συμμετείχαν σε προγραμματισμένη επίσκεψη στην περιοχή, εκπροσωπώντας χώρες από την Ευρώπη, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Σύμφωνα με μαρτυρίες, η αποστολή είχε γνωστοποιηθεί εκ των προτέρων και είχε συντονιστεί με τις ισραηλινές αρχές, κάτι που εντείνει τη σοβαρότητα του περιστατικού.
Οι διπλωμάτες μετέβαιναν στην περιοχή για να αξιολογήσουν τις συνθήκες που επικρατούν σε μια από τις πιο ευαίσθητες και τεταμένες ζώνες της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης, όταν δέχθηκαν απρόκλητα πυρά. Το επεισόδιο σημειώθηκε κατά τη διάρκεια επιχείρησης του ισραηλινού στρατού στην Τζενίν, ωστόσο δεν έχουν δοθεί επίσημες εξηγήσεις για το πώς και γιατί η διπλωματική αποστολή βρέθηκε στο επίκεντρο των πυρών.
Μέχρι στιγμής, δεν έχουν αναφερθεί τραυματισμοί, όμως η πράξη αυτή χαρακτηρίζεται από διπλωματικές πηγές ως κατάφωρη παραβίαση των διεθνών κανόνων και ως απαράδεκτη επίθεση κατά εκπροσώπων ξένων κρατών.
Η ενέργεια αυτή έχει προκαλέσει οξύτατες αντιδράσεις τόσο σε διπλωματικό επίπεδο όσο και σε διεθνείς οργανισμούς, με αρκετές χώρες να ζητούν εξηγήσεις και να καταδικάζουν το περιστατικό. Εκπρόσωποι κρατών που συμμετείχαν στην αποστολή έκαναν λόγο για ενέργεια που θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη διπλωματική παρουσία στην περιοχή και υπονομεύει κάθε προσπάθεια παρακολούθησης και ειρηνευτικής παρέμβασης. Το συμβάν προσθέτει νέα ένταση στις ήδη έκρυθμες σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και της διεθνούς κοινότητας, την ώρα που η κατάσταση στη Δυτική Όχθη παραμένει εξαιρετικά ασταθής.
Σε αυστηρό τόνο αντέδρασαν Καναδάς και Μεξικό στο περιστατικό με τα πυρά Ισραηλινών στρατιωτών κατά διεθνούς διπλωματικής αποστολής στην Τζενίν της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης, κατά τη διάρκεια επίσκεψης την Τετάρτη 21 Μαΐου. Ο πρωθυπουργός του Καναδά, Μαρκ Κάρνι, χαρακτήρισε τις πράξεις των ισραηλινών δυνάμεων «εντελώς απαράδεκτες» και δήλωσε πως αναμένει άμεσες εξηγήσεις από το Ισραήλ, καθώς στην αποστολή συμμετείχαν και τέσσερις Καναδοί διπλωμάτες. Ο Κάρνι αποκάλυψε επίσης ότι η υπουργός Εξωτερικών, Ανίτα Άναντ, κάλεσε τον Ισραηλινό πρέσβη στην Οτάβα προκειμένου να απαιτήσει επίσημες διευκρινίσεις για το περιστατικό.
Αντίστοιχη στάση υιοθέτησε και η κυβέρνηση του Μεξικού, μέσω ανακοίνωσης του υπουργείου Εξωτερικών της χώρας. Η μεξικανική διπλωματία έκανε σαφές ότι θα καλέσει την πρεσβεία του Ισραήλ ώστε να δώσει τις απαραίτητες εξηγήσεις, καθώς μεταξύ των 32 χωρών που συμμετείχαν στην επίσκεψη στην Τζενίν βρίσκονταν και Μεξικανοί διπλωμάτες. Η ανακοίνωση έγινε μέσω της πλατφόρμας Χ (πρώην Twitter), υπογραμμίζοντας την έντονη ενόχληση της μεξικανικής πλευράς για την επικίνδυνη έκθεση των απεσταλμένων της σε ένοπλη επίθεση, την οποία οι ισραηλινές δυνάμεις περιγράφουν ως «προειδοποιητικά πυρά».
Οι αντιδράσεις αυτές εντάσσονται στο γενικότερο κύμα διεθνούς καταδίκης που έχει ξεσπάσει για το περιστατικό, εντείνοντας τις πιέσεις προς το Ισραήλ να δώσει σαφείς και πειστικές απαντήσεις για τα κίνητρα και τις συνθήκες της επίθεσης, την οποία αρκετοί θεωρούν σοβαρή παραβίαση διπλωματικών πρωτοκόλλων και διεθνούς δικαίου.
Η κυβέρνηση της Ουρουγουάης κάλεσε την Τετάρτη την πρεσβεύτρια του Ισραήλ στο Μοντεβιδέο, Μιχάλ Χέρσκοβιτς, ζητώντας επίσημες διευκρινίσεις για τα πυρά που δέχθηκε διεθνής διπλωματική αποστολή στην Τζενίν της Δυτικής Όχθης, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και ο ουρουγουανός πρεσβευτής Φερνάντο Αρόγιο.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών της χώρας, η αποστολή αποτελούνταν από διπλωμάτες διαπιστευμένους στο κράτος της Παλαιστίνης και κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους δέχθηκαν πυρά από ισραηλινούς στρατιώτες, χωρίς προειδοποίηση. Η ουρουγουανή κυβέρνηση κατήγγειλε ανοιχτά το περιστατικό ως απαράδεκτη επίθεση εναντίον διπλωματικού προσωπικού και κάλεσε τις ισραηλινές αρχές να προχωρήσουν άμεσα σε πλήρη διερεύνηση των γεγονότων.
Παράλληλα, ζητά να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα ώστε να διασφαλιστεί η προστασία των διπλωματών που βρίσκονται στην περιοχή, κάνοντας λόγο για σοβαρή παραβίαση της διπλωματικής ασυλίας και των θεμελιωδών κανόνων του διεθνούς δικαίου. Η παρέμβαση της Ουρουγουάης προστίθεται στις αυξανόμενες πιέσεις που δέχεται το Ισραήλ από κράτη της Λατινικής Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας, μετά το επεισόδιο που έχει προκαλέσει παγκόσμιο διπλωματικό σεισμό.
Κύμα διεθνών αντιδράσεων έχει προκαλέσει το περιστατικό με τα πυρά ισραηλινών στρατιωτών κατά διπλωματικής αποστολής στην Τζενίν της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης, με δεκάδες κυβερνήσεις να εκφράζουν ανοιχτά την αγανάκτησή τους και να ζητούν επίσημες εξηγήσεις από το Ισραήλ. Όπως έπραξε και η κυβέρνηση της Ουρουγουάης, πέντε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες –Ρώμη, Παρίσι, Μαδρίτη, Λισαβόνα και Βρυξέλλες– κάλεσαν τους Ισραηλινούς πρέσβεις ή επιτετραμμένους για να δώσουν απαντήσεις για τη στοχοποίηση των διπλωματών, ανάμεσα στους οποίους βρίσκονταν εκπρόσωποι 32 χωρών.
Η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλας χαρακτήρισε «απαράδεκτη» οποιαδήποτε απειλή κατά της ζωής διπλωματών, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για ζήτημα που αγγίζει τον πυρήνα του διεθνούς δικαίου και της προστασίας των επίσημων αποστολών. Από πλευράς Ηνωμένων Εθνών, ο γενικός γραμματέας Αντόνιο Γκουτέρες κάλεσε το Ισραήλ να προχωρήσει άμεσα σε «λεπτομερή και πλήρη έρευνα» για το επεισόδιο, αφήνοντας σαφές το μήνυμα ότι δεν μπορεί να υπάρξει ασυλία για τέτοιες πράξεις.
Το περιστατικό καταδίκασαν ανοιχτά μια σειρά χωρών, μεταξύ των οποίων η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Ολλανδία, η Ρουμανία, η Τουρκία, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος, ανεβάζοντας τον διπλωματικό αντίκτυπο σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι καταγγελίες αυτές αναδεικνύουν τη σοβαρότητα του γεγονότος και ενισχύουν τις πιέσεις προς την ισραηλινή πλευρά για διαφάνεια, λογοδοσία και ουσιαστική αλλαγή στάσης απέναντι στο διπλωματικό προσωπικό που δρα σε ευαίσθητες ζώνες.
Ο ισραηλινός στρατός επιβεβαίωσε χθες πως άνοιξε «προειδοποιητικά» πυρά κατά τη διάρκεια επίσκεψης διπλωματών στην Τζενίν της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και δύο Μεξικανοί εκπρόσωποι. Η αποστολή είχε οργανωθεί από την Παλαιστινιακή Αρχή και εντάσσεται στο πλαίσιο επίσημων επαφών που πραγματοποιούνται στην περιοχή από το διαπιστευμένο διπλωματικό σώμα.
Σύμφωνα με το ανακοινωθέν του ισραηλινού στρατού, η διπλωματική ομάδα φέρεται να παρεξέκλινε από το «εγκεκριμένο δρομολόγιο» και να εισήλθε σε επιχειρησιακή ζώνη όπου δεν είχε λάβει σχετική άδεια παρουσίας. Όπως σημειώνεται, οι στρατιώτες που επιχειρούσαν στο σημείο αντέδρασαν ρίχνοντας προειδοποιητικά πυρά, με στόχο την απομάκρυνση των οχημάτων. Ο στρατός εκφράζει τη «λύπη» του για το συμβάν, ωστόσο η εξήγηση αυτή έρχεται σε έντονη αντίθεση με τις διεθνείς καταγγελίες περί απρόκλητης στοχοποίησης.
Το επεισόδιο σημειώνεται σε μια περίοδο έντονης διεθνούς πίεσης προς το Ισραήλ, τόσο για την επιχείρηση στην Τζενίν όσο και για την ευρύτερη στρατιωτική δράση στη Λωρίδα της Γάζας. Παρά τη συγγνώμη, η αντίδραση των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων δεν φαίνεται να κατευνάζει τις αντιδράσεις, καθώς πολλές κυβερνήσεις εξακολουθούν να ζητούν πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης και διασφάλιση της ασφάλειας των διπλωματών στην περιοχή.
Σε ευθεία αμφισβήτηση της εκδοχής του ισραηλινού στρατού για τα πυρά που ρίχτηκαν κατά διπλωματικής αποστολής στην Τζενίν προχώρησε η κυβέρνηση του Μεξικού, επισημαίνοντας ότι δεν υπήρξε καμία ένδειξη πως η αποστολή εισήλθε σε μη εγκεκριμένο τομέα. Το μεξικανικό υπουργείο Εξωτερικών υπογράμμισε ότι ουδείς αξιωματικός ή εκπρόσωπος του ισραηλινού κράτους προσέγγισε ποτέ την ομάδα των διπλωματών για να τους ενημερώσει ή να τους προειδοποιήσει, όπως υποστήριξε ο ισραηλινός στρατός.
Σε επίσημη ανακοίνωση, το Μεξικό κατήγγειλε ότι η ενέργεια των Ισραηλινών στρατιωτών συνιστά παραβίαση του άρθρου 29 της Σύμβασης της Βιέννης για τις Διπλωματικές Σχέσεις, το οποίο προβλέπει ρητά την υποχρέωση των κρατών να προστατεύουν την ακεραιότητα και την ασφάλεια των διαπιστευμένων διπλωματικών εκπροσώπων. Το υπουργείο υπενθύμισε ότι το Ισραήλ είναι συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση και δεσμεύεται νομικά από τις διατάξεις της.
Η τοποθέτηση αυτή έρχεται να ενισχύσει τις διεθνείς πιέσεις προς το Ισραήλ για πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης και εντείνει τη διπλωματική απομόνωση της ισραηλινής πλευράς, καθώς το περιστατικό στη Δυτική Όχθη συνεχίζει να προκαλεί ισχυρούς τριγμούς στις σχέσεις του Τελ Αβίβ με χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται η διεθνής κατακραυγή για την επίθεση του ισραηλινού στρατού κατά διπλωματικής αποστολής στην Τζενίν, με το παλαιστινιακό Υπουργείο Εξωτερικών να καταγγέλλει χρήση πραγματικών πυρών και να κατηγορεί ευθέως το Ισραήλ για σοβαρή παραβίαση των διεθνών συμβάσεων που προστατεύουν το διπλωματικό προσωπικό. Όπως επιβεβαίωσε η Παλαιστινιακή Αρχή, η ίδια είχε διοργανώσει την επίσκεψη, στην οποία συμμετείχαν διπλωμάτες από χώρες όπως η Γαλλία, η Βρετανία, η Ισπανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Κίνα, η Τουρκία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία και το Μεξικό.
Η αφήγηση του ισραηλινού στρατού περί «προειδοποιητικών πυρών» απορρίπτεται με αυξανόμενο σκεπτικισμό. Ένας δυτικός αξιωματούχος που συμμετείχε στην αποστολή δήλωσε ξεκάθαρα πως «δεν πρόκειται για ταλαιπωρία, όπως ισχυρίζεται ο ισραηλινός στρατός. Πρόκειται για σοβαρό περιστατικό στο οποίο θα αντιδράσουμε κατάλληλα». Η δήλωση αυτή ενισχύει το βάρος των διεθνών αντιδράσεων και καταδεικνύει ότι η επίθεση αντιμετωπίζεται ως ξεκάθαρη πρόκληση με διπλωματικές συνέπειες.
Το επεισόδιο έχει μετατραπεί σε πολλαπλό μέτωπο κρίσης για το Ισραήλ, με καταγγελίες να συσσωρεύονται από διεθνείς οργανισμούς, ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, κράτη της Λατινικής Αμερικής, και περιφερειακές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής. Οι ισχυρισμοί περί παραβίασης των κανόνων της Σύμβασης της Βιέννης και η χρήση ένοπλης βίας κατά εκπροσώπων ξένων κρατών εντείνουν την πίεση για πλήρη διαλεύκανση του περιστατικού και ανάληψη ευθυνών.
Το περιστατικό με τα ισραηλινά πυρά κατά διεθνούς διπλωματικής αποστολής στην Τζενίν έρχεται σε μια στιγμή έντονης πίεσης για το Ισραήλ, καθώς η διεθνής κοινότητα εντείνει τις επικρίσεις της για τον πόλεμο στη Γάζα και την αυξανόμενη βία στη Δυτική Όχθη. Η στοχοποίηση διπλωματών, αν τελικά επιβεβαιωθεί ως απρόκλητη ενέργεια, απειλεί να επιβαρύνει καθοριστικά τις σχέσεις του Ισραήλ με βασικούς συμμάχους του, ανοίγοντας νέο κύκλο αντιπαράθεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και με χώρες-κλειδιά του δυτικού κόσμου.
Η επίσημη θέση του ισραηλινού στρατού περί «προειδοποιητικών πυρών» και «παρέκκλισης από εγκεκριμένο δρομολόγιο» αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό, ενώ χώρες όπως το Μεξικό, ο Καναδάς και η Ουρουγουάη διαψεύδουν ότι υπήρξε οποιαδήποτε σχετική ειδοποίηση ή παράβαση εκ μέρους της αποστολής. Διπλωματικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η έλλειψη διαφάνειας και λογοδοσίας από πλευράς Τελ Αβίβ ενδέχεται να βαθύνει περαιτέρω την πολιτική απομόνωση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος ήδη βρίσκεται αντιμέτωπος με αυξανόμενη διεθνή δυσπιστία.
Το κρίσιμο ερώτημα πλέον είναι αν το Ισραήλ θα επιλέξει να προχωρήσει σε επίσημη συγγνώμη και ανάληψη ευθύνης, ή αν θα ακολουθήσει γραμμή άρνησης και υπεκφυγής, προκαλώντας ευρύτερες διπλωματικές αναταράξεις. Η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας –ειδικά από συμμάχους που μέχρι πρόσφατα τηρούσαν μετριοπαθή στάση– δείχνει ότι το επεισόδιο στην Τζενίν μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια ευρύτερη κρίση εμπιστοσύνης στις σχέσεις Ισραήλ–Δύσης.