Η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, ιδιαίτερα σε σχέση με την επιβολή δασμών και την εμπορική του στρατηγική, φαίνεται να προκαλεί ανησυχία και αντιδράσεις στις περισσότερες κυβερνήσεις, ενώ η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ελληνικής κυβέρνησης είναι αρκετά έντονη. Ωστόσο, αυτή η πολιτική δεν αποτελεί ξαφνικό φαινόμενο, καθώς είχε εξαγγελθεί αρκετά νωρίτερα.
Συγκεκριμένα, κατά την προεκλογική του εκστρατεία το 2016, ο Τραμπ είχε θέσει ως κεντρικό μήνυμα το «America First», κάτι που συνεχίζεται και σήμερα με τη στρατηγική των δασμών και της προστασίας της αμερικανικής βιομηχανίας.
Αυτή η στρατηγική, αν και σοκάρει πολλές κυβερνήσεις, δεν είναι καινούργια. Αποτελεί την υλοποίηση ενός στρατηγικού σχεδίου που είχε διατυπωθεί πολλά χρόνια πριν, αλλά κλιμακώθηκε έντονα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016.
Το λάθος που διαπράττουν πολλοί αναλυτές είναι ότι εστιάζουν πρώτα στην προσωπικότητα και τα «ψυχολογικά» χαρακτηριστικά του Τραμπ και έπειτα προσπαθούν να αναλύσουν τις συνέπειες των μέτρων του. Αυτή η προσέγγιση, όμως, αποπροσανατολίζει και ενδέχεται να καλύπτει την έλλειψη στρατηγικής και πολιτικής προοπτικής από τις κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα η Κομισιόν φαίνεται ανήμπορη να καταλήξει σε κοινές πολιτικές που να καθορίσουν την πορεία της Ε.Ε. για το μέλλον, ενώ οι εξαγγελίες του Τραμπ είναι σαφείς και ενιαίες.
Αν δούμε τα πράγματα από την πλευρά της ιστορίας, η στρατηγική του Τραμπ ξεκίνησε ήδη από την προεκλογική περίοδο του 2016, όταν τόσο ο ίδιος όσο και η Χίλαρι Κλίντον αντιτάχθηκαν στη συμφωνία Τρανς-Ειρηνικού Εμπορίου (Trans-Pacific Partnership), η οποία είχε ως στόχο την εξάλειψη σημαντικών δασμών για τα προϊόντα που παράγονται στις ΗΠΑ.
Η συμφωνία αυτή είχε διαπραγματευτεί από τον πρώην πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, όμως ο Τραμπ, κατά την πρώτη του θητεία, προχώρησε στην επιβολή δασμών στις κινεζικές εισαγωγές, κάτι που συνεχίστηκε και με τον Τζο Μπάιντεν με το Inflation Reduction Act, το οποίο προσπαθεί να επαναφέρει την αμερικανική βιομηχανία στο πλαίσιο της πράσινης ανάπτυξης.
Η στρατηγική του Τραμπ αποσκοπεί στην «ανάκτηση» της αμερικανικής βιομηχανικής ισχύος, και για να το πετύχει, χρησιμοποιεί τις δασμολογικές πολιτικές ως εργαλείο. Αν και είναι ακόμα αβέβαιο εάν αυτή η πολιτική θα αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, το σίγουρο είναι ότι η πολιτική του Τραμπ δείχνει την απομάκρυνση από την αρχή του «ελεύθερου εμπορίου» που ίσχυε για αρκετές δεκαετίες.
Στόχος του δεν είναι η δημιουργία μιας νέας ισορροπίας στο παγκόσμιο εμπόριο, αλλά η «δημιουργική καταστροφή», η οποία θα επιφέρει νέες εμπορικές ισορροπίες, απολύτως προς όφελος των ΗΠΑ και της βιομηχανικής τους παραγωγής. Αυτό δείχνει ότι οι ΗΠΑ στοχεύουν σε μία μονοδιάστατη ευημερία, δίχως να ενδιαφέρονται για τις αρνητικές συνέπειες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Αυτό που καθιστά την πολιτική του Τραμπ ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι ότι δεν εξετάζει τις παραδοσιακές προσεγγίσεις των διπλωματικών διαπραγματεύσεων και της πολιτικής ισορροπίας, αλλά επιλέγει μία πιο επιθετική προσέγγιση για την επίτευξη των στόχων του.
Η Ευρώπη, αν και προχωρά σε επικοινωνιακή αντίδραση με τη θέσπιση «αντιμέτρων», αποτυγχάνει να προβλέψει και να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, ενώ αποδεικνύει έλλειψη πολιτικής συνοχής και στρατηγικής. Οι αδυναμίες αυτές είναι εμφανείς καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει καταφέρει να προχωρήσει σε ουσιαστική αναδιάρθρωση της βιομηχανίας της και τη δημιουργία ενός ενιαίου αναπτυξιακού μοντέλου που να ανταποκρίνεται στις νέες γεωπολιτικές και εμπορικές προκλήσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί αυτή την κρίση για να ενισχύσει τη δική της βιομηχανία και να αναπτύξει νέες στρατηγικές, περιορίζεται σε ενέργειες επικοινωνιακού χαρακτήρα, προσπαθώντας να καλύψει την αδυναμία της με γραφειοκρατικά μέτρα και χρηματοδοτήσεις που δεν θίγουν τα βαθύτερα προβλήματα. Αντιθέτως, οι ΗΠΑ, γνωρίζοντας τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις των μέτρων τους, προχωρούν χωρίς δισταγμό και χωρίς να ανησυχούν για τις συνέπειες σε άλλες περιοχές του κόσμου, καθώς θεωρούν ότι οι θετικές επιπτώσεις στη δική τους οικονομία υπερτερούν των βραχυπρόθεσμων ζημιών.
Η Κριστίν Λαγκάρντ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισήμανε ότι οι αυξημένες εμπορικές τριβές ενδέχεται να πλήξουν την παγκόσμια ανάπτυξη και ευημερία. Ωστόσο, η Ευρώπη, με τις ανώριμες και αναποτελεσματικές αντιδράσεις της, φαίνεται να χάνει έδαφος στον διεθνή ανταγωνισμό. Η ιστορική εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ φαίνεται να έχει φτάσει στο τέλος της, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες αδυνατούν να ανταγωνιστούν την τεχνολογική υπεροχή των ΗΠΑ και της Κίνας. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την αδυναμία της Ευρώπης να αντιδράσει ταχύτατα και ομοθυμαδόν, την καθιστά πιο επιρρεπή σε συμβιβασμούς στο νέο διεθνές εμπορικό και γεωπολιτικό τοπίο.
Το μέλλον της πολιτικής του Τραμπ είναι αβέβαιο, αλλά το σίγουρο είναι ότι αυτή η πολιτική δεν προέκυψε από μια αυθόρμητη αντίδραση ή απρογραμμάτιστο πάθος, αλλά από έναν καλά μελετημένο στρατηγικό σχεδιασμό. Αν και πολλοί το χαρακτηρίζουν ως «ανεξέλεγκτο», στην πραγματικότητα ο Τραμπ ακολουθεί μια στρατηγική που αποσκοπεί αποκλειστικά στην ενίσχυση των συμφερόντων των ΗΠΑ, παραμερίζοντας κάθε άλλη γεωπολιτική ή εμπορική αντίρρηση.
Αντιθέτως, η Ελλάδα και η Ευρώπη παρακολουθούν τις εξελίξεις χωρίς να καταφέρνουν να χαράξουν μία στρατηγική που να ανταποκρίνεται στις νέες προκλήσεις και απαιτήσεις της παγκόσμιας οικονομίας.