
Από τις 20 έως τις 23 Οκτωβρίου, τα κορυφαία στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας καθόρισαν τις βασικές αναπτυξιακές προτεραιότητες της χώρας για την επόμενη πενταετία. Το σχέδιο για το 15ο Πενταετές Αναπτυξιακό Πρόγραμμα (2026-2030), που θα εγκριθεί τον Μάρτιο του 2026, επιβεβαιώνει τη συνέχεια της οικονομικής πολιτικής, χωρίς όμως προς το παρόν να ορίζει συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους. Σημαντική διαφοροποίηση αποτελεί η ανάδειξη της τεχνολογίας από απλό στόχο σε «πεδίο μάχης», με την Κίνα να στοχεύει σε παγκόσμια επικράτηση στον τεχνολογικό τομέα.
Η Κεντρική Επιτροπή προωθεί την επιτάχυνση στους τομείς της Τεχνητής Νοημοσύνης, των ημιαγωγών και των νέων υλικών, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τα μέτρα προστασίας από εξωτερικές παρεμβάσεις, κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών, που περιορίζουν την πρόσβαση σε προηγμένα αμερικανικά τσιπ και ολλανδικές μονάδες λιθογραφίας. Η Κίνα σχεδιάζει να επενδύσει στις εγχώριες δυνατότητες, προκειμένου να εξασφαλίσει «υψηλού επιπέδου επιστημονική και τεχνολογική αυτονομία» και να ενισχύσει τα «τείχη της εθνικής ασφάλειας».
Όπως συνέβη και με το 14ο Πενταετές Σχέδιο του 2020, η Κίνα θέτει «την οικονομική ανάπτυξη στο επίκεντρο» και προτάσσει την εσωτερική σταθερότητα. Στόχος είναι η «σταθερή και υψηλής ποιότητας ανάπτυξη», ώστε έως το 2035 να φτάσει σε κατά κεφαλήν εισόδημα αντίστοιχο με αυτό των μεσαία ανεπτυγμένων χωρών. Η μεταποιητική βιομηχανία αναδεικνύεται ως «ραχοκοκαλιά του εκσυγχρονισμού» και θα συνεχίσει να εξελίσσεται προς «προηγμένη βιομηχανία», προωθώντας τη μετάβαση από παραγωγή υψηλής ταχύτητας σε παραγωγή υψηλής ποιότητας.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται επίσης στην «ισορροπημένη περιφερειακή ανάπτυξη». Το σχέδιο στοχεύει στον συνδυασμό των ήδη υπάρχουσων μεγάλων στρατηγικών όπως ο άξονας Πεκίνου – Τιαντζίν – Χεμπέι, το Δέλτα του Γιανγκτσέ και ο Κόλπος του Καντόν, με ενίσχυση των εσωτερικών περιοχών, όπως Τσενγκντού και Τσονγκτσίνγκ, που προωθούνται ως πόλοι «νέας εκβιομηχάνισης». Με αυτόν τον τρόπο, περιορίζεται η ανεξέλεγκτη περιφερειακή αντιπαλότητα, όπως στην περίπτωση της υπερπαραγωγής ηλεκτρικών οχημάτων.
Στον τομέα της κατανάλωσης, που παραμένει υποτονική από την πανδημία, αναδεικνύεται το «ανθρώπινο κεφάλαιο». Η κυβέρνηση προχωρά σε στρατηγικές ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, υπερβαίνοντας τα απλά κουπόνια, με επενδύσεις στην παιδεία και φροντίδα παιδιών 0-3 ετών, ώστε να αντιμετωπιστεί η δημογραφική παρακμή και να ενισχυθεί η κατανάλωση.
Σημαντική είναι επίσης η διαφοροποίηση στις εξωτερικές σχέσεις: οι αναφορές στο «θεσμικό άνοιγμα» και τον «πολυμερή εμπορικό χαρακτήρα» εμφανίζονται πλέον πολύ νωρίτερα στο κείμενο, υπογραμμίζοντας ότι η Κίνα παραμένει ενεργός παγκόσμιος παράγοντας.
Τέλος, ο τομέας των ακινήτων εμφανίζεται μόνο ως μέτρο κοινωνικής σταθερότητας και όχι ως μοχλός ανάπτυξης. Το Πεκίνο επιδιώκει ένα μοντέλο ανάπτυξης απαλλαγμένο από κερδοσκοπία και επικεντρωμένο στην ευημερία των πολιτών.