
Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι μονάχα η κορυφή ενός παγόβουνου που απειλεί να βυθίσει ολόκληρο το γεωργικό και οικονομικό οικοδόμημα της Ελλάδας.
Με φόντο μια εν εξελίξει έρευνα που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, θα οδηγήσει σε πρόστιμα δισεκατομμυρίων ευρώ, η πραγματικότητα για το μέλλον της ελληνικής γεωργίας είναι πολύ πιο ζοφερή απ’ ό,τι φανταζόμαστε.
Οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται στα οικονομικά, αλλά επεκτείνονται στον ίδιο τον πυρήνα της αγροτικής δομής της χώρας.
Σε πρόσφατη ευρωπαϊκή εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε σε βαλκανική χώρα, παρουσία Επιτρόπων και ισχυρών εκπροσώπων του αγροδιατροφικού τομέα, διατυπώθηκε ξεκάθαρα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στρέφεται πλέον σε νέους αποδέκτες επιδοτήσεων.
Η Βουλγαρία και η Ρουμανία προβάλλουν ως τα νέα «διαμαντάκια» της ευρωπαϊκής γεωργίας, αντίθετα, η Ελλάδα θεωρείται ήδη «καμένο χαρτί». Οι προβλέψεις για αποκλεισμό της από τον μηχανισμό των επιδοτήσεων για τουλάχιστον μία δεκαετία δεν είναι απλά ζήτημα τιμωρίας· αποτελούν σαφές μήνυμα απώλειας εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας.
Ακόμη κι αν προχωρήσει μια επιχείρηση «κάθαρσης μέχρι το κόκκαλο», με διώξεις και καταδίκες – σενάριο μάλλον απίθανο – το καθεστώς που θα επιβληθεί στους Έλληνες αγρότες θα είναι ασφυκτικό. Κάθε ευρώ επιδότησης θα περνά μέσα από εξονυχιστική επιτήρηση, εκτός κι αν ο ιδιοκτήτης της γης είναι άλλης εθνικότητας, πιο «αξιόπιστης» ή πιο… χρήσιμης στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς. Το μήνυμα είναι σαφές: η Ελλάδα χάνει το δικαίωμα στη γη της.
Και όλα αυτά, σε μια χώρα με τη μεγαλύτερη χερσαία και θαλάσσια βιοποικιλότητα στην Ευρώπη· μια χώρα που, αν διέθετε στοιχειώδη θεσμική βούληση, θα μπορούσε να ηγηθεί στο πεδίο της Αναγεννητικής Γεωργίας και των βιοτεχνολογικών εφαρμογών με υψηλή προστιθέμενη αξία, θα μπορούσε να μετατραπεί σε πρωταγωνίστρια του νέου βιο-οικονομικού κύματος που ήδη αναδύεται.
Αντί γι’ αυτό, παραμένει εγκλωβισμένη σε παλαιοκομματικές, αναποτελεσματικές λογικές, ανακυκλώνοντας πασοκικές νοοτροπίες της δεκαετίας του ’80. Κι έτσι, δεν μπαίνει καν στα αποδυτήρια της νέας εποχής.
Όμως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο ΟΠΕΚΕΠΕ. Η γεωργία είναι απλώς ένα από τα πεδία εφαρμογής του ίδιου βαθιά σάπιου κρατικού μοντέλου που διαπερνά οριζόντια κάθε έκφανση της ελληνικής οικονομίας. Ένα κράτος που δεν λειτουργεί ως αρωγός της ελευθερίας και της ανάπτυξης, αλλά ως δεσμοφύλακας και καταναγκαστικός μεσάζων.
Ένα σύστημα που επιβάλλει αναγκαστικές συναλλαγές με ιδιωτικά συμφέροντα, εξαναγκάζοντας τους πολίτες να πληρώνουν για υπηρεσίες που έπρεπε να είναι δωρεάν ή προσβάσιμες με δημόσια χρηματοδότηση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα: από 1η Ιουλίου 2025, καθίσταται υποχρεωτική η χρήση ψηφιακού τιμολογίου από όλες τις ατομικές και εταιρικές επιχειρήσεις. Κάθε συναλλασσόμενος ΑΦΜ υποχρεούται να χρησιμοποιεί ιδιώτη πάροχο για την έκδοση τιμολογίων – αφού η δημόσια πλατφόρμα της ΑΑΔΕ παραμένει σκόπιμα δύσχρηστη, αναποτελεσματική και σχεδιασμένη ώστε να αποθαρρύνει κάθε προσπάθεια εναλλακτικής διαχείρισης. Οι λογιστές απαγορεύεται να χρησιμοποιούν την πλατφόρμα εξ ονόματος του πελάτη και έτσι δημιουργείται μια νέα, εξαναγκασμένη αγορά δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Υπολογίζεται πως λειτουργούν περίπου 1 εκατομμύριο επιχειρήσεις στην Ελλάδα, είτε ως ατομικές είτε ως νομικά πρόσωπα. Το ελάχιστο κόστος για κάθε ΑΦΜ είναι 100 ευρώ τον χρόνο, με ΦΠΑ. Όμως αυτό το ποσό αφορά αποκλειστικά επιχειρήσεις με έναν τύπο συναλλαγών. Αν η ίδια επιχείρηση ασχολείται και με υπηρεσίες και με εμπορεύματα, το κόστος αυξάνεται. Αν συναλλάσσεται με το Δημόσιο (B2G), επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο. Αν επιθυμεί να χρησιμοποιεί δεύτερο υπολογιστή για φορητή χρήση, ο πάροχος την χρεώνει για δεύτερο ή τρίτο χρήστη.
Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια υποχρεωτική αγορά αξίας τουλάχιστον 150 εκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο, η οποία μοιράζεται ανάμεσα σε τέσσερις ή πέντε ιδιωτικές εταιρείες – αποκλειστικά επειδή το κράτος επιβάλλει τη χρήση τους. Και την ίδια ώρα, η πολιτεία και οι οργανισμοί τύπου ΣΕΠΕ παρουσιάζουν τις «επενδύσεις στην πληροφορική» ως στρατηγική αναβάθμιση της χώρας, τη στιγμή που τα 4/5 των κονδυλίων κατευθύνονται σε αυτά τα «νταβατζιλίκια» του ψηφιακού κρατισμού.
Το παράλογο συνεχίζεται: χρεώσεις για ηλεκτρονικές υπογραφές που πρέπει να ανανεώνονται κάθε τρία χρόνια· αμοιβές σε λογιστές που καλούνται να αποκρυπτογραφήσουν ένα αυθαίρετο και μεταβαλλόμενο φορολογικό σύστημα· προκαταβολές φόρου που αφαιρούν τη ρευστότητα από την αγορά· μαγαζιά-βιτρίνες αλλοδαπών στο κέντρο της Αθήνας που λειτουργούν ανεξέλεγκτα· κυκλώματα μεταναστών, ΜΚΟ, και κάθε είδους παραβατικής δραστηριότητας που εξαιρούνται από τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον Έλληνα πολίτη.
Το Κράτος έχει μετατραπεί σε έναν αδηφάγο οργανισμό που κυνηγά τους πολίτες του. Τους αντιμετωπίζει ως οιωνεί φοροφυγάδες, τούς βάζει γραφειοκρατικά εμπόδια σε όποια προσπάθεια σε οποιοδήποτε θέμα, ενώ ταυτόχρονα παρέχει κακές στην πλειοψηφία τους -για να μην είμαστε μηδενιστές- υπηρεσίες στους τομείς ευθύνης του.
Κι όλα αυτά υπό τον μανδύα ενός δήθεν εξορθολογισμού, μιας δήθεν μετάβασης στη «νέα εποχή», στην «ψηφιακή διακυβέρνηση» και την «έξυπνη γεωργία». Όμως το μόνο που συντελείται είναι ο απόλυτος στραγγαλισμός της οικονομικής ελευθερίας και η πλήρης εξάρτηση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από κρατικά και παρακρατικά κέντρα ελέγχου.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η δημόσια σφαίρα είναι γεμάτη από κρατικοδίαιτους «γεωπολιτικούς αναλυτές» χωρίς ούτε ένα ένσημο, που ονειρεύονται τη δημιουργία νέων κρατικών υπηρεσιών, βαφτίζοντας τις φαντασιώσεις τους ως «εθνική στρατηγική». Μιλούν για εθνική κυριαρχία, για ελληνική ισχύ, την ώρα που η πραγματική παραγωγική βάση της χώρας καταρρέει κάτω από το βάρος μιας κρατικής γραφειοκρατίας που τρώει τις σάρκες της κοινωνίας.
Η ρήση του Ίωνα Δραγούμη – «το κράτος πρέπει να θανατωθεί αν δεν υπηρετεί το έθνος» – είναι σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ. Δεν πρόκειται για ιδεολογική υπερβολή· πρόκειται για ζήτημα επιβίωσης. Αν δεν υπάρξει ένα ριζικό σοκ, μια θεσμική επανεκκίνηση, η Ελλάδα θα χαθεί οριστικά ως οντότητα, και όχι μόνο οικονομικά, θα χάσει τη γη της, τις γειτονιές της, τους ανθρώπους της, το μέλλον της. Το 1453 θα μοιάζει απλή βόλτα στο πάρκο μπροστά σε αυτό που έρχεται.
Το κράτος αυτό δεν είναι ελληνικό. Είναι μισέλληνικο. Και αν δεν «μακελευτεί», δεν υπάρχει καμία ελπίδα.
primenews.