Η Κυριακή της Ορθοδοξίας είναι μια ξεχωριστή, διότι παρά το κατανυκτικό κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εορτάζει λαμπρά η Ορθοδοξία.
Την Κυριακή της Ορθοδοξίας εορτάζουμε την ανάμνηση του κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το οποίο επισυνέβη το 843 μ.Χ. στο Βυζάντιο, χάρις στην αποφασιστική συμβολή της βασιλίσσης και μετέπειτα αγίας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεοφίλου (840 – 843 μ.Χ.).
Αναφερόμαστε στη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε κυριολεκτικά την Εκκλησία μας για περισσότερα από εκατό χρόνια.
Το 726 μ.Χ. ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ’ ο Ίσαυρος (717 – 741 μ.Χ.) αποφάσισε να επιφέρει στο κράτος ριζικές μεταρρυθμίσεις. Μια από αυτές ήταν η απαγόρευση προσκύνησης των ιερών εικόνων, επειδή, παίρνοντας αφορμή από ορισμένα ακραία φαινόμενα εικονολατρίας, πίστευε πως η χριστιανική πίστη παρέκλινε στην ειδωλολατρία.
Στην ουσία όμως εξέφραζε δικές του ανεικονικές απόψεις, οι οποίες ήταν βαθύτατα επηρεασμένες από την ανεικονική ιουδαϊκή και ισλαμική πίστη. Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες, τους εικονομάχους και τους εικονολάτρες.
Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη. Στα 787 μ.Χ. συγκλήθηκε η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία διατύπωσε με ακρίβεια την οφειλόμενη τιμή στις ιερές εικόνες.
Σε αυτή επίσης διευκρινίστηκαν και άλλα δυσνόητα σημεία της χριστιανικής πίστεως, έτσι ώστε να έχουμε πλήρη αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και να ομιλούμε για θρίαμβο της Ορθοδοξίας μας.
Η εικόνα στην Ορθοδοξία μας δεν αποτελεί αντικείμενο λατρείας, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως μέσον τιμής του εικονιζόμενου προσώπου. Ακόμα και ο Χριστός μπορεί να εικονισθεί, διότι έγινε άνθρωπος.
Μάλιστα όποιος αρνείται τον εικονισμό του Χριστού αρνείται ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση Του! Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια.
Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, διότι η τιμή δεν απευθύνεται στην ύλη, αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P . G . 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P . G .94 1356).
Η ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
Η εικόνα έχει τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείον.
Βεβαίως η ηρεμία δεν αποκαταστάθηκε, διότι εξακολουθούσαν να βασιλεύουν εικονομάχοι αυτοκράτορες. Στα 843 η ευσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα, επίτροπος του ανήλικου γιου της Μιχαήλ του Γ΄, έθεσε τέρμα στην εικονομαχική έριδα και συνετέλεσε στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας.
Οι Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός.
Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες, και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό. Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια.
Οι δήθεν ύβρεις κατά του Ελληνισμού την Κυριακή της Ορθοδοξίας
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Η Αγία μας Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία καθόρισε, ως όφειλε, επακριβώς τα όρια της αλήθειας και της πλάνης, διότι πιστεύει ότι η αλήθεια είναι συνώνυμη με τη σωτηρία.
Οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων περιχαρακώνουν την βιβλική αλήθεια και την αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας μας, ώστε να αποτελούν την αλάνθαστη πυξίδα πλεύσης του νοητού σκάφους της ως τα έσχατα της ιστορίας.
Μελετώντας με προσοχή το «Συνοδικό» Της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, το οποίο διαβάζεται την Κυριακή της Ορθοδοξίας στους ναούς, κατά την τελετή της περιφοράς των Ιερών Εικόνων, μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα τη μέριμνα των Πατέρων να καθαρθεί η πίστη της Εκκλησίας από περιρρέουσες ιδέες του παρελθόντος, τις οποίες κάποιοι αναμίγνυαν με την διδασκαλία Της, με στόχο να επικρατεί σύγχυση στους πιστούς.
Κάποιοι, όμως περίεργοι τύποι, τα τελευταία χρόνια, που αρέσκονται να παριστάνουν τους «ελληναράδες», ασκούν σκληρή κριτική κατά των «όρων» της αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ότι δήθεν μέσω αυτών …υβρίζεται ο Ελληνισμός, επειδή απορρίπτονται από αυτή ορισμένες δοξασίες των αρχαίων προγόνων μας ως αντίθετες με τη χριστιανική διδασκαλία! Δεν κάνουν όμως τον κόπο να μελετήσουν, τι είδους δοξασίες είναι αυτές και την αντιφατικότητα και το ξεπερασμένο τους, ακόμη και στην αρχαία Ελλάδα.
Αναφέρουμε ως παραδείγματα τις δοξασίες της προΰπαρξης των ψυχών και της αϊδιότητας του κόσμου, τις οποίες η πλειοψηφία των αρχαίων σοφών (π.χ. σοφιστές, επικούρειοι, κλπ) τις απέρριπτε, αν και είχαν διατυπωθεί από μεγάλους σοφούς (π.χ. Πλάτων). Την ύπαρξη και κατά συνέπεια την προΰπαρξη της ψυχής την είχαν απορρίψει οι περισσότεροι των αρχαίων φιλοσόφων. Η δοξασία περί της αιωνιότητας του υλικού κόσμου, αν και είχε διατυπωθεί από ορισμένους φιλοσόφους (υλοζωιστές), εν τούτοις την απέρριψαν πάμπολλοι άλλοι σοφοί, όπως οι νεοπλατωνικοί, διότι ερχόταν σε κραυγαλέα αντίθεση με την πίστη τους στο «Ένα», την πρωταρχική, κατ’ αυτούς, «άυλη» αρχή του κόσμου! Έστω επίσης οι αρχαιοελληνικές πίστεις στην ειμαρμένη καθώς και η πίστη στη «θεότητα» των άστρων των στωικών, όχι μόνο απορρίφτηκαν από την πλειοψηφία των αρχαίων σοφών, αλλά πολεμήθηκαν με σφοδρότητα από τους ατομικούς φιλοσόφους, τον Αναξαγόρα, τον Καρνεάδη, τον Ίππαρχο, κ.α.
Αφού λοιπόν οι θεωρίες αυτές ήταν απορριπτέες από άλλους σοφούς της αρχαίας Ελλάδος, γιατί να τις υιοθετήσει η Εκκλησία, αφού οι δοξασίες αυτές ήταν αντίθετες με τη διδασκαλία Της; Ας μην ξεχνάμε επίσης πως υπάρχουν διδάγματα, δοξασίες και θεσμοί των αρχαίων προγόνων μας απόλυτα απαράδεκτες, όπως λ.χ. ο θεσμός της δουλείας, η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, η κοινοκτημοσύνη των γυναικών (Πλάτων), η «ιερή πορνεία», οι φρικτές ανθρωποθυσίες καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας και ως τον 4ο μ. Χ. αιώνα, κ.α. τα οποία κρινόμενα με το πνεύμα του Χριστιανισμού και με τη σημερινή πραγματικότητα, είναι σαφώς αποβλητέα. Υπήρχε περίπτωση να υιοθετήσει κάτι τέτοια η Εκκλησία, για να μη θεωρηθεί «υβρίστρια» των Ελλήνων; Και για ποιο λόγο άλλωστε να το κάνει, αφού ήλθε να απελευθερώσει καθολικά τον άνθρωπο από τη δεισιδαιμονία και την κακοδαιμονία του προχριστιανικού κόσμου και όχι να τον διαιωνίσει!
Αλλά αν θέλουν να αποκαλέσουν κάποιους υβριστές των Ελλήνων, ας αρχίσουν από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους είχαν απορρίψει
ό, τι θεωρούν οι σύγχρονοι «αρχαιολάτρες» ως «ελληνικό». Ας αρχίσουν από τους ίδιους τους σοφούς, οι οποίοι απέρριπταν τις απόψεις άλλων σοφών. Ας αποκαλέσουν πρώτα υβριστές των Ελλήνων τους σοφιστές και τους επικούρειους, οι οποίοι δεν δέχονταν και πολεμούσαν το ιδεοκρατικό σύστημα του Πλάτωνος. Ας αποκαλέσουν πρώτα τον Πλάτωνα (427-347 π. Χ.) υβριστή της Ελλάδος, διότι θεωρούσε μόνες πραγματικότητες τις αρχετυπικές ιδέες, τον δε υλικό κόσμο δήθεν αιώνιο των υλοζωιστών ως μη πραγματικό, ως αντικατοπτρισμό του ιδεατού κόσμου, ως «φάσμα των ιδεών»!
Ας αποκαλέσουν υβριστές των Ελλήνων τους σοφούς και επιστήμονες (σχεδόν στο σύνολό τους), οι οποίοι δεν συμφωνούσαν με τα σκοταδιστικά διδάγματα της αρχαίας θρησκείας και τις δεισιδαιμονίες των ιερέων και καταδιώχτηκαν άγρια από αυτούς. Είναι άλλωστε γνωστό, πως περισσότεροι από πεντακόσιοι γνωστοί σοφοί και επιστήμονες βρήκαν τραγικό θάνατο κατά τις εκκαθαρίσεις, που έκανε το ιερατείο, μέσω της πολιτικής εξουσίας, μόνο στην Αθήνα, με τις φρικτές «δίκες περί αθεΐας»!
Ας αποκαλέσουν το Σωκράτη (469-399 π. Χ.) υβριστή των Ελλήνων, επειδή δίδασκε «καινά δαιμόνια», δηλαδή αλλότρια θρησκευτική πίστη από την κρατούσα, τη δήθεν ελληνική, και γ’ αυτό τον σκότωσαν.
Ας αποκαλέσουν τον Αριστοτέλη (384-322 π. Χ.) υβριστή των Ελλήνων, ο οποίος θέλοντας να στηλιτεύσει τις δεισιδαίμονες πρακτικές του ιερατείου, και να αναιρέσει την πίστη στους ανύπαρκτους «θεούς» της αρχαίας θρησκείας, αναγκάστηκε να φύγει από την Αθήνα και να καταφύγει στην Χαλκίδα, προκειμένου να γλυτώσει τη ζωή του.
Ας αποκαλέσουν υβριστή των Ελλήνων τον μεγάλο Αίσωπο (6ος π. Χ. αιών), ο οποίος κατάγγειλε την απάτη της αρχαίας θρησκείας και την πρακτική των απατεώνων ιερέων του δελφικού «ιερού», και οι οποίοι τον δολοφόνησαν στον ανίερο εκείνο τόπο.
Ας αποκαλέσουν υβριστές της Ελλήνων τον ελευθερόφρονα Αλκιβιάδη, τους ρήτορες Λεωγόρα και Ανδοκίδη και τον μεγάλο κυνικό φιλόσοφο Διογένη, (5ος π. Χ. αιών), οι οποίοι διακωμώδησαν τα γελοία πνευματιστικά ελευσίνια μυστήρια.
Ας αποκαλέσουν υβριστές των Ελλήνων τον Πυθαγόρα (580-490 π. Χ.) και τους μαθητές του, οι οποίοι εξαιτίας του φόβου τους από τους ιερείς και των οργάνων τους, δημιούργησαν μυστική σχολή, όπου δίδασκαν δόγματα αντίθετα με τα κρατούντα και τους οποίους οι ιερείς έκαψαν ζωντανούς στον Κρότωνα το 430 π. Χ.!
Ας αποκαλέσουν υβριστή των Ελλήνων το σοφιστή Πρωταγόρα ( 480-411 π. Χ.), ο οποίος δίδασκε ότι το πραγματικό θείον είναι άγνωστο στους ανθρώπους και πως οι «θεοί» της αρχαίας θρησκείας ήταν ανύπαρκτοι, και γι’ αυτό τον καταδίωξαν άγρια οι ιερείς και έκαψαν τα «αιρετικά» βιβλία του στην αγορά της Αθήνας.
Ας αποκαλέσουν υβριστή των Ελλήνων τον Αναξαγόρα (490-427 π. Χ.), ο οποίος δίδασκε ότι ο υλικός κόσμος δεν είναι αιώνιος, αλλά ποίημα του Νου, και τα άστρα δεν είναι θεοί, αλλά διάπυρες μάζες, και ο οποίος παραλίγο να χάσει τη ζωή του από το αθηναϊκό ιερατείο και το δεισιδαίμονα όχλο.
Ας αποκαλέσουν υβριστή των Ελλήνων τον Ξενοφάνη (570-480 π. Χ.), ο οποίος μίλησε για τον ένα Θεό και αρνήθηκε, την χονδροειδή ειδωλολατρία, τον ανόητο πολυθεϊσμό και το γελοίο ανθρωπομορφισμό της αρχαίας θρησκείας. Ας αποκαλέσουν υβριστή των Ελλήνων τον Επίκουρο (341-270 π. Χ.), ο οποίος αρνήθηκε την ύπαρξη των «θεών» της αρχαίας θρησκείας και του όχλου και τη μεταθανάτια ζωή, το βασίλειο του Πλούτωνα στον Άδη, Νήσους Μακάρων κλπ. Ας αποκαλέσουν υβριστή των Ελλήνων τον Ευήμερο (2ος αιών π. Χ.), ο οποίος χαρακτήρισε τους «θεούς» της αρχαίας θρησκείας, ως κάποιους επιφανείς ανθρώπους της παλιάς εποχής, τους οποίους θεοποίησαν οι απατεώνες ιερείς και επέβαλαν τη λατρεία τους στους αμαθείς όχλους για να τους εκμεταλλεύονται.
Ας αποκαλέσουν, τέλος, υβριστή των Ελλήνων το ίνδαλμά τους, τον παρανοϊκό Ιουλιανό (361-363 μ. Χ.), ο οποίος απαγόρευε τη διδασκαλία στα σχολεία των έργων αρχαίων φιλοσόφων και ποιητών, όσων είχαν γράψει εναντίον της αρχαίας θρησκείας, καίγοντας με μανία τα έργα τους! Δείτε άλλωστε τι είχε γράψει σε επιστολή του ο άθλιος εκείνος «εστεμμένος φιλόσοφος»: «ας μη φτάνει στην ακοή επικούρειος ή πυρρώνειος λόγος. Τώρα αλήθεια, οι θεοί (σ.σ. μέσω αυτού) καλά έκαναν και κατέστρεψαν τα έργα τους, ευτυχώς που τα βιβλία τους χάθηκαν» (Ιουλ.Επιστ.89β, Προς αρχιερέα Θεόδωρο, 301c)!
Ασφαλώς θα τρίζουν τα τιμημένα κόκκαλα όλων των αρχαίων σοφών προγόνων μας, από την ακατανόητη «υπεράσπισή» τους από τους σύγχρονους «αρχαιολάτρες», οι οποίοι ήξεραν να βιώνουν το σεβασμό προς τους άλλους, έστω και αν διαφωνούσαν μαζί τους, ξέχωρα από τους σκοταδιστές ιερείς, τα παράσιτα της θρησκείας και τον δεισιδαίμονα και αμαθή όχλο!
Θα τρίζουν τα κόκαλά τους από αγανάκτηση διότι τους ταυτίζουν οι σύγχρονοι «αρχαιολάτρες» με τους σκοτεινούς παράγοντες της αρχαίας θρησκείας και με τον χυδαίο και θρησκομανή όχλο, ο οποίος ποτέ δε μπόρεσε να δημιουργήσει πολιτισμό και καταδίωκε την αντίθετη γνώμη! Θα τρίζουν από αγανάκτηση τα κόκαλά τους, διότι κάποιοι φανατικοί, αμαθείς και εμπαθείς σύγχρονοι «αρχαιολάτρες» έχρισαν τους εαυτούς τους όψιμους τιμητές και υπερασπιστές τους, μη γνωρίζοντας οι δύστυχοι ότι ο διαχρονικός ελληνικός πολιτισμός, από τα βάθη της ιστορίας, ως τα σήμερα, είναι σύνθεση και όχι δογματική μονολιθικότητα!
Οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ως γνήσιοι Έλληνες (στην καταγωγή, στη σκέψη και στη νοοτροπία) και εν προκειμένω οι Πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, σκέφτηκαν και έπραξαν ελληνικά, εκφραζόμενοι σύμφωνα με τα πιστεύω τους ελεύθερα, απέκλεισαν κάποιες ιδέες από την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας, οι οποίες δε συμφωνούσαν με Αυτήν. Σκέφτηκαν και έπραξαν όπως οι φημισμένοι πρόγονοί τους, οι οποίοι ήταν εκλεκτικοί, και όπως κάνουν οι Έλληνες στη διαχρονική μορφή του Ελληνισμού. Έπραξαν ό, τι έπρατταν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί, οι οποίοι απέρριπταν ό, τι δε συμφωνούσε με τις δικές τους απόψεις. Τι το πιο φυσικό για πολιτισμένους, ορθά και ελεύθερα σκεπτόμενους ανθρώπους;
Θλιβερή εξαίρεση στη μακραίωνη παράδοσή μας είναι οι σύγχρονοι αρχαιόπληκτοι «αρχαιολάτρες» και άλλοι θιασώτες της θολής κουλτούρας, οι οποίοι πάσχουν από ανίατο μονισμό για την αρχαία Ελλάδα. Λες και οι αρχαίοι τους «διόρισαν αγροφύλακες» στα αθάνατα διαχρονικά τους κτήματα, τα οποία είναι κτήματα όλου του πολιτισμένου κόσμου και περισσότερο ημών των απογόνων τους! Υβριστής των αρχαίων προγόνων μας δεν είναι η Εκκλησία με τον απόλυτα δικαιολογημένο εκλεκτισμό Της, αλλά πραγματικοί υβριστές είναι όσοι βρίζουν τον διαχρονικό Ελληνισμό, όσοι αρνούνται την ιστορική ενότητά του και τον περιορίζουν χρονικά κατά τη δική τους υποκειμενική εκτίμηση. Εν προκειμένω, πραγματικοί υβριστές είναι όσοι βρίζουν, με τη γνωστή υστερία, την πίστη εκατομμυρίων νεοελλήνων, οι οποίοι σε πείσμα των υβριστών τους, βιώνουν το ελληνικό ιδεώδες ασύγκριτα γνησιότερα από εκείνους με την ορθόδοξη πίστη τους.
Σε αντίθεση με όλους τους σύγχρονους εικονοκλάστες του πραγματικού και διαχρονικού Ελληνισμού, μηδέ των «αρχαιολατρών» εξαιρουμένων, εμείς ως ορθόδοξοι χριστιανοί, μετέχουμε της αλήθειας και ταυτόχρονα, ως έλληνες, μετέχουμε του ωραίου. Χάρη σ’ αυτές τις δύο σταθερές διαφέρουμε από όλους όσους έχουν μονοσήμαντες πίστεις και αναγάγουν τον μονισμό σε μονολιθικό δόγμα. Για τούτο έχουμε το προβάδισμα στην αληθινή πρόοδο και τον παγκόσμιο πολιτισμό και αναγκάζουμε τους άλλους να μας ακολουθούν! Ο εκλεκτισμός μας είναι το μεγάλο μας μυστικό για το ότι η Εκκλησία μας θριαμβεύει εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια και μαζί Της θριαμβεύει και το γνήσιο ελληνικό πνεύμα, το οποίο χωρίς Αυτή θα ήταν χαμένο, ίσως χωρίς ανάμνηση, κάπου στα έσχατα της αρχαιότητας, όταν ο Χριστιανισμός βρήκε να ψυχορραγεί τον Ελληνισμό και τον ανάστησε από το βέβαιο θάνατό του!
Κατά συνέπεια θα συνεχίσουμε, ως Χριστιανοί και ως Έλληνες, την αδιαίρετη διαχρονική μας παράδοση, να είμαστε εκλεκτικοί, εφαρμόζοντας το λόγο του Μ. Βασίλειου: «Οι μέλισσες δεν πετάνε σε όλα τα λουλούδια με τον ίδιο τρόπο. Κι όπου καθίσουν, δεν κοιτάνε να τα πάρουν όλα. Παίρνουν μονάχα όσο χρειάζεται στη δουλειά τους και το υπόλοιπο το παρατούν και φεύγουν. Έτσι κι εμείς, αν είμαστε φρόνιμοι. Θα πάρουμε απ’ αυτά τα κείμενα ο, τι συγγενεύει με την αλήθεια και μας χρειάζεται και τα υπόλοιπα θα τα αφήσουμε πίσω μας» (Μ. Βασιλείου: Προς τους Νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων»!
Αυτός ο εκλεκτισμός μας είναι, και θα είναι, η ειδοποιός διαφορά μας με τους μονιστές και μονολιθικούς υβριστές μας, ως δήθεν υβριστές των Ελλήνων. Έχουμε ευτυχώς την ικανότητα να παίρνουμε ό, τι εκλεκτό και ωφέλιμο από το ανθρώπινο πνεύμα και να απορρίπτουμε ό, τι σαθρό και βλαβερό για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό, αδιαφορώντας για τους γρυλλισμούς των επικριτών μας!