Στην ιστορία των κοινωνικών επιστημών, κανένα άλλο πεδίο σπουδών δεν έχει προσελκύσει τόση εχθρότητα όσο η επιστήμη των οικονομικών. Από τo ξεκίνημα της επιστήμης αυτής, η επίθεση εναντίον διαρκώς αυξάνεται, επεκτεινόμενη σε άτομα και σε ομάδες ατόμων. Και οι προοπτικές για μια ευνοϊκή υποδοχή της επιστήμης είναι ζοφερές, δεδομένου ότι ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων δεν είναι σε θέση να ακολουθήσει τις εκτεταμένες αλληλουχίες των συλλογισμών που απαιτούνται για την κατανόηση των οικονομικών επιχειρημάτων.
Η οικονομία θεωρεί τους σκοπούς και τους στόχους της δράσης ως δεδομένους και —σε ζητήματα αξιακών κρίσεων— προϋποθέτει την ουδετερότητα (δηλαδή, την μη κανονιστικότητα), που είναι χαρακτηριστικό μιας επιστήμης. Ωστόσο, τα ζητήματα της καταλληλότητας των μέσων και των διαφόρων πολιτικών που υιοθετούνται για την επίτευξη επιλεγμένων σκοπών δεν είναι πέρα από το πεδίο της οικονομικής ανάλυσης.
Το «θλιβερό» έργο του οικονομολόγου
Ο καταρτισμένος οικονομολόγος -όταν παρουσιάζεται ένα προτεινόμενο σχέδιο δράσης- ρωτά πάντα: Είναι τα μέσα που υιοθετούνται κατάλληλα για την επίτευξη του σκοπού; Αναλύει κριτικά τα εν λόγω μέσα και δηλώνει την καταλληλότητα ή την ακαταλληλότητά τους με βάση λογικές τεκμηριώσεις, που είναι ακαταμάχητες και αποδεικτικά αληθείς. Αυτό το ιδιάζον καθήκον του οικονομολόγου συχνά παρεξηγείται σαν έκφραση των δικών του αξιολογικών κρίσεων και σαν προσπάθεια να ματαιώσει την επίτευξη των επιλεγμένων σκοπών. Έτσι, ο οικονομολόγος αντιμετωπίζεται συχνά με αποδοκιμασία.
Πιο σημαντικές στην ιστορία της επιστήμης είναι οι αρκετές προσπάθειες δυσφήμισης των οικονομολόγων, μέσω της άρνησης των οικονομικών ως μιας επιστήμης παγκόσμιας ισχύος, που ισχύει για όλους τους λαούς, τους χρόνους και τους τόπους. Αυτή είναι μια ολέθρια προσπάθεια γιατί οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές της συνέπειες τείνουν να είναι καταστροφικά εκτεταμένες. Αυτό το άρθρο επιχειρεί να τεκμηριώσει μια σύνδεση μεταξύ της άρνησης της οικονομικής επιστήμης και της εμφάνισης του ολοκληρωτισμού.
Ο ιστορικισμός ως πρόδρομος του ολοκληρωτισμού
Ο ιστορικισμός ήταν μια από αυτές τις συντονισμένες προσπάθειες άρνησης της καθολικής εγκυρότητας του συνόλου των οικονομικών θεωρημάτων. Οι ιστορικιστές υποστήριξαν την άποψη ότι οι οικονομικές θεωρίες δεν ισχύουν για όλους τους λαούς, τους τόπους και τις εποχές, και ως εκ τούτου, αφορούν μόνο τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες των ανθρώπων που τις διατύπωσαν. Η απόρριψη από τη Γερμανική Ιστορική Σχολή των θεωριών του ελεύθερου εμπορίου, που προτάθηκαν από τους κλασικούς οικονομολόγους, δεν οφείλεται σε εγγενείς ανεπάρκειες σε αυτές τις θεωρίες – δεδομένου ότι ποτέ δεν ξεσκέπασαν κανένα λογικό λάθος ως προς το αβάσιμο αυτών των θεωριών – αλλά υποκινήθηκε από ιδεολογικές προ-καταλήψεις. Ο Mises το θέτει πολύ συνοπτικά στο Epistemological Problems of Economics :
Ο ιστορικός δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά ότι το πιο βαρυσήμαντο γεγονός στην ιστορία των τελευταίων εκατό ετών, η επίθεση που εξαπολύθηκε κατά της καθολικής ισχύος της επιστήμης της ανθρώπινης δράσης και του μέχρι τότε καλύτερα αναπτυγμένου κλάδου της, της οικονομικής επιστήμης, υποκινήθηκε εξ αρχής όχι από επιστημονικές ιδέες, αλλά από πολιτικούς λόγους.
Ο ιστορικισμός είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε κάποια μορφή σχετικισμού της λογικής, και δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το δόγμα του φυλετικού πολυλογισμού κέρδισε την γενική αποδοχή μεταξύ πολλών Γερμανών στις αρχές του εικοστού αιώνα. Προκειμένου να ακυρωθεί η συνάφεια μιας θεωρίας για λόγους ιστορικής ή φυλετικής καταγωγής του συγγραφέα, πρέπει να προχωρήσει κανείς στην αβάσιμη υπόθεση κάποιων υποτιθέμενων διαφορών στον ορθολογική φύση του ανθρώπινου νου μεταξύ διαφορετικών λαών και μεταξύ του ίδιου λαού σε διαφορετικές ιστορικές εποχές. Όμως στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμία επιστημονική απόδειξη για την ύπαρξη αυτών των διαφορών στη λογική δομή του ανθρώπινου νου. Επομένως, τα επιχειρήματα των ιστορικιστών ενάντια στην καθολική εγκυρότητα της οικονομικής θεωρίας είναι αβάσιμα.
Η κοινωνική, οικονομική και πολιτική σημασία της άρνησης των οικονομικών θα συνεπαγόταν επίσης την άρνηση των γνώσεων από τα οικονομικά σχετικά με το τι διατηρεί την κοινωνία: η συντονισμένη δράση μέσω της οικειοθελούς συνεργασίας. Η οικονομική θεωρία υποστηρίζει ότι μπορεί να επιτευχθεί μεγαλύτερη παραγωγικότητα από την κοινωνική οργάνωση υπό τον καταμερισμό της εργασίας, από ό,τι θα επιτύγχανε η ατομική αυτάρκεια. Ο Ρικαρντιανός Νόμος του Συνεταιρισμού εξηγεί την τάση των ανθρώπων να εντείνουν τη συνεργασία τους, δεδομένου του ορθώς κατανοητού συμφέροντος για την καλύτερη ικανοποίηση των επιθυμιών τους υπό το κοινωνικό σύστημα του καταμερισμού της εργασίας. Παρ’ ό,τι υπάρχουν πολλοί τρόποι για να συνυπάρξουν οι άνθρωποι στον κόσμο, υπάρχουν λιγότεροι τρόποι για να συνυπάρξουν ειρηνικά και με ευημερία. Αυτό είναι το κεντρικό μάθημα της κλασικής οικονομίας για την ανθρώπινη κοινωνία.
Η άρνηση, εκ μέρους του ιστορικισμού, της καθολικής εγκυρότητας αυτών των θεωριών με την επίκληση μη λογικών αιτιών προδίδει μια προκατάληψη για τις πολιτικές που στοχεύουν στην επίτευξη της εναλλακτικής λύσης έναντι της αυτάρκειας και στην υποκατάσταση του κοινωνικού μηχανισμού με τον εξαναγκασμό και την επιβολή. Στην πραγματικότητα, το ναζιστικό ολοκληρωτικό καθεστώς, του οποίου ο διανοητικός πρόδρομος ήταν ο γερμανικός ιστορικισμός, δεν δίστασε ποτέ να χρησιμοποιήσει την βία για να προκαλέσει την συνεργασία, ενώ ταυτόχρονα επιδίωκε την αυτάρκεια μέσω καταστροφικών πολιτικών. Έτσι, ο γερμανικός ιστορικισμός, αρνούμενος την καθολική εγκυρότητα της οικονομικής θεωρίας και τους γενικούς νόμους της ανθρώπινης δράσης, όπως προτάθηκαν από την πραξεολογία, έπαιξε αιτιώδη ρόλο δημιουργώντας ένα ευνοϊκό πνευματικό κλίμα υπέρ της αυθαιρεσίας και της επακόλουθης εμφάνισης του ναζιστικού ολοκληρωτισμού.
Ο μαρξισμός ως ψευδο-οικονομικά
Ο μαρξιστικός σοσιαλισμός, από την άλλη πλευρά, αρνείται την εγκυρότητα των οικονομικών θεωριών, με βάση την «ταξική καταγωγή» των οικονομολόγων. Όπως ο ιστορικισμός, προσυπογράφει μια παραλλαγή του πολυλογισμού, στην οποία υποστηρίζει την ύπαρξη μιας διαφοράς στη λογική δομή του μυαλού για τις αντίστοιχες κοινωνικές τάξεις – παρόλο που ο Μαρξ δεν όρισε ποτέ τι εννοούσε με τον όρο «τάξη». Κατά συνέπεια, για τους Μαρξιστές, η επιστήμη των οικονομικών γίνεται απλώς η ιδεολογική έκφραση του ταξικού συμφέροντος της εκμεταλλεύτριας τάξης —της αστικής τάξης.
Είναι ακριβώς το γεγονός ότι ο μαρξισμός απορρίπτει τις ουσιαστικές διδαχές των οικονομικών υπέρ των ουτοπικών ιδεών που απέτυχαν στους επιδιωμόμενους στόχους τους, όπου κι αν δοκιμάστηκε. Οι απώτεροι στόχοι των Μαρξιστών – η βελτίωση των υλικών και κοινωνικών συνθηκών των οπαδών τους – δεν διαφέρουν από αυτούς των φιλελεύθερων ομολόγων τους, του τέλους του δέκατου όγδοου και των αρχών του δέκατου ένατου αιώνα, που απολάμβαναν σημαντικές βελτιώσεις στο βιοτικό επίπεδο. Στις επιλογές των μέσων είναι που διαφέρουν. Ωστόσο, είναι η ακαταλληλότητα των μέσων που υιοθέτησαν οι Μαρξιστές που ματαιώνει, πάντα και παντού, την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει ο μαρξισμός.
Επιπλέον, όπως συμβαίνει με το καπιταλιστικό σύστημα, που βασίζεται στην ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, η αμιγής σοσιαλιστική κοινοπολιτεία πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κατανομής των πόρων με σκοπό την ικανοποίηση των πιο επειγουσών επιθυμιών των πολιτών της.
Και από αυτή την άποψη, ο Mises, στην αδιαμφισβήτητη κριτική του για τη σοσιαλιστική κοινοπολιτεία, εκθέτει την αδυναμία του σοσιαλισμού. Υποστηρίζει ότι, δεδομένης της απουσίας μιας δομής τιμών για τους συντελεστές της παραγωγής, το πρόβλημα της μη εφικτότητας του οικονομικού υπολογισμού είναι αναπόφευκτο να αναδυθεί σε μια σοσιαλιστική κοινότητα. Ο κεντρικός σχεδιαστής, χωρίς την προσφυγή σε εργαλεία οικονομικού υπολογισμού, θα χανόταν μέσα στη θάλασσα των οικονομικών δυνατοτήτων.
Το ότι ο καπιταλισμός πετυχαίνει να βελτιώσει τις ζωές των ανθρώπων οπουδήποτε οι θεσμοί του αφήνονται ελεύθεροι οφείλεται στο ότι αυτές οι κοινωνίες αναγνώρισαν την εγκυρότητα της οικονομικής θεωρίας σχετικά με τα δυνητικά οφέλη της ελεύθερης αγοράς. Δεν υιοθέτησαν αυθαίρετες πολιτικές που οι οικονομολόγοι έκριναν ακατάλληλες για τους σκοπούς που επιδίωκαν να επιτύχουν. Έτσι, η φρίκη που επιφέρει η σειρά των αποτυχημένων προσπαθειών εφαρμογής των ουτοπικών ιδεών των σοσιαλιστών στοχαστών είναι η λογική συνέπεια της άρνησης της οικονομικής επιστήμης.
Η πολιτική της μέσης οδού οδηγεί στον ολοκληρωτισμό
Το δόγμα του παρεμβατισμού αντιλαμβάνεται λανθασμένα ότι μπορεί να υπάρξει μια συμβατότητα μεταξύ της αγοράς και των βίαιων παρεμβάσεων του κράτους, μεταξύ της κοινωνικής συνεργασίας και του μηχανισμού εξαναγκασμού και επιβολής. Υποτίθεται ότι είναι ένα τρίτο οικονομικό σύστημα – ένας συμβιβασμός μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού.
Ωστόσο, όπως μας δείχνουν ξανά και ξανά οι λογικές τεκμηριώσεις των οικονομολόγων, ο παρεμβατισμός, η λεγόμενη πολιτική της μέσης οδού, οδηγεί αναπόφευκτα στον σοσιαλισμό. Ο παρεμβατισμός είναι, στην πραγματικότητα, μια άρνηση των οικονομικών, δεδομένου ότι η οικονομική επιστήμη αναγνωρίζει ότι οι παρεμβάσεις κάθε είδους στην αγορά τείνουν να παράγουν αποτελέσματα που – κρίνοντας από τη σκοπιά των εμπνευστών τους – είναι ακόμη πιο δυσάρεστα από τα προηγούμενα προβλήματα που προσποιούνται ότι διορθώνουν.
Ο Mises παρατηρεί ξεκάθαρα στο σύντομο βιβλίο του The Historical Setting of the Austrian School of Economics ότι «η χειρότερη ψευδαίσθηση της εποχής μας είναι η δεισιδαιμονική εμπιστοσύνη που δίνεται στις πανάκειες, οι οποίες -όπως έχουν αναμφισβήτητα αποδείξει οι οικονομολόγοι- είναι αντίθετες με τον σκοπό τους». Ο παρεμβατισμός, που καταλήγει στην λογική του ολοκλήρωση, είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό, δεδομένου ότι όσο περισσότερο οι πολιτικές του αποτυγχάνουν να παράγουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, τόσο περισσότερο οι πολιτικοί που πιστεύουν λανθασμένα στην καταλληλότητα των παρεμβατικών μέτρων θεωρούν απαραίτητο να χρησιμοποιήσουν τον κρατικό μηχανισμό του εξαναγκασμού, για να αντισταθμίσουν τις αποτυχίες τους.
Η οικονομική επιστήμη και το σύστημα της ελεύθερης αγοράς
Η επιστήμη των οικονομικών είναι μια ορθολογική επιστήμη που αναγνωρίζει την υπεροχή των νόμων της ανθρώπινης κοινωνίας. Τα οικονομικά διδάσκουν ότι η αγορά είναι ένα σύστημα λογικά αναγκαίων σχέσεων, οι οποίες δημιουργούνται από τις ενέργειες των ατόμων που επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τις πιο επείγουσες επιθυμίες τους. Διδάσκουν ότι κάθε περίπτωση εξαναγκασμού, που αποσκοπεί στον επηρεασμό των ενεργειών των ατόμων, διαταράσσει την διαδικασία της αγοράς.
Η άρνηση αυτών των διδαχών θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε μια κατάσταση πραγμάτων όπου η βία γίνεται το μόνο μέσο για την πρόκληση της συνεργασίας των ατόμων στην κοινωνία.
primenews.