breaking newsΕλλάδα

Επικίνδυνο παιχνίδι λογιστικής αλχημείας με τα λεφτά μας

Σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι λογιστικής αλχημείας φαίνεται να επιδίδεται η κυβέρνηση προκειμένου να εμφανίσει τεχνητά υψηλά πλεονάσματα, κρύβοντας κάτω από το χαλί χρέη δισεκατομμυρίων προς ιδιώτες, επιχειρήσεις και φορείς του ιδιωτικού τομέα.

Το φαινόμενο της «δημιουργικής λογιστικής» δεν αποτελεί απλώς μια λογιστική τακτική, αλλά παραβιάζει συστηματικά τις αρχές της διαφανούς και έντιμης δημοσιονομικής διαχείρισης, όπως αυτές προβλέπονται τόσο από το Σύνταγμα όσο και από το Δημόσιο Λογιστικό και το Δημοσιονομικό Δίκαιο.

Τα στοιχεία του Μηνιαίου Δελτίου της Γενικής Κυβέρνησης που δημοσίευσε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για τον Μάρτιο 2025 αποκαλύπτουν μια προκλητική αντίφαση. Από τη μία πλευρά, παρουσιάζεται πλεόνασμα 1.538 εκατομμυρίων ευρώ, την ώρα που από την άλλη τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου αυξάνονται σταθερά, φτάνοντας τα 2.925 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 2.652 εκατ. τον αντίστοιχο μήνα του 2024 και 2.316 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2023. Δηλαδή, μέσα σε μόλις τρεις μήνες το κράτος αύξησε τις απλήρωτες υποχρεώσεις του κατά 609 εκατ. ευρώ.

Το φαινόμενο αποκτά μεγαλύτερη διάσταση αν συνυπολογιστούν και οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων προς πολίτες και επιχειρήσεις (723 εκατ. ευρώ τον Μάρτιο 2025, αυξημένες κατά 74 εκατ. σε σχέση με τον Μάρτιο 2024), καθώς και οι καθυστερήσεις στις καταπτώσεις εγγυήσεων από το Δημόσιο (59 εκατ. ευρώ). Ο συνολικός όγκος ρευστότητας που το κράτος στερεί από την πραγματική οικονομία φτάνει έτσι τα 3.707 εκατ. ευρώ, έναντι 3.327 εκατ. ευρώ πριν έναν χρόνο – μία σιωπηλή οιονεί στάση πληρωμών προς τον ιδιωτικό τομέα.

Αυτή η στέρηση ρευστότητας λειτουργεί ως «μαξιλάρι» για να διαμορφώνονται τεχνητά πλεονάσματα, τα οποία όμως δεν αντανακλούν την πραγματική εικόνα των δημοσίων οικονομικών. Αν τα ποσά αυτά είχαν αποδοθεί έγκαιρα στους δικαιούχους, το περίφημο πλεόνασμα του Μαρτίου 2025 δεν θα υπήρχε: θα είχε μετατραπεί σε έλλειμμα 2.169 εκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται για μια σαφή παραβίαση της αρχής της ειλικρίνειας και της ακρίβειας στη δημοσιονομική διαχείριση.

Επιπλέον, οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις δεν αφορούν μόνο το Κράτος υπό την στενή έννοια, αλλά ολόκληρη τη Γενική Κυβέρνηση: Κεντρική Διοίκηση, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ). Εξαιρετικά ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι σχεδόν όλοι αυτοί οι φορείς εμφανίζονται … πλεονασματικοί, ενώ στην πραγματικότητα οφείλουν μεγάλα ποσά, τα οποία παραμένουν «εκτός λογαριασμού» στον κρατικό προϋπολογισμό και στο Μητρώο Δεσμεύσεων.

Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο επισημαίνει ότι πολλοί φορείς – όπως τα Υπουργεία Εργασίας, Υγείας, Άμυνας, Εξωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης – δεν καταχωρούν αξιόπιστα τις υποχρεώσεις τους στο Μητρώο Δεσμεύσεων. Επιπλέον, η ενημέρωση του Μητρώου γίνεται χειροκίνητα και αποσπασματικά, χωρίς ψηφιακή διασύνδεση με τα συστήματα δημοσιονομικής διαχείρισης, γεγονός που καθιστά τα δημοσιονομικά στοιχεία μη αξιόπιστα.

Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι μόνο στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, από τα 254 εκατ. ευρώ των ληξιπρόθεσμων οφειλών τον Μάρτιο 2025, τα 242 εκατ. ευρώ αφορούν ανεξόφλητες υποχρεώσεις του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Δηλαδή, το ίδιο το εργαλείο που υποτίθεται ότι προορίζεται για την ανάπτυξη και τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, χρηματοδοτείται μεν στα χαρτιά, αλλά δεν πληρώνει τους προμηθευτές του.

Στην ίδια λογική υποεκτίμησης, το Υπουργείο Υγείας δεν έχει ακόμα καταγράψει στο σύστημα δαπάνες εκατοντάδων εκατομμυρίων για φάρμακα κατά της COVID-19 που αφορούν τα έτη 2021–2023, ενώ τα Στρατιωτικά Νοσοκομεία δεν περιλαμβάνονται στις επίσημες εκθέσεις του Υπουργείου Άμυνας για τα ανεξόφλητα χρέη. Ακόμα και η ενοποίηση του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ) με το ΕΤΕΑΕΠ από το 2017 (!) δεν έχει οδηγήσει μέχρι σήμερα στην απόδοση ελέγξιμων στοιχείων για τα χρέη του οργανισμού.

Την ίδια στιγμή, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το οποίο διαθέτει την τυπική αρμοδιότητα να ελέγχει τη συμμόρφωση της κυβέρνησης προς τους δημοσιονομικούς κανόνες, παραμένει σιωπηλό. Στις ανά τρίμηνο εκθέσεις του περιορίζεται σε ήπιες επισημάνσεις, χωρίς να προβαίνει σε καταγγελίες για συστηματικές παραβιάσεις, όπως κάνει το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η παραβίαση της αρχής της ανεξάρτητης αξιολόγησης, η οποία προϋποθέτει θεσμική ενεργητικότητα, είναι εμφανής.

Η συνολική εικόνα αποτυπώνει ένα καθεστώς δημοσιονομικής “παραπλάνησης” που εξυπηρετεί πολιτικούς και επικοινωνιακούς στόχους. Το κράτος καθυστερεί τις πληρωμές του, εμφανίζει πλασματικά πλεονάσματα, αποκρύπτει οφειλές και μεταφέρει το βάρος της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία – στις επιχειρήσεις, στους πολίτες και στους κοινωνικούς φορείς.

Το ερώτημα που μένει αναπάντητο είναι για πόσο καιρό ακόμα οι θεσμοί θα σιωπούν μπροστά σε αυτή την «παράκαμψη» των αρχών διαφάνειας και χρηστής διαχείρισης. Και το σημαντικότερο: Πόσο μπορεί να αντέξει η οικονομία μια τέτοια στρέβλωση χωρίς να προκληθεί πραγματική κρίση αξιοπιστίας στα δημόσια οικονομικά;

newsprime

Back to top button