
Η πέραν πάσης προσδοκίας εκλογή του Ζοράν Μαμντάνι ως δημάρχου της Νέας Υόρκης, της μητρόπολης του σύγχρονου καπιταλισμού, προκάλεσε παγκόσμια εντύπωση.
Ήταν μια εκλογική ανατροπή που αποκρυσταλλώνει την απάντηση των πολλών —των μη προνομιούχων, της εργατικής τάξης και των απελπισμένων κατοίκων μιας μεγαλούπολης— στα χρόνια και άλυτα κοινωνικά τους προβλήματα. Η Νέα Υόρκη, πόλη-σύμβολο του αμερικανικού ονείρου, ανέδειξε έναν υποψήφιο που ενσάρκωσε την οργή και την απογοήτευση από ένα σύστημα που δεν προσφέρει πια ελπίδα.
Η νίκη του Μαμντάνι, του σοσιαλιστή «αουτσάιντερ» που ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να χαρακτηρίσει «κομμουνιστή», ερμηνεύεται ήδη ως προειδοποιητικό μήνυμα προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Προαναγγέλλει, ενδεχομένως, την απώλεια της πλειοψηφίας του στις προσεχείς εκλογές, καθώς η αμερικανική κοινή γνώμη δείχνει ολοένα πιο κουρασμένη από τις παλινδρομήσεις, τις αντιφάσεις και την πολιτική ρητορική του Τραμπ. Ταυτόχρονα, η εκλογή αυτή υπενθυμίζει στους απανταχού εξουσιαστές ότι στη δημοκρατία οι διαθέσεις των πολιτών μπορούν να αλλάξουν αιφνιδιαστικά, και μάλιστα ριζικά, ανατρέποντας ισορροπίες που θεωρούνταν ακλόνητες.
Ο απόηχος της ανατροπής στη Νέα Υόρκη αντήχησε σε όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες — στο Παρίσι, στο Βερολίνο, στο Λονδίνο, αλλά και στην Αθήνα. Διότι παντού, από τη Δύση έως την Ανατολή, διαμορφώνεται η ίδια αντίφαση: η συμπεριφορά των κυβερνώντων αποκλίνει όλο και περισσότερο από το λεγόμενο «λαϊκό αίσθημα». Είτε πρόκειται για τη δίκαιη αγανάκτηση απέναντι στην ακρίβεια και την ανέχεια, είτε για την οργή απέναντι στην ανεπάρκεια της αστυνομίας και της δημόσιας διοίκησης, ο πολίτης αισθάνεται αποκομμένος από μια εξουσία που δεν τον ακούει.
Εδώ, στην Ελλάδα, ασφαλώς δεν πρόκειται να δούμε το ΚΚΕ να αναλαμβάνει την εξουσία ύστερα από ογδόντα πέντε χρόνια αγώνων. Όμως η αλαζονεία και κυρίως η αδιαφορία των σημερινών κυβερνώντων απέναντι στα προβλήματα των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων έχουν αρχίσει να συσσωρεύουν οργή.
Η εκρηκτική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, αποτέλεσμα των ενεργειακών καρτέλ, το αυθαίρετο κλείσιμο 204 ταχυδρομικών γραφείων ανά την επικράτεια από τις ερασιτεχνικές διοικήσεις του «Υπερταμείου», και η αίσθηση εγκατάλειψης στην περιφέρεια, έχουν μετατοπίσει τη σιωπηρή πλειοψηφία από τη δυσφορία στην πλήρη αποδοκιμασία της κυβέρνησης — χωρίς όμως η δυσαρέσκεια αυτή να μεταφράζεται, τουλάχιστον προς το παρόν, σε αύξηση της επιρροής των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διαθέτει ακόμη περίπου δύο χρόνια στην εξουσία — πολιτικός χρόνος ίσως ανεπαρκής για πλήρη ανάκαμψη, αλλά αρκετός ώστε μια νέα ηγεσία να σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στα προβλήματα του λαού. Γιατί ο «χύδην λαός», όπως συχνά υποτιμητικά αποκαλείται από τα σαλόνια της Ηρώδου Αττικού, δεν είναι ούτε αφελής ούτε αμνήμων: παρατηρεί, κρίνει και περιμένει την ώρα του.
Ένας αθυρόστομος πολιτικός του παρελθόντος είχε πει κάποτε πως, όταν η πελατεία των οίκων ανοχής αραιώνει, δεν αλλάζουν τα χαλιά — αλλά τα κορίτσια. Το ίδιο ισχύει και στον έτερο «οίκο» της πολιτικής, από την αρχαιότητα έως σήμερα. Η Νέα Υόρκη μόλις μας το υπενθύμισε.