breaking newsΕλλάδα

Economic Times: Από την Παλιπούτρα στον Πειραιά! Πως η Ινδία και η Ελλάδα ανακτούν μια αρχαία συνεργασία

Τον Φεβρουάριο του 2024, τα μαρμάρινα προαύλια του Νέου Δελχί έγιναν σκηνή μιας στιγμής γεμάτης συμβολισμό και στρατηγική. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έφθασε στην Ινδία για επίσημη επίσκεψη —την πρώτη Έλληνα ηγέτη εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες.

Τον υποδέχθηκε ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι με όλες τις τιμές μιας επίσημης τελετής στο Rashtrapati Bhavan. Όσα ακολούθησαν τις επόμενες δύο ημέρες δεν αποτέλεσαν απλώς διπλωματική εθιμοτυπία, αλλά τη συνειδητή διαμόρφωση μιας σύγχρονης εταιρικής σχέσης ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς που τους συνδέουν δεσμοί όχι ετών, αλλά χιλιετιών.

Στην κοινή δήλωσή τους, οι δύο ηγέτες επιβεβαίωσαν τη Στρατηγική Εταιρική Σχέση που εγκαινιάστηκε κατά την επίσκεψη Μόντι στην Αθήνα τον Αύγουστο του 2023 και δεσμεύτηκαν να διπλασιάσουν το διμερές εμπόριο έως το 2030. Συμφώνησαν επίσης να ενισχύσουν τη συνεργασία σε άμυνα, ναυτιλία, τεχνολογία, μετανάστευση και εκπαίδευση.

«Η συνεργασία μας βασίζεται σε κοινές αξίες, βαθιές ιστορικές ρίζες και κοινές επιδιώξεις για ειρήνη και ευημερία», δήλωσε ο Μόντι μετά τις συνομιλίες. Ο Μητσοτάκης, από την πλευρά του, σημείωσε: «Η Ελλάδα βλέπει την Ινδία ως έναν πυλώνα σταθερότητας και προόδου στην Ασία. Η φιλία μας είναι φυσική· αντλεί τη δύναμή της από τη σοφία των πολιτισμών μας και τη λογική του σύγχρονου κόσμου».

Αν η επίσκεψη του Μόντι στην Αθήνα το 2023 άναψε τη φλόγα, τότε το ταξίδι του Μητσοτάκη στο Νέο Δελχί το 2024 την έκανε σταθερό φως. Ανάμεσα στις δύο επισκέψεις, η σχέση απέκτησε όχι μόνο δυναμική αλλά και ουσία. Ήταν πλέον σαφές ότι Ινδία και Ελλάδα δεν αρκούνται να θαυμάζουν το κοινό τους παρελθόν· είναι αποφασισμένες να σχεδιάσουν ένα κοινό μέλλον.


Αντηχήσεις από την Αρχαιότητα: Όταν το Αιγαίο συνάντησε τον Γάγγη

Για να κατανοήσει κανείς τη σημερινή διπλωματία, πρέπει να επιστρέψει στην εποχή που Ελλάδα και Ινδία πρωτοείδαν η μία την άλλη όχι ως αφηρημένες έννοιες, αλλά ως γειτονικούς πολιτισμούς κατά μήκος του ασιατικού τόξου.

Το 326 π.Χ., ο Μέγας Αλέξανδρος διέβη τον Ινδό ποταμό και εισήλθε στο Παντζάμπ, όπου συνάντησε έναν πολιτισμό εξίσου ανεπτυγμένο με τον δικό του. Η εκστρατεία του σταμάτησε στις όχθες του ποταμού Βιάς —την πρώτη καταγεγραμμένη επαφή ευρωπαϊκού στρατού με την ινδική υποήπειρο.

Ο ιστορικός Αρριανός, επικαλούμενος τον Ονησικρίτο, περιέγραψε τους Ινδούς σοφούς ως «ανθρώπους που συνομιλούν με τη φύση και περιφρονούν τον πλούτο». Ακόμα και μέσα στην κατάκτηση, υπήρχε θαυμασμός και φιλοσοφική περιέργεια.

Μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, ο στρατηγός του Σέλευκος Α΄ Νικάτωρ σύναψε συνθήκη με τον Τσαντραγκούπτα Μαουρύα γύρω στο 303 π.Χ., εγκαινιάζοντας μια πρωτοφανή διπλωματική ανταλλαγή.

Ο Σέλευκος έστειλε τον Μεγασθένη ως πρέσβη στην αυλή της Πάταλιπτρα. Το έργο του, Ινδικά, αν και σώζεται αποσπασματικά, αποτελεί την πρώτη ευρωπαϊκή καταγραφή της Ινδίας —της γεωγραφίας, της οικονομίας και των εθίμων της. Έγραψε με θαυμασμό πως «οι Ινδοί είναι οι πιο ειλικρινείς και οι λιγότερο επιρρεπείς στην κλοπή».

Αιώνες αργότερα, ο Τζαβαχαρλάλ Νεχρού θα αναφερόταν στον Μεγασθένη στο έργο του The Discovery of India, σημειώνοντας ότι «μέσα από αυτόν οι Έλληνες γνώρισαν την Ινδία και οι Ινδοί αντιλήφθηκαν τη θέση τους σε έναν ευρύτερο κόσμο».

Ανάμεσα στην πορεία του Αλεξάνδρου και την αφήγηση του Μεγασθένη, το Αιγαίο και ο Γάγγης μπήκαν στη φαντασία ο ένας του άλλου —και ποτέ δεν βγήκαν από αυτήν.


Ο Διάλογος της Γανδάρας: Όταν οι ιδέες πήραν μορφή

Η συνάντηση Ελλάδας και Ινδίας δεν περιορίστηκε στα χρονικά. Πήρε καλλιτεχνική μορφή στην ελληνοβουδιστική τέχνη της Γανδάρας. Από τον 1ο αιώνα π.Χ. έως τον 3ο μ.Χ., τεχνίτες στα βορειοδυτικά σύνορα —στη σημερινή περιοχή Αφγανιστάν και Πακιστάν— δημιούργησαν Αγάλματα του Βούδα με σγουρά μαλλιά, μυώδεις κορμούς και πτυχώσεις ιματίου που θύμιζαν Απόλλωνα. Εκεί η ελληνική αίσθηση του μέτρου ενώθηκε με την ινδική αίσθηση της υπέρβασης.

Ο ιστορικός τέχνης Ανάδα Κουμαρασουάμι την αποκάλεσε «γάμο του ελληνικού ουμανισμού με τον ινδικό μυστικισμό». Ο Βούδας της Γανδάρας έγινε έτσι σύμβολο του ινδοελληνικού συγκερασμού —της πνευματικής γαλήνης μέσα από την κλασική φόρμα.


Ξεχασμένοι αιώνες και αναγέννηση συγγένειας

Μετά την πτώση των Ινδοελληνικών βασιλείων, οι επαφές ατόνησαν, αλλά η μνήμη παρέμεινε. Οι αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Στράβων, ο Πλίνιος και ο Αρριανός διατήρησαν τη γνώση της Ινδίας, ενώ Βουδιστές ιεραπόστολοι και έμποροι μετέφεραν ινδικές ιδέες δυτικά.

Στη νεότερη εποχή, όταν Ινδία και Ελλάδα απέκτησαν ανεξαρτησία, η φιλία τους ανανεώθηκε. Οι διπλωματικές σχέσεις ιδρύθηκαν το 1950, αλλά χρειάστηκε ο 21ος αιώνας και οι νέες γεωπολιτικές ισορροπίες για να αποκτήσει η σχέση στρατηγικό βάθος.


Από την Παταλιπτρα στον Πειραιά: Εμπόριο και στρατηγική

Η σημερινή σχέση Ινδίας–Ελλάδας βασίζεται σε οικονομικά και ναυτιλιακά θεμέλια. Το εμπόριο, που ανερχόταν σε περίπου 2 δισ. δολάρια το 2023, προβλέπεται να διπλασιαστεί ως το 2030, με συνεργασία σε ναυτιλία, logistics, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και φαρμακευτικά προϊόντα.

Η Ελλάδα, με τη ναυτιλιακή της ισχύ και τα στρατηγικά της λιμάνια όπως ο Πειραιάς, βλέπει την Ινδία ως φυσικό εταίρο στον Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας–Μέσης Ανατολής–Ευρώπης (IMEEC), που θα συνδέει τη Βομβάη με την Ευρώπη μέσω του Περσικού Κόλπου και της Μεσογείου.
Όπως τόνισε ο Μητσοτάκης: «Αυτός ο διάδρομος μπορεί να αναδιαμορφώσει τη συνδεσιμότητα των ηπείρων μας. Η Ελλάδα είναι έτοιμη να αποτελέσει την πύλη της Ινδίας προς την Ευρώπη».

Από την πλευρά της, η Ινδία θεωρεί την Ελλάδα αξιόπιστο ευρωπαϊκό εταίρο με πρόσβαση τόσο στην Ε.Ε. όσο και στη Μεσόγειο. Προωθείται παράλληλα η απευθείας αεροπορική σύνδεση μεταξύ Αθήνας και ινδικών πόλεων έως το 2026.


Άμυνα και ασφάλεια: Από τις ασκήσεις στη διαρκή συνεργασία

Το 2024, η Ινδική Πολεμική Αεροπορία συμμετείχε στην άσκηση INIOCHOS που διοργάνωσε η Πολεμική Αεροπορία της Ελλάδας, με τη συμμετοχή 15 χωρών —μια σπάνια επιχειρησιακή συνεργασία που σηματοδότησε κοινή στρατηγική αντίληψη από τη Μεσόγειο έως τον Ινδικό Ωκεανό.

Οι δύο πλευρές συμφώνησαν να ενισχύσουν τις διμερείς αμυντικές διαβουλεύσεις, να διερευνήσουν συμπαραγωγές οπλικών συστημάτων και να εντείνουν τη συνεργασία στην επιτήρηση θαλασσίων περιοχών.

«Η φιλία μας δεν στρέφεται εναντίον κανενός. Είναι για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την κοινή ευημερία», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μόντι.


Ανθρώπινες και πολιτιστικές γέφυρες

Οι δύο χώρες προωθούν τη Συμφωνία Μετανάστευσης και Κινητικότητας, που θα επιτρέπει σε Ινδούς μηχανικούς, ειδικούς πληροφορικής και φοιτητές να εργάζονται ή να σπουδάζουν στην Ελλάδα, ενώ Έλληνες ερευνητές και επιχειρηματίες θα μπορούν να δραστηριοποιούνται στην Ινδία.

Παράλληλα, το Εθνικό Κέντρο Τεχνών Ίντιρα Γκάντι (IGNCA) και ελληνικά ιδρύματα σχεδιάζουν κοινές εκθέσεις για την ινδοελληνική τέχνη και μεταφράσεις κλασικών έργων. Πανεπιστήμια εξετάζουν τη δημιουργία εδρών συγκριτικής φιλοσοφίας και αρχαιολογίας.

Ο Έλληνας ιστορικός Βασίλειος Σύρος το έθεσε εύστοχα: «Η Ινδία και η Ελλάδα δεν ξαναβρίσκουν η μία την άλλη· απλώς συνεχίζουν έναν διάλογο που ποτέ δεν σταμάτησε. Μόνο που σήμερα μιλά τη γλώσσα της παγκοσμιοποίησης».


Παράλληλες φιλοσοφίες: Δημοκρατία και ανθρώπινο μέτρο

Οι δύο κοινωνίες έδωσαν στον κόσμο θεμελιώδεις ιδέεςδήμος και δάρμα, πολίτης και καθήκον, λόγος και λογική.

Όπως είπε ο Μητσοτάκης κατά την επίσκεψή του:
«Τα έθνη μας χάρισαν στην ανθρωπότητα δύο από τα μεγαλύτερα δώρα της: τη δημοκρατία και τη φιλοσοφία. Γνωρίζουμε ότι ο ελεύθερος νους και η δίκαιη κοινωνία είναι οι πραγματικές μηχανές της προόδου».

Η στρατηγική συνεργασία Ελλάδας–Ινδίας εδράζεται λοιπόν σε φιλοσοφική συνέχεια και ηθικό βάθος — στοιχεία που λείπουν από καθαρά συναλλακτικές σχέσεις.


Η επιστροφή της γεωγραφίας: Μια ευρασιατική γέφυρα

Στη σημερινή εποχή, Ινδοειρηνικός και Μεσόγειος δεν είναι πλέον χωριστά πεδία. Οι ενεργειακοί αγωγοί, τα καλώδια δεδομένων και οι θαλάσσιοι διάδρομοι τα ενώνουν σε ένα συνεχές γεωπολιτικό τόξο.

Ευρισκόμενη στο δυτικό άκρο του και η Ινδία στο ανατολικό, οι δύο χώρες μπορούν να συμβάλουν σε μια ισορροπημένη ευρασιατική τάξη. Η Ελλάδα στηρίζει την ένταξη της Ινδίας σε ευρωπαϊκές εφοδιαστικές αλυσίδες, ενώ η Ινδία ενισχύει τις σχέσεις της με μεσογειακές χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Ιταλία.


Μαθήματα Ιστορίας, Πορεία προς το Μέλλον

Η συνάντηση Μόντι–Μητσοτάκη του 2024 λειτουργεί ως γέφυρα εποχών. Συνδέει την κληρονομιά του Μεγασθένη και του Αλέξανδρου με τη γλώσσα των ψηφιακών διαδρόμων και της πράσινης ενέργειας.

Όπως είπε ο Μόντι στην Αθήνα: «Οι δεσμοί Ινδίας και Ελλάδας είναι τόσο παλιοί όσο και η ίδια η ιστορία. Σήμερα, τους δίνουμε νέο σκοπό».

Οι ιστορικοί θα πρόσθεταν: τέτοιες ανανεώσεις κρατούν την ιστορία ζωντανή. Οι πολιτισμοί επιβιώνουν όχι διατηρώντας ανέπατο το παρελθόν, αλλά προσαρμόζοντας τη μνήμη τους στις νέες συνθήκες.


Το μακρύ τόξο της φιλίας

Η φιλία Ινδίας και Ελλάδας εκτείνεται από τα πεδία του Παντζάμπ, όπου σταμάτησε ο Αλέξανδρος, έως τις αίθουσες των διπλωματικών συναντήσεων σε Αθήνα και Νέο Δελχί. Περιλαμβάνει το θαυμασμό του Μεγασθένη για την ινδική κοινωνία, την ηθική του Ασόκα και τη σύγχρονη αναζήτηση τεχνολογίας, εμπορίου και εμπιστοσύνης.

Καθώς οι δύο δημοκρατίες προχωρούν βαθύτερα στον 21ο αιώνα, το κάνουν όχι ως λείψανα αρχαίας δόξας, αλλά ως δυναμικά κράτη που γνωρίζουν το βάρος της κληρονομιάς τους.

Η ελληνική έννοια του λόγου και το ινδικό δάρμα βρίσκονται ξανά σε διάλογο — αυτή τη φορά, για να διαμορφώσουν έναν κόσμο που τα χρειάζεται και τα δύο.

Όπως έγραψε ο ιστορικός Άρνολντ Τόινμπι, «Η συνάντηση Ανατολής και Δύσης είναι το θέμα της εποχής μας».
Η Ινδία και η Ελλάδα, καθεμία με τον δικό της τρόπο, ξεκίνησαν αυτόν τον διάλογο πριν από αιώνες. Τώρα τον συνεχίζουν, με τη μνήμη ως πυξίδα και το μέλλον ως θάλασσα.

ΠΗΓΗ: Economic Times

Back to top button