breaking newsΙστορικά

Απελευθέρωση της Βοστίτσας

Απελευθέρωση της Βοστίτσας

 

Αν στα Καλάβρυτα έγινε η πρώτη σοβαρή πολεμική επιχείρηση, δηλαδή η πολιορκία του Τούρκου διοικητή και των Τούρκων κατοίκων στους οχυρούς πύργους τους, το Αίγιο ορθά διεκδικεί την τιμή οτι είναι η πρώτη πόλη της Πελοποννήσου που απελευθερώθηκε απο τους Τούρκους. Ηδη μετά τη σύσκεψη της Βοστίτσας, οι πρόκριτοι της πόλης Δημήτριος Μελετόπουλος, Ανδρέας Λόντος και Λέων Μεσσηνέζης άρχισαν μυστικά συστηματική στρατολογία στην επαρχία τους. Ετσι στις αρχές Μαρτίου το Αίγιο διέθετε το πρώτο οργανωμένο στρατιωτικό σώμα της Πελοποννήσου, που η δύναμή του έφτανε μάλιστα τους 400 άνδρες.

Το γεγονός αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο απο τους Τούρκους της περιοχής, που διατηρούσαν ίσως ακόμη έντονες τις επιφυλάξεις τους για τον αληθινό σκοπό της σύσκεψης τόσων προκρίτων και κληρικών στην πόλη τους στα τέλη Ιανουαρίου και ίσως να είχαν και εκείνοι πληροφορηθεί την προδοσία του Παπαπαντελή στον βοεβόδα της Κορίνθου.

Οι υποψίες τους εντάθηκαν, οταν πληροφορήθηκαν τα επαναστατικά γεγονότα των γειτονικών επαρχιών των Καλαβρύτων και ανησύχησαν για την τύχη τους επειδή η πόλη δεν διέθετε κανένα ασφαλές οχυρό. Έτσι δεν είχαν άλλη διέξοδο απο το να επιδιώξουν διαπραγματεύσεις για την ασφαλή αναχώρησή τους. Οι πρόκριτοι οχι μόνο δεν εμπόδισαν τους Τούρκους της πόλης να αναχωρήσουν στην αντικρινή Φωκίδα, και απο εκεί στα Σάλωνα, αλλά και τους διευκόλυναν για να προστατεύσουν τους κατοίκους απο τυχόν αντεπίθεση των εκδιωχθέντων.

Η ιστορική σημαία του Ανδρέα Λόντου που υψώθηκε στο ξέσπασμα του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.Μόλις έφυγαν οι Τούρκοι ο Ανδρέας Λόντος ύψωσε στο Αίγιο την πρώτη επαναστατική ελληνική σημαία, κόκκινη με μαύρο σταυρό. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την ακριβή ημερομηνία της έναρξης της επανάστασης στο Αίγιο. Θα πρέπει όμως να έγινε το αργότερο στις 23 Μαρτίου, αφού στις 25 ο Ανδρέας Λόντος και οι 400 σύντροφοί του βρίσκονταν στην Πάτρα, ύστερα απο πρόσκληση των προκρίτων της πόλης, και πήραν μέρος στα εκεί επαναστατικά γεγονότα. Οι Έλληνες του Αιγίου οργάνωσαν έπειτα στρατόπεδο στο χωριό Σέλα, λίγες ώρες απο την Πάτρα, για να εμποδίσουν την άφιξη τουρκικών ενισχύσεων στους πολιορκημένους στο κάστρο των Πατρών Τούρκους. 

 

 

 

Επίθεση των Τούρκων στην Πάτρα. 

Στην Πάτρα ο επαναστατικός αναβρασμός ήταν έκδηλος ένα μήνα περίπου πρίν απο τα γεγονότα των Καλαβρύτων. Απο επιστολές προξένων ξένων δυνάμεων στην Πάτρα, που δημοσιεύθηκαν τελευταία, σώζονται χρονολογημένες μαρτυρίες για τα οσα συνέβησαν την περίοδο αυτή και τις πρώτες μέρες της επανάστασης, που μεταθέτουν τις καθιερωμένες ημερομηνίες κατά μια η δύο μέρες.

Ετσι υπάρχει πληροφορία πως οι τουρκικές αρχές ηδη απο τις 20 Φεβρουαρίου άρχισαν να ανησυχούν, όταν οι «ραγιάδες» αρνήθηκαν να πληρώσουν το χαράτσι και άλλους φόρους. Οι ανησυχίες τους ενισχύθηκαν μετά την άρνηση του Παλαιών Πατρών Γερμανού να πάει στην Τριπολιτσά, όπου τον είχε καλέσει ο καϊμακάμης Σελήχ, παρά και τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις του οτι θα ήταν εκεί ασφαλής. Έκδηλη απόδειξη των ανησυχιών των Τούρκων ήταν η βεβιασμένη μεταφορά στο κάστρο χρημάτων και χρυσαφικών (1η Μαρτίου) και των οικογενειών τους λίγο αργότερα (6 Μαρτίου).

Παράλληλα και οι Ελληνες άρχισαν να φυγαδεύουν τις οικογένειές τους στα Επτάνησα και στις ορεινές περιοχές της επαρχίας. Μάλιστα λίγο πρίν εκραγεί στην Πάτρα η επανάσταση, καθώς η κατάσταση ήταν τεταμένη, ελληνικές οικογένειες ζήτησαν άσυλο στα ξένα προξενεία. Πολλούς δέχθηκε το γαλλικό προξενείο όπου υπηρετούσε ως πρόξενος ο αδελφός του ιστορικού Πουκεβίλ. Αντίθετα ο Αγγλος πρόξενος Γκρήν οχι μόνο δεν προστάτευε όσους κατέφυγαν στο αγγλικό προξενείο αλλά και προσπαθούσε να εμποδίσει τη συμμετοχή των Επτανησίων της Πάτρας στην προετοιμαζόμενη εξέγερση.

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 βρήκε την Πάτρα (Παλαιαί Πάτραι την εποχή εκείνη), πρωτεύουσα της Αχαΐας, έδρα μητρόπολης, να είναι μια αναπτυγμένη πόλη με αξιόλογο εμπορικό λιμένα και κατ΄ εξοχήν ελληνικό πληθυσμό, Επτανήσιους, λιγότερο Τούρκους και ελάχιστους Αλβανούς, αποτελώντας και έδρα προξενείων του Μωριά, όπως της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Το 1821, καθώς πλησίαζε η 25η Μαρτίου, όπου σύμφωνα με το σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας θα άρχιζε η επανάσταση, άρχισαν σταδιακά διάφορα επεισόδια μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. 

 

Στις 23 Μαρτίου οι Τούρκοι κάλεσαν σε σύσκεψη τους προξένους των ξένων δυνάμεων και τους προέτρεψαν να ασκήσουν την επιρροή τους, ώστε οι «ραγιάδες» να παραδώσουν τα όπλα. Στην πραγματικότητα ο σκοπός τους ήταν να εκφοβίσουν τους Επτανησίους προξένους της Ρωσίας, Αυστρίας και Σουηδίας, για τους οποίους υπήρχαν υποψίες οτι ηταν αναμεμιγμένοι στην εναντίον των Τούρκων συνωμοσία. Πραγματικά ο Ιθακήσιος πρόξενος της Ρωσίας, Ιωάννης Βλασόπουλος, ήταν πρόεδρος της Εφορίας των Φιλικών στην Πάτρα και οι πρόξενοι της Αυστρίας – Πρωσίας και Σουηδίας Ανδρέας Κοντογούρης και ο Λουδοβίκος Στράνης μέλη. Επίσης στο ρωσικό προξενείο, στις 15 Μαρτίου, είχε γίνει σύσκεψη του Οδυσσέα Ανδρούτσου με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τον Ιωάννη Βλασσόπουλο με θέμα τον επικείμενο Αγώνα.

Στις 23 Μαρτίου νωρίς το απόγευμα, λίγες ώρες μετά τη σύσκεψη των προξένων, ομάδα απο 30 ενόπλους Τούρκους (που σύντομα έγιναν 300) επιτέθηκε εναντίον της οικίας του προκρίτου Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου, που θεωρείται ο πρωτεργάτης της κινήσεως των Ελλήνων της πόλης για την Επανάσταση, και κατά της Μητρόπολης. Εξοργισμένοι γιατί τις βρήκαν κλειστές έβαλαν φωτιά, που επεκτάθηκε γρήγορα στις γειτονικές περιοχές και στη γειτονιά των προξενείων. Συγχρόνως κανονιοβολισμοί ρίχνονταν απο το φρούριο εναντίον των ελληνικών οικιών. 

Αντεπίθεση των Ελλήνων και έναρξη της Επανάστασης στην πόλη

Ο Ανδρέας Λόντος (1786-1845) ήταν προεστός του Αιγίου, με σημαντική στρατιωτική και πολιτική δράση στην Επανάσταση του 1821, καθώς και έπειτα από αυτή. Μετείχε ενεργά στην Επανάσταση, όπως και οι αδελφοί του Αναστάσιος και Λουκάς. Στις 23 Μαρτίου κήρυξε την επανάσταση στο Αίγιο, εκδίωξε τους Τούρκους χωρίς μάχη και ύψωσε την πρώτη ελληνική επαναστατική σημαία. Στη διάρκεια της επανάστασης διοικούσε δικό του στρατιωτικό σώμα, με το οποίο πήρε μέρος στην πολιορκία της Πάτρας και του Μεσολογγίου.

 

Σε λίγο όμως εμφανίστηκαν στους δρόμους της Πάτρας ένοπλοι Έλληνες, ιδίως Επτανήσιοι, με επικεφαλής τον Πατρινό Παναγιώτη Καρατζά, υποδηματοποιό, και τους Επτανησίους Νικόλαο Γερακάρη, φαρμακοποιό, και Ευάγγελο Λιβαδά, έμπορο, οι οποίοι έσπευσαν να οργανώσουν την άμυνα των Ελλήνων εναντίον των τουρκικών επιθέσεων. Ταυτόχρονα ένοπλοι συγκεντρώθηκαν στο ρωσικό προξενείο και χτυπούσαν τους Τούρκους, που είχαν ήδη ενισχυθεί και απο άλλους 150 εξαγριωμένους ομοεθνείς τους που έσπευσαν απο το Ρίο. 

Η σύρραξη γενικεύτηκε, πυρκαγιές και λεηλασίες κατέστρεψαν ολη τη νύχτα την πόλη. Τελικά οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να κλειστούν στο φρούριο, ενώ απο τα χαράματα της επομένης ημέρας (24 Μαρτίου) πλήθος ενόπλων Ελλήνων άρχισαν να εισέρχονται στην πόλη απο τα γειτονικά χωριά και να καταλαμβάνουν επίκαιρες θέσεις. Επικεφαλής τους ήταν οι πρόκριτοι της πόλης και Φιλικοί Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος και Νικόλαος Λόντος. Από τους πρώτους επίσης μπήκαν στην πόλη οι οπλαρχηγοί Κουμανιώτες με τους ενόπλους που τους ακολουθούσαν.

Στην είσοδο της πόλης σκοτώθηκε ο Σταμάτης Κουμανιώτης.Την επόμενη ημέρα (25 Μαρτίου), το πρωί, έφτασαν στην πόλη απο τα Νεζερά ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Ανδρέας Ζαΐμης με 500 άνδρες, ο Ανδρέας Λόντος απο το Αίγιο με 400, ο Μπενιζέλος Ρούφος, ο Κερνίκης Προκόπιος και άλλοι. Στην πλατεία του Αγ. Γεωργίου, και ενώ οι Τούρκοι κανονιοβολούσαν απο το κάστρο, συγκεντρώθηκαν οι Έλληνες και τότε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έστησε τον Σταυρό, πάνω στον οποίο ορκίστηκαν οι αγωνιστές αναφωνώντας «Ελευθερία ή Θάνατος».

Στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου την ίδια ώρα που ο Παλαιών Πατρών Γερμανός όρκιζε στον σταυρό τους αγωνιστές, ο Ανδρέας Λόντος ύψωσε την επαναστατική σημαία, με την οποία λίγο πρίν είχε αρχίσει η επανάσταση στο Αίγιο. Σε σύσκεψη των προκρίτων, που ακολούθησε, αποφασίστηκε να αρχίσει αμέσως η πολιορκία του κάστρου, ενώ παράλληλα οργανώθηκε μια επαναστατική επιτροπή που ανέλαβε τον συντονισμό των επιχειρήσεων. Η επιτροπή ονομάστηκε Επαναστατικό η Αχαϊκό Διευθυντήριο και τέθηκε τιμητικά υπο την ηγεσία του Παλαιών Πατρών Γερμανού. Μέλη της ήταν ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο Ανδρέας Λόντος, ο Νικόλαος Λόντος, ο Κερνίκης Προκόπιος, ο Σωτήριος Θεοχαρόπουλος, ο Μπενιζέλος Ρούφος και ταμίας ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος. 

Στις 26 Μαρτίου το Αχαϊκὸ Διευθυντήριο επέδωσε σε όσους προξένους των ξένων δυνάμεων δεν είχαν ακόμη εγκαταλείψει την πόλη την ακόλουθη διακοίνωση: «Πρός τους εν Πάτραις προξένους των ξένων επικρατειών Ημείς, το Ελληνικόν έθνος των χριστιανών, βλέποντες οτι μας καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει όλεθρον εναντίον μας, πότε μ᾿ ένα και πότε μ᾽ άλλον τρόπον, απεφασίσαμεν σταθερώς, η ν᾿ αποθάνωμεν όλοι, η να ελευθερωθώμεν· και τούτου ένεκα βαστούμεν τα όπλα εις χείρας, ζητούντες τα δικαιώματά μας.

Όντες λοιπόν βέβαιοι, οτι όλα τα χριστιανικά βασίλεια γνωρίζουν τα δίκαιά μας, και οχι μόνον δεν θέλουν μας εναντιωθεί αλλά και θέλουν μας συνδράμει, και οτι έχουν είς μνήμην, οτι οι ένδοξοι πρόγονοί μας εφάνησαν ποτέ ωφέλιμοι εις την ανθρωπότητα, δια του· το ειδοποιούμεν την εκλαμπρότητά σας και σας παρακαλούμεν να προσπαθήσετε, να ήμεθα υπο την εύνοιαν και προστασίαν του μεγάλου τούτου κράτους».


Όπως γράφει ο Πουκεβίλ:

«Πάτρα 4 Απριλίου (σ.σ. δηλαδή 23 Μαρτίου 1821), το βράδυ στις 6. Η φωνή της ελευθερίας ακούεται, φωτιά έχει αρχίσει μέσα στην πόλη… Ο αέρας που σπρώχνει τις φλόγες, μας απειλεί με γενική πυρκαϊά! Ο ήλιος έχει δύσει μέσα από ένα πέπλο κοκκινωπών καπνών… Ο πάταγος των σπιτιών που γκρεμίζονται, οι αλλεπάλληλες κανονιές από το κάστρο, το σφύριγμα και η έκρηξη μερικών βομβών, οι φωνές των γυναικών και παιδιών, πάνω από 500, που έχουν προσφύγει στο γαλλικό προξενείο, σκορπίζουν παντού τη σύγχυση και τον τρόμο. Ο ουρανός, σαν πύρινος θόλος μάς φωτίζει με ένα φως μαυροκίτρινο. Η ταραγμένη θάλασσα μοιάζει να κυλά κύματα από αίμα, και το μεγαλύτερο μέρος από τα πλούτη της Πάτρας συσσωρεύονται στα δωμάτιά μου».

 

 

 

Η απάντηση των προξένων ήταν οτι επιθυμούσαν να κράτήσουν ουδετερότητα και οτι θα διαβίβαζαν τη διακοίνωση στις κυβερνήσεις τους. Παράλληλα η επιτροπή αυτη με επιστολές στις μη επαναστατημένες ακόμη περιοχές τις προαέτρεπαν να εξεγερθούν. Επίσης μοιράστηκαν λευκές σημαίες με το σύμβολο της Φιλικής Εταιρείας και κατασκευαστηκε σφραγίδα με το σημείο του σταυρού, και κυκλικά φύλα δάφνης και επιγραφή «Σφραγὶς Ελευθερίας». 

Η πολιορκία του κάστρου οργανώθηκε συστηματικά. Αναφέρεται οτι κατασκευάστηκε οπλοποιείο και συστήθηκε νοσοκομείο απο τον Ν. Γερακάρη. Εξάλλου Επτανήσιοι μετέφεραν 7 κανόνια, απο τα αγκυροβολημένα στο λιμάνι των Πατρών πλοία, στο κανονοστάσιο που κατασκεύασε  Ευάγγελος Λιβαδάς. Υπό τις διαταγές ενος Αγγλοαμερικανού που λεγόταν Αγγελος, και που είχε τυχαία τότε βρεθεί στην Πάτρα, οι Επτανήσιοι χειρίζονταν με επιδεξιότητα τα κανόνια. Αξίξει να σημειωθεί πως οι Επτανήσιοι, εκτός απο την πολύτιμη προσωπική συμμετοχή τους στην εξέγερση των Πατρών, στην οποία και πρωτοστάτησαν, ενίσχυσαν και οικονομικώς τους πολιορκητές Έλληνες.

Λίγες μέρες αργότερα στις 3 Απριλίου (Κυριακή των Βαΐων) και με υπόδειξη του Άγγλου προξένου, κατέφθασε στην Πάτρα ο Τούρκος στρατηγός Γιουσούφ Πασάς, ο οποίος έλυσε την πολιορκία που επιχειρούσαν οι Έλληνες στο κάστρο, ενώ ακολούθησε αυτόν στη συνέχεια ο Μουσταφά μπέης που κατευθύνθηκε προς τη Βοστίτσα και την Τριπολιτσά. Στη συνέχεια ο Γιουσούφ κατέστρεψε και λεηλάτησε την Πάτρα.

Μετά την καταστολή της εξέγερσης δεν ακολούθησε καμία άλλη τοπική δραστηριότητα ή οργάνωση του Αγώνα στην περιοχή τόσο της πόλης όσο και ευρύτερα, στην Αιγιάλεια και τα Καλάβρυτα (περιοχές που ήταν ήδη ελεύθερες). Το δε Αχαϊκόν Διευθυντήριον, ειδικά μετά τη μάχη του Λάλα επισκιάσθηκε από την Πελοποννησιακή Γερουσία. Εικάζεται ότι αμέσως μετά τα παραπάνω συμβάντα έφθασε στο ρωσικό προξενείο της Πάτρας είδηση περί της αποκήρυξης του Αλέξανδρου Υψηλάντη από τον Τσάρο, καθώς και ο αφορισμός του από τον Πατριάρχη, από την οποία προκλήθηκε απογοήτευση και ανησυχία, που όμως, όπως αποδείχθηκε, γρήγορα ξεπεράστηκαν από την ορμή που είχαν πάρει ήδη οι επαναστατικές κινητοποιήσεις.


Την επομένη των παραπάνω γεγονότων (στις 22 Μαρτίου, κατ’ άλλους στις 24-25 Μαρτίου) κατέφθασαν στην Πάτρα οι πρόκριτοι με τις ομάδες τους, και ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός, επικεφαλής πολυάριθμων επαναστατών, περίπου 1.000, όπου ο τελευταίος, στήνοντας ένα σταυρό στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου (βορειοανατολικά της οποίας υπήρχε τότε ναός του Αγίου Γεωργίου), όρκισε τους αγωνιστές.

Επαναλήφθηκαν κάποιες περιορισμένες χρονικά πολιορκίες του κάστρου μέχρι τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Στη συνέχεια ακολούθησαν τον επόμενο χρόνο εντονότερα γεγονότα από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, που αφορούσαν την ευρύτερη περιοχή και όχι το κάστρο.

Γεγονός είναι ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επιθυμούσε μετά την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς την απελευθέρωση ολόκληρης της Πελοποννήσου και βέβαια της Πάτρας. Η κυβέρνηση ήθελε να τον ορίσει αρχηγό της πολιορκίας, αλλά οι τοπικοί άρχοντες δεν το δέχονταν. Όμως, τον χρειάστηκαν το Φεβρουάριο του 1822, όταν ο τουρκικός στόλος αποβίβασε χιλιάδες στρατού στην πόλη της Πάτρας. Γρήγορα, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συγκέντρωσε 6.000 στρατό και κατάφερε να περιορίσει όλους τους Τούρκους στο κάστρο, στην περίφημη μάχη του Γηροκομείου.

Το οριστικό τέλος της πολιορκίας έφερε η ήττα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στο Πέτα και η εκστρατεία του Δράμαλη στην Πελοπόννησο. Κατόπιν αυτών η Πάτρα, αν και επαναστάτησε σχεδόν πρώτη, παρέμεινε υπό την κυριαρχία των Οθωμανών σε όλη τη διάρκεια της επανάστασης, μέχρι τις 7 Οκτωβρίου 1828, οπότε παραδόθηκε από τους Τούρκους, τελευταία, στο γαλλικό στράτευμα του Νικολά-Ζοζέφ Μαιζόν. Προς τιμή του Παλαιών Πατρών Γερμανού Γ΄ έχει ανεγερθεί σπουδαίος ανδριάντας του επί μαρμάρινου βάθρου στην πλατεία Ψηλά Αλώνια της Πάτρας.

Βιβλιογραφία

Έφη Αλλαμανή – Ιστορία του Ελληνικού Έθνους

Γερμανός, Παλαιών Πατρών (1837). Υπομνήματα περί της επαναστάσεως της Ελλάδος : από το 1820 μέχρι του 1823

Απ. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821

historymania

Back to top button