Αβέβαιο το μετεκλογικό τοπίο στην Πορτογαλία, μετά την ισχνή νίκη της κεντροδεξιάς και την άνοδο των λαικιστών του «Chega». Αναζητείται κυβέρνηση συνεργασίας
Η κεντροδεξιά Δημοκρατική Συμμαχία (AD) της Πορτογαλίας κέρδισε τις γενικές εκλογές, δήλωσε ο ηγέτης της Λουίς Μοντενέγκρο, αν και δεν είναι σαφές εάν θα μπορούσε να κυβερνήσει χωρίς την υποστήριξη της παράταξης «Aρκετά» (Chega), με την οποία αρνήθηκε και πάλι να διαπραγματευτεί.
Με καταμετρημένο σχεδόν το 99% των ψήφων της Κυριακής, η Δημοκρατική Συμμαχία – μια εκλογική πλατφόρμα που αποτελείται από το μεγάλο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (PSD) και δύο μικρότερα συντηρητικά κόμματα και το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS) συγκέντρωσαν το καθένα από 28,67%.
Το εθνικό-συντηρητικό και λαϊκίστικο κόμμα «Αρκετά» βρέθηκε στην τρίτη θέση με 18%. Τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας ο Μοντενέγκρο επανέλαβε την προεκλογική του υπόσχεση να μην βασιστεί στο Chega για να κυβερνήσει ή να συνάψει οποιεσδήποτε συμφωνίες με τους λαϊκιστές, αν και δεν ήταν σαφές εάν θα μπορούσε να κυβερνήσει χωρίς την στήριξή τους.
O Mοντενέγκρο δήλωσε σε ένα πλήθος υποστηρικτών ότι είναι ζωτικής σημασίας για τα πολιτικά κόμματα στο νέο κοινοβούλιο να ενεργήσουν υπεύθυνα και «να συμμορφωθούν με την επιθυμία του πορτογαλικού λαού». «Πάντα έλεγα ότι η νίκη στις εκλογές θα σήμαινε ότι έχω μία ψήφο περισσότερη από οποιαδήποτε άλλη υποψηφιότητα και μόνο υπό αυτές τις συνθήκες θα δεχόμουν να γίνω πρωθυπουργός», είπε σε μια ομιλία του στους υποστηρικτές του κόμματος λίγο μετά τα μεσάνυχτα.
«Φαίνεται αναπόφευκτο ότι το AD κέρδισε τις εκλογές και οι Σοσιαλιστές έχασαν», πρόσθεσε αφού τα επίσημα αποτελέσματα έδειξαν ότι η πλευρά του εξασφάλισε ένα μικρό προβάδισμα έναντι των Σοσιαλιστών που βρίσκονταν στην εξουσία από το 2015, στις κάλπες της Κυριακής. Ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Πέδρο Νούνο Σάντος, παραδέχτηκε την ήττα και συνεχάρη τη «Δημοκρατική Συμμαχία» για τη νίκη της.
«Όλα δείχνουν ότι το αποτέλεσμα δεν θα επιτρέψει στο Σοσιαλιστικό Κόμμα να είναι το κόμμα με τις περισσότερες ψήφους», είπε ο Νούνο Σάντος, σύμφωνα με το Bloomberg. Το αποτέλεσμα σηματοδότησε μια τεράστια άνοδο για το «Chega», το οποίο ιδρύθηκε πριν από πέντε χρόνια από τον Αντρέ Βεντούρα, έναν πρώην σχολιαστή ποδοσφαίρου που ήταν κάποτε ανερχόμενο αστέρι στο PSD. Το κόμμα εμφανίστηκε στις εκλογές του 2019, συγκεντρώνοντας το 1,3% των ψήφων και απέκτησε τον πρώτο του βουλευτή στη Βουλή των 230 εδρών της Πορτογαλίας. Τρία χρόνια αργότερα, πήρε το 7,2% των ψήφων και κέρδισε 12 έδρες.
Οι πρόωρες εκλογές προκηρύχθηκαν από τον Σοσιαλιστή πρωθυπουργό, Αντόνιο Κόστα, που παραιτήθηκε τον Νοέμβριο μετά την έναρξη έρευνας για φερόμενες παρανομίες στον χειρισμό μεγάλων «πράσινων» επενδυτικών σχεδίων από την κυβέρνησή του.
Ο Κόστα, ο οποίος ήταν στην εξουσία από το 2015 και κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στις γενικές εκλογές του 2022 δεν έχει κατηγορηθεί για κανένα έγκλημα. Είπε ότι ενώ η συνείδησή του ήταν καθαρή, ένιωθε ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το να παραιτηθεί επειδή «τα καθήκοντα του πρωθυπουργού δεν συνάδουν με καμία υποψία για την ακεραιότητά μου».
Ανακοίνωσε επίσης ότι δεν θα είναι υποψήφιος για την πρωθυπουργία στις εκλογές, αφήνοντας το Σοσιαλιστικό Κόμμα στα χέρια του Νούνο Σάντος, πρώην υπουργού υποδομών από την αριστερή πτέρυγα του κόμματος. Οταν είδε τα αποτελέσματα, ο Κόστα αναγνώρισε ότι η απόδοση του κόμματός του ήταν «μακριά από αυτήν που είχαμε πριν από δύο χρόνια και πολύ μακριά από αυτή που θέλαμε».
Αν και ο Μοντενέγκρο, έχει ρητά αποκλείσει οποιαδήποτε συμφωνία με το κόμμα «Αρκετά» , λόγω των συχνά ξενοφοβικών, ρατσιστικών, λαϊκιστικών και υπερβολικά δημαγωγικών» απόψεων του Βεντούρα όπως λέει, είναι πλέον πιθανό να δεχθεί σημαντική πίεση από το ίδιο του το κόμμα να καταλήξει σε συμφωνία μαζί του για να συγκροτήσει κυβέρνηση.
Ακόμη και με την υποστήριξη της μικρότερης κεντροδεξιάς Φιλελεύθερης Πρωτοβουλίας – η οποία πρόκειται να τερματίσει τέταρτη με ποσοστό περίπου 4,9% – κάθε ενδεχόμενη κυβέρνηση μειοψηφίας υπό την ηγεσία της Δημοκρατικής Συμμαχίας θα πρέπει πιθανώς να εξακολουθεί να βασίζεται στην υποστήριξη του «Chega» για την ψήφιση νομοθεσίας.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Expresso, ο πρόεδρος της Πορτογαλίας, Μαρσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουσα, παραβίασε τη σύμβαση για την προεδρική ουδετερότητα λέγοντας ότι θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να εμποδίσει το «Chega» να μπει στην κυβέρνηση. Είπε ότι θα απέρριπτε οποιεσδήποτε κινήσεις για την αντικατάσταση του Μοντενέγκρο ως πρωθυπουργού εάν η δεξιά κερδίσει την πλειοψηφία. Ο Βεντούρα απάντησε στα σχόλια του προέδρου, λέγοντας: «Στην Πορτογαλία, δεν είναι ο πρόεδρος της δημοκρατίας που επιλέγει την κυβέρνηση – είναι οι ψηφοφόροι».
Το «Chega» έχει προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τη ευρεία δυσαρέσκεια με τα κυρίαρχα αριστερά και δεξιά κόμματα της Πορτογαλίας, καθώς η χώρα συνεχίζει να υποφέρει από στεγαστική κρίση, κακά συστήματα υγείας και εκπαίδευσης και χαμηλούς μισθούς. «Ποτέ στην ιστορία της Πορτογαλίας δεν υπήρξε μεγαλύτερη πιθανότητα ανατροπής του δικομματικού συστήματος που μας σκότωνε τα τελευταία 50 χρόνια», είπε ο Βεντούρα στους υποστηρικτές του σε πρόσφατη συγκέντρωση στο «Chega» στη βόρεια Πορτογαλία. «Δεν ήμασταν ποτέ τόσο κοντά».
Το κόμμα είχε κάνει την πολιτική διαφθορά κεντρικό θέμα της εκστρατείας του, αναρτώντας τεράστιες διαφημιστικές πινακίδες σε όλη τη χώρα που έγραφαν: «Η Πορτογαλία χρειάζεται εκκαθάριση».
Η έρευνα που προκάλεσε την κατάρρευση της κυβέρνησης του Κόστα –η οποία εξέτασε πιθανές παρανομίες, ενεργητική και παθητική διαφθορά πολιτικών και διαπραγμάτευση επιρροής– οδήγησε σε έρευνες στα υπουργεία περιβάλλοντος και υποδομών και στην επίσημη κατοικία του Κόστα και στη σύλληψη πέντε ατόμων. Ανάμεσά τους και ο αρχηγός του επιτελείου του.
Δεν είναι το μόνο σκάνδαλο που σκανδαλίζει τους Σοσιαλιστές. Ο πρώην πρωθυπουργός Ζοζέ Σόκρατες πρόκειται να δικαστεί για κατηγορίες ότι κέρδισε 34 εκατομμύρια ευρώ από τρεις εταιρείες ενώ ήταν στην εξουσία μεταξύ 2005 και 2011. Ο Σόκρατες αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη σε απάτη ή ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και εμμένει στην αθωότητά του. Το PSD αντιμετωπίζει επίσης κατηγορίες για διαφθορά, με δύο εξέχοντα στελέχη του κόμματος στη Μαδέρα να παραιτούνται πρόσφατα εν μέσω έρευνας για δωροδοκία.