
Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, υπέγραψε και κατέστησε νόμο του ρωσικού κράτους τη Συνθήκη Στρατηγικής Συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και Βενεζουέλας, επισφραγίζοντας μια νέα εποχή διπλωματικών, οικονομικών και αμυντικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες.
\Η υπογραφή του νόμου σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη εφαρμογής ενός εκτεταμένου πλαισίου συνεργασίας, το οποίο είχε προετοιμαστεί εδώ και μήνες και έρχεται σε μια κρίσιμη συγκυρία, καθώς η Βενεζουέλα αντιμετωπίζει αυξημένες διεθνείς πιέσεις και οικονομικές δυσκολίες, ενώ η Μόσχα ενισχύει την παρουσία της στη Λατινική Αμερική στο πλαίσιο μιας στρατηγικής εξισορρόπησης απέναντι στη Δύση.
Η συμφωνία, που είχε υπογραφεί στις 7 Μαΐου στη Μόσχα από τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον πρόεδρο της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, προβλέπει τη διεύρυνση της συνεργασίας των δύο κρατών σε σειρά κρίσιμων τομέων. Καλύπτει τομείς όπως η ενέργεια, η εξόρυξη πρώτων υλών, οι μεταφορές, οι επικοινωνίες, καθώς και η ασφάλεια και η κοινή δράση κατά της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού. Η Συνθήκη εγκρίθηκε αρχικά από την Κρατική Δούμα στις 21 Οκτωβρίου και επικυρώθηκε την επόμενη ημέρα από το Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, ενώ είχε ήδη λάβει έγκριση από το κοινοβούλιο της Βενεζουέλας στις 30 Σεπτεμβρίου. Ο πρόεδρος Μαδούρο την υπέγραψε στις 7 Οκτωβρίου, ολοκληρώνοντας τη διαδικασία επικύρωσης και δίνοντάς της ισχύ νόμου και στη Βενεζουέλα.
Οι πυλώνες της συμφωνίας εστιάζουν σε ένα φιλόδοξο όραμα οικονομικής αυτονομίας, στρατηγικής συνεργασίας και πολιτικής αλληλεγγύης. Σε οικονομικό επίπεδο, προβλέπεται η εφαρμογή εθνικών μηχανισμών για τη διευκόλυνση του εμπορίου και των επενδύσεων, με έμφαση στην ανάπτυξη εναλλακτικών χρηματοπιστωτικών εργαλείων που μειώνουν την εξάρτηση από δυτικούς θεσμούς. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην ενίσχυση της συνεργασίας στους τομείς του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της εξόρυξης, με στόχο την κοινή αξιοποίηση των φυσικών πόρων και την αύξηση των ενεργειακών εσόδων των δύο χωρών. Στον ενεργειακό τομέα, η συνθήκη προβλέπει στενότερο συντονισμό των πολιτικών τους στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών όπως ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών (ΟΠΕΚ) και το Φόρουμ Χωρών Εξαγωγών Φυσικού Αερίου, επιδιώκοντας τη σύγκλιση στρατηγικών και τη σταθεροποίηση των διεθνών τιμών ενέργειας.
Η συνθήκη περιλαμβάνει επίσης ρήτρες στρατιωτικής και τεχνικής συνεργασίας, που προβλέπουν ανταλλαγή τεχνογνωσίας, εκπαίδευση προσωπικού και κοινές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της άμυνας και της ασφάλειας των δύο κρατών. Η Ρωσία, η οποία ήδη διατηρεί ισχυρή στρατιωτική παρουσία στη Βενεζουέλα μέσω εκπαιδευτικών και τεχνικών προγραμμάτων, αναλαμβάνει να υποστηρίξει περαιτέρω την αναβάθμιση των βενεζουελάνικων αμυντικών δυνατοτήτων.
Σε διπλωματικό επίπεδο, η συμφωνία υπογραμμίζει τη δέσμευση των δύο χωρών στην αρχή της πολυπολικότητας και της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών. Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Ριαμπκόφ, χαρακτήρισε τον συγχρονισμό των διαδικασιών επικύρωσης «ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα διεθνή συγκυρία», επισημαίνοντας ότι η Μόσχα και το Καράκας επιδιώκουν να διαμορφώσουν ένα μοντέλο συνεργασίας βασισμένο στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και στον σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας.
Την ημέρα που η Κρατική Δούμα ενέκρινε τη συνθήκη, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, είχε συνάντηση στη Μόσχα με τον πρέσβη της Βενεζουέλας, Χεσούς Ραφαέλ Σαλαζάρ Βελάσκεθ, όπου εξέφρασε την πλήρη αλληλεγγύη της Ρωσίας προς τη Βενεζουέλα. Ο Λαβρόφ επιβεβαίωσε ότι η Μόσχα θα συνεχίσει να υποστηρίζει διπλωματικά το Καράκας στα διεθνή φόρα, αναδεικνύοντας τη σημασία της στενής συνεργασίας τους στο πλαίσιο μιας νέας παγκόσμιας ισορροπίας που στηρίζεται στη συνεργασία ανεξάρτητων κρατών και όχι στην ηγεμονία ενός μόνο πόλου εξουσίας.
Η επικύρωση της συνθήκης από τον Βλαντιμίρ Πούτιν εδραιώνει έναν σταθερό άξονα Ρωσίας–Βενεζουέλας, με στρατηγικό βάθος και γεωπολιτική βαρύτητα, ανοίγοντας τον δρόμο για την περαιτέρω ενίσχυση της ρωσικής παρουσίας στη Λατινική Αμερική και τη διεύρυνση της επιρροής της Βενεζουέλας σε διεθνές επίπεδο.