breaking newsΔιεθνή

Η Γαλλία στο χείλος του γκρεμού και η Ευρώπη που τρέμει το ντόμινο της κατάρρευσης

Η Γαλλία στο χείλος του γκρεμού και η Ευρώπη που τρέμει το ντόμινο της κατάρρευσης

Η Γαλλία και η Ευρωζώνη βρίσκονται σε οριακό σημείο. Η πολιτική αστάθεια που σαρώνει το Παρίσι απειλεί να προκαλέσει ένα ντόμινο εξελίξεων με επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δείχνει να έχει εξαντλήσει κάθε περιθώριο πολιτικής επιβίωσης και να έχει χάσει κάθε απόθεμα εμπιστοσύνης, τόσο εντός του κυβερνητικού του στρατοπέδου όσο και στην κοινωνία.

Η εικόνα ενός απομονωμένου προέδρου, που εναλλάσσει πρωθυπουργούς χωρίς αποτέλεσμα, ενισχύει τη βεβαιότητα ότι το πολιτικό του κεφάλαιο έχει προ πολλού εξαντληθεί.

Την ίδια στιγμή, η Μαρίν Λεπέν και το Rassemblement National περιμένουν ψύχραιμα τη στιγμή τους, έτοιμοι να διεκδικήσουν την εξουσία στο όνομα της σταθερότητας και της εθνικής ανασυγκρότησης. Η ώρα της Λεπέν φαίνεται να πλησιάζει, καθώς οι Γάλλοι, κουρασμένοι από τον Μακρόν και την κεντροδεξιά ελίτ που κυβερνά επί δεκαετίες, στρέφονται σε εκείνη ως τη μόνη δύναμη που υπόσχεται αποκατάσταση τάξης και νοήματος.

Η Γαλλία βυθίζεται σε μια πρωτόγνωρη πολιτική δίνη. Μετά την παραίτηση του τρίτου κατά σειρά πρωθυπουργού του Μακρόν, η Λεπέν εμφανίστηκε με αυτοπεποίθηση, παρουσιάζοντας το RN όχι μόνο ως κόμμα έτοιμο να κυβερνήσει, αλλά και ως τη μοναδική πολιτική δύναμη που μπορεί να αποκαταστήσει τη λειτουργία του κράτους.

Με φόντο τη γαλλική σημαία, σε ένα μήνυμα με έντονο πατριωτικό τόνο, κάλεσε τον Μακρόν να προκηρύξει νέες βουλευτικές εκλογές. «Ζητάμε εκλογές για να βγάλουμε τη χώρα από αυτό το θανάσιμο τέλμα, για να δώσουμε κατεύθυνση στη δράση του κράτους», δήλωσε, καθιστώντας σαφές ότι η αναμέτρηση δεν είναι πλέον ιδεολογική, αλλά υπαρξιακή για τη Γαλλία. Ωστόσο, ο Μακρόν, προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο, ετοιμάζεται να διορίσει ακόμη έναν πρωθυπουργό, παρατείνοντας μια αδιέξοδη πορεία.

Η προηγούμενη αιφνιδιαστική κίνησή του να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ανακόψει την άνοδο της Λεπέν, είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Το Rassemblement National κατέγραψε το καλύτερο αποτέλεσμα της ιστορίας του με 120 έδρες, ενώ ο ίδιος ο Μακρόν απέτυχε να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι μετέπειτα διορισμοί πρωθυπουργών από τον κεντροδεξιό ή τον δικό του χώρο —όπως του Σεμπαστιέν Λεκονιού, στενού του συμμάχου— απέτυχαν να σταθεροποιήσουν την κυβέρνηση. Κανένας δεν άντεξε για περισσότερο από λίγους μήνες.

Η αδυναμία ψήφισης προϋπολογισμών και η συνεχής φθορά ενίσχυσαν την αίσθηση μιας εξουσίας αποκομμένης από τον λαό. Όπως παρατηρεί ο πολιτικός επιστήμονας Ζαν-Ιβ Καμί, «η γαλλική κοινωνία νιώθει ότι μια πολιτική ελίτ ανακυκλώνει τα ίδια πρόσωπα, αδιαφορώντας για την πραγματικότητα». Αυτή η κόπωση μεταφράζεται σε δυναμική υπέρ του RN, που εμφανίζεται πλέον ως ο φορέας μιας γνήσιας πολιτικής αλλαγής.

Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν αυτή τη μετατόπιση. Ο Ζαν-Πολ Γκαρό, επικεφαλής της αντιπροσωπείας του RN στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δηλώνει ότι το κόμμα είναι έτοιμο να αναλάβει την εξουσία. Σύμφωνα με την εταιρεία Odoxa, ένα τρίτο των ψηφοφόρων που ψήφισαν εναντίον της Λεπέν το 2024, κατόπιν εκκλήσεων του Μακρόν να αποτραπεί η «άκρα δεξιά», δεν θα επαναλάμβανε την ίδια επιλογή. «Οι πολίτες ένιωσαν ότι χρησιμοποιήθηκαν για να διασωθούν τα πολιτικά συμφέροντα της ελίτ», αναφέρει η διευθύντρια της εταιρείας, Σελίνα Μπρακ. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι το RN θα πετύχαινε τουλάχιστον τα ίδια ποσοστά σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση, με πιθανότητα περαιτέρω αύξησης των εδρών του, αν και το σύστημα δύο γύρων καθιστά δύσκολες τις ακριβείς προβλέψεις.

Η στάση της Αριστεράς, που παραμένει διχασμένη, θα καθορίσει εν μέρει το αποτέλεσμα. Στελέχη του RN, πάντως, δηλώνουν έτοιμα για απόλυτη πλειοψηφία και προετοιμάζονται για την ημέρα που ο Μακρόν, ανήμπορος να κυβερνήσει, θα αναγκαστεί να προκηρύξει εκλογές. Τότε, το κόμμα σκοπεύει να εγκατασταθεί στο Ματινιόν, με τον Τζορντάν Μπαρντελά ως πρωθυπουργό. «Ο γαλλικός λαός δεν αντέχει άλλο, θέλει αλλαγή», λέει η βουλευτής Εντβίγκ Ντίαζ. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις της Toluna Harris Interactive, το RN προηγείται με 34%, ενώ το στρατόπεδο Μακρόν υποχωρεί κάτω από το 15%. Η σταθερή άνοδος της Λεπέν και του Μπαρντελά αποτυπώνει μια βαθιά μετατόπιση του πολιτικού κέντρου βάρους της Γαλλίας προς τη νέα Δεξιά.

Ταυτόχρονα, το RN έχει αρχίσει να εξομαλύνει την οικονομική του ρητορική, εγκαταλείποντας τις πιο ριζοσπαστικές προτάσεις του. Ο Μπαρντελά δηλώνει πλέον πίστη στη δημοσιονομική πειθαρχία, επιχειρώντας να κερδίσει την εμπιστοσύνη των επιχειρηματικών κύκλων. Αυτή η στροφή, ωστόσο, ανησυχεί το κατεστημένο, καθώς τα όρια μεταξύ του RN και του παραδοσιακού συντηρητικού κόμματος Les Républicains γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα. Ο Ερβάν Μπαλανάν, στέλεχος του κεντρώου Modem, μιλά ανοιχτά για «πειραματισμό» εντός του LR με μια πιθανή συνεργασία με το RN, προειδοποιώντας για τη διαμόρφωση μιας ενωμένης Δεξιάς ανάλογης με εκείνη της Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία. «Κάποιοι στο LR λένε ότι δεν μας χωρίζουν τόσα, μπορούμε να διαπραγματευτούμε έδρες μαζί τους. Φαίνεται ότι αυτό ήδη συμβαίνει», επισημαίνει.

Μέσα σε αυτή τη ζοφερή πολιτική ατμόσφαιρα, οι οικονομικές προειδοποιήσεις πολλαπλασιάζονται. Ο διακεκριμένος οικονομολόγος Μοχάμεντ Ελ-Εριάν περιγράφει τη Γαλλία ως «χώρα που βουλιάζει», προειδοποιώντας ότι η κρίση της απειλεί να εξελιχθεί σε αλυσιδωτή κατάρρευση για την Ευρωζώνη. Η παραίτηση του πρωθυπουργού Σεμπαστιέν Λεκονιού, ύστερα από λιγότερο από έναν μήνα θητείας, πυροδότησε νέο κύμα ανησυχίας στις αγορές ομολόγων. Οι αποδόσεις των γαλλικών τίτλων αυξήθηκαν έντονα, ξεπερνώντας ακόμη και τα ιταλικά BTP, γεγονός αδιανόητο μέχρι πρότινος. Η Γαλλία, δεύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, πληρώνει πλέον «πολιτικό ασφάλιστρο κινδύνου» στις αγορές, αποτέλεσμα μιας πρωτοφανούς απώλειας εμπιστοσύνης στο πολιτικό της σύστημα.

Με δημοσιονομικό έλλειμμα πάνω από 5% του ΑΕΠ και χρέος που αγγίζει το 114%, η χώρα αντιμετωπίζει τη χειρότερη κρίση διακυβέρνησης των τελευταίων δεκαετιών. Το spread μεταξύ των 10ετών γαλλικών και γερμανικών ομολόγων έχει εκτοξευθεί στις 0,85 ποσοστιαίες μονάδες, δυσχεραίνοντας τη δημοσιονομική εξισορρόπηση και απειλώντας την ενιαία νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Αν το Παρίσι συνεχίσει να παραλύει πολιτικά, η ΕΚΤ θα δυσκολευθεί να διασφαλίσει την ομοιογενή εφαρμογή των αποφάσεών της, αυξάνοντας τον κίνδυνο ενός νέου κατακερματισμού της Ευρωζώνης.

Η αστάθεια της Γαλλίας έχει ήδη διασυνοριακές επιπτώσεις. Η Βρετανία, αν και εκτός ΕΕ και Ευρωζώνης, βλέπει τις αποδόσεις των δικών της ομολόγων (gilts) να αυξάνονται, καθώς ανταγωνίζεται στις ίδιες παγκόσμιες αγορές κεφαλαίου με τη Γαλλία. Η αντίδραση των αγορών υπήρξε μάλιστα εντονότερη στο Λονδίνο απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, δείχνοντας πόσο εύθραυστη έχει γίνει η ισορροπία. Η Γαλλία διαθέτει ένα «μαξιλάρι» ασφαλείας μέσω της ΕΚΤ, που από την εποχή του Μάριο Ντράγκι εγγυάται στήριξη «με κάθε κόστος». Αντίθετα, το Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς τέτοιο μηχανισμό, κινδυνεύει περισσότερο αν οι αγορές χάσουν την εμπιστοσύνη τους.

Μια ενδεχόμενη παρέμβαση της Τράπεζας της Αγγλίας θα μπορούσε να εκληφθεί ως προσπάθεια νομισματοποίησης του χρέους, πλήττοντας τη λίρα και την αξιοπιστία της νομισματικής πολιτικής. Το μήνυμα είναι σαφές: η πολιτική παράλυση της Γαλλίας δεν είναι εσωτερικό της πρόβλημα, αλλά προάγγελος μιας ευρύτερης κρίσης εμπιστοσύνης στην Ευρώπη. Οι αγορές χάνουν την υπομονή τους με την αδράνεια, και το Παρίσι μετατρέπεται σε προειδοποίηση για όλους. Αν η Γαλλία αποτύχει να ανακτήσει τη σταθερότητα, το ντόμινο της κατάρρευσης μπορεί να συμπαρασύρει την ίδια την Ευρωζώνη.

 News Prime.

Back to top button